Σε «εργοστάσια» παραγωγής επενδυτικών προϊόντων με χαρακτήρα προθεσμιακής τοποθέτησης υψηλών αποδόσεων, έχουν εξελιχθεί οι τράπεζες εν μέσω της ανόδου των επιτοκίων. Ο συνδυασμός τοποθέτησης σε αμοιβαία κεφάλαια και ασφαλιστική κάλυψη, αποτελεί την τελευταία αναδυόμενη τάση στην αγορά και μέσα στον Μάιο αναμένεται νέα σειρά προϊόντων από τις τράπεζες.
Στην κατεύθυνση αυτή έχει ήδη κινηθεί αθόρυβα η Eurobank, λανσάροντας το προϊόν My Target Value. Πρόκειται για προϊόν που «πατάει» στο Dis GF Target Maturity III Ομολογιακό, πενταετούς διάρκειας που έβγαλε στην αγορά η Τράπεζα τον Φεβρουάριο για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και το οποίο στόχευε για το 2023 σε διανομή μερίσματος έως 3,10%, πληρωτέο τον Φεβρουάριο του 2024.
Στην εξέλιξή του με στόχο ακόμη υψηλότερες αποδόσεις, το My Target Value επεκτείνει την επένδυση του αποταμιευτή από τα 5 στα 10 χρόνια και συνδυάζει την αγορά ομολογιακού αμοιβαίου κεφαλαίου (σύνθεση από κυβερνητικά και εταιρικά ομόλογα, ελληνικά και διεθνή) που αποδίδει ετήσιο μέρισμα, με την αγορά ασφαλιστικής κάλυψης από τον πελάτη για μία δεκαετία. Το ετήσιο μέρισμα για τον επενδυτή ανέρχεται σε 3,60%, το οποίο αποδίδεται σωρευτικά (κεφάλαιο και ετήσια κουπόνια) στο τέλος της επένδυσης, ως απόδοση που φτάνει το 36%. Η διάθεση του My Target Value θα ολοκληρωθεί στις 28 Απριλίου και θα ακολουθήσουν τον Μάιο εκδόσεις νέων προϊόντων από τις τράπεζες.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Attica Bank: Τα επόμενα βήματα μετά την υπαναχώρηση του ΤΜΕΔΕ – Τι λέει στο insider.gr o Κ. Μακέδος
Από την αρχή του έτους, η μεσοσταθμική απόδοση των προθεσμιακών καταθέσεων έχει ενισχυθεί στην περιοχή του 1,5% - 2% από 0,60% - 0,70% πριν, ενώ, παράλληλα, οι αποταμιευτές/επενδυτές μπορούν να βρουν αποδόσεις ακόμη και άνω του 4% σε τοποθετήσεις που προσομοιάζουν με τα χαρακτηριστικά μιας κατάθεσης.
Τα τελευταία στοιχεία, για τον μήνα Φεβρουάριο, που δημοσίευσαν η Τράπεζα της Ελλάδος και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνουν ότι η διαφορά στα επιτόκια καταθέσεων με διάρκεια ενός έτους, μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης, έχει κλείσει στις 85 μονάδες βάσης, με τα επιτόκια στην Ελλάδα να έχουν αυξηθεί κατά 57 μονάδες βάσης τον Φεβρουάριο και να διαμορφώνονται στο 1,03%. Στην Ευρωζώνη, το επιτόκιο για τις προθεσμιακές καταθέσεις διάρκειας έτους διαμορφώνεται σε 1,85% και αυξήθηκε κατά 32 μ.β. σε μηνιαία βάση.
Το μεσοσταθμικό επιτόκιο για τις ετήσιες προθεσμιακές καταθέσεις (1,03%), βεβαίως, έχει ξεπεραστεί στην πράξη από τα αποταμιευτικά/επενδυτικά προϊόντα που έχουν λανσάρει οι ελληνικές τράπεζες, αλλά και από την άνοδο στα επιτόκια των προθεσμιακών που προσφέρουν πλέον αποδόσεις 1,5% - 2% σε κατάθεση διάρκειας ενός έτους.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Intrum Hellas: Επανέφερε σε οικονομική κανονικότητα 410.000 δάνεια ύψους 11,8 δισ. – Η «συνταγή» των υψηλών επιδόσεων
Πρόκειται για μέσες αποδόσεις, καθώς προκύπτουν από κλιμακούμενα επιτόκια ανά τρίμηνο που συνήθως κινούνται από 0,45% έως 0,75% για την πρώτη τρίμηνη περίοδο κατάθεσης και ανεβαίνουν στο 1% - 1,40% για το δεύτερο τρίμηνο, στο 1,50% - 1,80% για το τρίτο τρίμηνο και στο 2% - 2,75% για το τέταρτο τρίμηνο. Οι αποδόσεις αυτές χορηγούνται σε ποσά άνω των 100.000 ευρώ, ενώ για ποσά μεταξύ 20.000 – 100.000 ευρώ η τελική απόδοση δεν ξεπερνά το 1%. Στα ποσά από 5.000 μέχρι 20.000 ευρώ οι αποδόσεις σε ετήσια προθεσμιακή κατάθεση δεν ξεπερνούν το 0,20% - 0,40%.
Σημειώνεται ότι τα ομολογιακά Αμοιβαία Κεφάλαια που προσφέρουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες από τον Φεβρουάριο ως εναλλακτική υψηλότερων αποδόσεων στις καταθέσεις προθεσμίας, «πουλάνε» 1,5 – 2 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 10% της αγοράς των Αμοιβαίων Κεφαλαίων. Τα ομολογιακά Α/Κ έχουν πενταετή διάρκεια επένδυσης και προσφέρουν καθαρή απόδοση 3% - 4%.
Ο επενδυτής που τοποθετεί τα χρήματά του (από 1.000 ευρώ) σε ένα τέτοιο προϊόν επιτυγχάνει μεγαλύτερη απόδοση από τις προθεσμιακές λόγω της διασποράς του χαρτοφυλακίου του και της επαγγελματικής διαχείρισης που απολαμβάνει και στο τέλος της επένδυσης (εφόσον, βεβαίως, δεν συμβεί κάποιο πιστωτικό γεγονός) έχει πίσω το κεφάλαιό του συν την απόδοση. Σημειώνεται ότι τα προϊόντα αυτά δίνουν και ετήσιο αφορολόγητο μέρισμα στον επενδυτή.