Η χάραξη στρατηγικής με σύνεση και συνέπεια για τους επόμενους μήνες αποτελεί τη νούμερο 1 προτεραιότητα για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ στη χώρα μας, καθώς το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων στη σκιά σημαντικών προκλήσεων απαιτεί από τις επιχειρήσεις να επιδείξουν γρήγορα αντανακλαστικά, αλλά και να αφουγκραστούν τις τάσεις της σύγχρονης εποχής.
Τάσεις οι οποίες αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα και μετατρέπονται σε κινητήριες δυνάμεις που θα κρίνουν και τα επόμενα βήματα των ισχυρών «παικτών» του κλάδου.
Όπως αποκάλυψε πρόσφατα ο Γενικός Διευθυντής του ΙΕΛΚΑ, Λευτέρης Κιοσές, από το βήμα του 14ου Food Retail Conference, πέντε είναι οι βασικές τάσεις που δίνουν τον τόνο στον κλάδο των σούπερ μάρκετ και δύναται να καθορίσουν την επόμενη μέρα.
Ο πληθωρισμός αλλάζει την καταναλωτική συμπεριφορά
Ο πληθωρισμός αποτελεί το θεμελιώδες ζήτημα της τελευταίας διετίας όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως. Και παρότι, όπως προβλέπουν παράγοντες της αγοράς, η αποκλιμάκωσή του έχει ήδη ξεκινήσει και θα γίνει πιο ορατή προσεχώς, το στίγμα που έχει αφήσει στην κατανάλωση είναι μεγάλο.
Αμέσως μετά την πανδημία κι ενώ οι τιμές επιδίδονταν σε ράλι, οι καταναλωτές άλλαξαν άρδην τις συνήθειές τους. Όπως επισημάνθηκε στο ετήσιο Shopper Trends συνέδριο της NielsenIQ που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα, οι αγοραστές δηλώνουν ότι αισθάνονται τις τιμές να αυξάνονται και ως μηχανισμός συγκράτησης των προϋπολογισμών τους αποτελεί κυρίως η επικέντρωση τους στην προμήθεια βασικών ειδών και ο περιορισμός ενδεχόμενων πολυτελειών. Μάλιστα, σχεδόν δύο στους τρεις αγοραστές δηλώνουν ότι έχουν ικανοποιητική γνώση των τιμών των προϊόντων που βρίσκονται μέσα στο καλάθι τους και αγοράζουν σε τακτική βάση και με τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών να είναι σε θέση να αντιληφθούν τις όποιες αλλαγές της τιμής.
Και μπορεί στη σκιά των πληθωριστικών πιέσεων οι καταναλωτές να συνεχίζουν να δίνουν έμφαση στην τιμή των προϊόντων, αναζητώντας οικονομικά συμφέρουσες λύσεις για τις αγορές τους, ωστόσο ταυτόχρονα εστιάζουν και στην αξία των προϊόντων, αναζητώντας ποιότητα και ασφάλεια.
Σύμφωνα με τον Managing Director της NielsenIQ, Βάιο Δημοράγκα, σήμερα το καταναλωτικό κοινό προχωρά σε αλλαγές για να είναι σε θέση να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα των πληθωριστικών πιέσεων. Ειδικότερα, το 74% των καταναλωτών επιλέγουν να ξοδέψουν χρόνο για να ανακαλύψουν πού υπάρχουν καλύτερες τιμές πριν ψωνίσουν, το 69% αλλάζουν brands λόγω μειωμένων τιμών, το 65% αναζητούν προϊόντα και προσφορές online και εν συνεχεία ψωνίζουν από φυσικά καταστήματα, το 61% αγοράζουν ένα προϊόν επειδή έχει ξεκάθαρες πληροφορίες για το τι περιέχει, ενώ το 60% δοκιμάζουν ένα νέο ή καινοτόμο προϊόν που συνάδει με τις ανάγκες τους.
Νέα ισορροπία μεταξύ eating in και dining out
Τα τελευταία χρόνια έχουν ανατραπεί πλήρως οι ισορροπίες που αφορούν στα γεύματα των καταναλωτών, καθώς παρατηρείται μια στροφή στην κατανάλωση κατ’ οίκον με ταυτόχρονη μείωση της συχνότητας των εξόδων για φαγητό σε ένα εστιατόριο. Πρόκειται για μια τάση που ξεκίνησε με το ξέσπασμα της πανδημίας, στη σκιά των περιοριστικών μέτρων που είχαν τεθεί, αλλά και εδραιώνεται στην εποχή του πληθωρισμού, καθώς ο κόσμος έχει επιλέξει να γευματίζει στο σπίτι για λόγους εξοικονόμησης χρημάτων.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της NielsenIQ, σήμερα το 54% των καταναλωτών επιλέγει να μένει στο σπίτι, ενώ ένα ποσοστό 32% εξακολουθεί να δουλεύει από το σπίτι.
Πιο επιθυμητά τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας
«Σταδιακά βλέπουμε ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αποκτούν σεβασμό και γίνονται πιο επιθυμητά», διαπίστωσε ο κ. Κιοσές, επιβεβαιώνοντας πως το private label αναδεικνύεται σε έναν ισχυρό «παίκτη» στην ελληνική αγορά.
«Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι game changer στην αγορά», δήλωσε πρόσφατα από το βήμα του 14ου Food Retail Conference ο Διευθυντής του εργαστηρίου Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Μάρκετινγκ, καθηγητής Γεώργιος Μπάλτας. Όπως εξήγησε, στην Ελλάδα, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν φτάσει σε όγκο (σ.σ. σε κωδικούς που μπαίνουν στο καλάθι και όχι σε μερίδιο αξίας) στο 36%, αποτελώντας μια πολύ αξιοπρεπή επιλογή για τα ελληνικά νοικοκυριά. «Η άνοδος της ιδιωτικής ετικέτας δεν αποδίδεται πλέον μόνο σε στενά χρηματικούς λόγους. Συνιστά μεν μια φθηνή επιλογή, αλλά πλέον ο καταναλωτής την επιλέγει και για λόγους ευκολίας. Αγοράζοντας προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κερδίζει πολύτιμο χρόνο, καθώς δεν κάθεται να επιλέξει μεταξύ των επώνυμων προϊόντων», σημείωσε δε ο κ. Μπάλτας, υπενθυμίζοντας ότι τα προϊόντα private label καταγράφουν άνοδο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σύμφωνα δε με τα στοιχεία της εταιρείας μετρήσεων Circana, το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας σε αξία διαμορφώνεται πλέον στο 27% επί του συνόλου των πωλήσεων. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως τον Ιανουάριο του 2024, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κατέγραψαν συνολικά ανάπτυξη της τάξης του 3,6% με τα αντίστοιχα επώνυμα προϊόντα να «τρέχουν» με ρυθμό ανάπτυξης μόλις 1,2%. Μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών, τα τρόφιμα ιδιωτικής ετικέτας σημείωσαν άνοδο στο 27,2% από 26,3% πέρυσι.
Αλλάζουν όλα στις προσφορές
Από τον Μάρτιο κι έπειτα, τα σούπερ μάρκετ στη χώρα μας βρίσκονται αντιμέτωπα με μια τεράστια αλλαγή που «ακουμπά» σχεδόν κάθε ράφι τους, με στόχο να φτάσει στην τσέπη των καταναλωτών. Πρόκειται για το νέο καθεστώς που έχουν θέσει για τις προσφορές στα σούπερ μάρκετ τα νέα μέτρα, τα οποία έλαβε τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση με στόχο την ανάσχεση του κύματος ακρίβειας.
Από τη δέσμη των τεσσάρων μέτρων που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο, τα δύο αφορούν στο καθεστώς των προσφορών και των προωθητικών ενεργειών, ήτοι ένα πολύτιμο «εργαλείο» στα χέρια των καταναλωτών.
Το πιο δραστικό από τα κυβερνητικά μέτρα που ελήφθησαν τον περασμένο μήνα αφορά στην υποχρέωση των προμηθευτών να μειώσουν κατά 30% τις προσφορές προς τις εταιρείες λιανεμπορίου, με την υποχρέωση να μειώσουν ισόποσα τις τιμές τιμοκαταλόγου. Το εν λόγω μέτρο απευθύνεται στις εξής κατηγορίες προϊόντων: γενικά καθαριστικά προϊόντα (απορρυπαντικά ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, καθαριστικά επιφανειών παντός είδους, χλωρίνες) και προϊόντα προσωπικής υγιεινής (σαμπουάν και conditioner, αφρόλουτρα, σαπούνια, οδοντόκρεμες, βρεφικές και παιδικές πάνες).
Το επόμενο μέτρο απαγορεύει στους προμηθευτές των σούπερ μάρκετ που αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων τους να υλοποιούν προωθητικές ενέργειες για τρεις μήνες στα προϊόντα αυτά. Πρόκειται για μέτρο που αφορά σχεδόν στο σύνολο των προϊόντων που πωλούνται σε σούπερ μάρκετ, ενώ εξαιρούνται τα νωπά προϊόντα (φρούτα, λαχανικά, κρέατα, ψάρια), εκείνα που λήγουν άμεσα, καθώς και ορισμένα διαρκή καταναλωτικά αγαθά (π.χ. ρούχα).
Προτεραιότητα η υγεία
«Η υγεία και η καλοζωία αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Ο καταναλωτής επιζητά όλο και περισσότερο την υγιεινή διατροφή» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Κιοσές.
Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός πως η πανδημία του κορονοϊού άλλαξε άρδην τις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, με τους τελευταίους να στρέφονται όλο και πιο έντονα σε τρόφιμα που προάγουν την ευζωία και ευεξία, αντιπροσωπεύοντας έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής.
Πρόκειται για μια τάση την οποία σπεύδουν να αξιοποιήσουν οι εταιρείες τροφίμων, επενδύοντας στην παραγωγή ποιοτικών και υγιεινών προϊόντων που θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον του καταναλωτή.