«Βουτιά» άνω του 30% σημειώνει η μετοχή της Super Micro αφότου ανακοίνωσε πως ο οικονομικός ελεγκτής της, η Ernest & Young, παραιτήθηκε μετά από μήνες διαφωνιών σχετικά με τη διοίκηση και την ανεξαρτησία του διοικητικού συμβουλίου.
Η Ernst & Young στην επιστολή παραίτησής της ανέφερε ότι «δεν επιθυμεί να συνδεθεί με τις οικονομικές καταστάσεις που συνέταξε η διοίκηση», ενώ εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την ανεξαρτησία του διοικητικού συμβουλίου από τον διευθύνοντα σύμβουλο Charles Liang και «άλλα μέλη».
Μάλιστα, η Super Micro δεν έχει εκδώσει ακόμη τις οικονομικές της καταστάσεις για το τρέχον έτος και φέρεται να βρίσκεται υπό ομοσπονδιακή έρευνα.
Η EY είχε προσληφθεί για να ελέγξει την Super Micro για πρώτη φορά το οικονομικό έτος 2024. Επισήμανε για πρώτη φορά ζητήματα με τους εσωτερικούς οικονομικούς ελέγχους, τη διακυβέρνηση και την επικείμενη λειτουργία στα τέλη Ιουλίου, ωθώντας την εταιρεία διακομιστών να διορίσει ειδική επιτροπή στο ΔΣ για να διερευνήσει τους εσωτερικούς ελέγχους της εταιρείας.
Η Super Micro προσέλαβε τη δικηγορική εταιρεία Cooley και μια λογιστική εταιρεία για να τρέξουν τον έλεγχο, ο οποίος δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα.
Σημειώνεται πως η Super Micro κατασκευάζει υπολογιστές που οι εταιρείες χρησιμοποιούν ως διακομιστές (servers) για ιστότοπους, αποθήκευση δεδομένων και άλλες εφαρμογές, συμπεριλαμβανομένων αλγορίθμων Τεχνητής Νοημοσύνης. Μεταξύ των πελατών της εταιρείας είναι η Nvidia, η AMD και η Intel.
Η μετοχή της εισήχθη στον S&P 500 τον Μάρτιο του 2024, ενώ το 2023 είχε εκτοξευθεί κατά 246%.
Η εταιρεία είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με τις ρυθμιστικές αρχές και στο παρελθόν λόγω των λογιστικών της πρακτικών. Συγκεκριμένα, πλήρωσε πρόστιμο 17,5 εκατ. δολαρίων στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ το 2020, καθώς κατέγραψε πρόωρα και εσφαλμένα έσοδα.