Κομβικό ρόλο στην επιστροφή της χώρας μας σε πλήρη ευρωπαϊκή κανονικότητα, την οποία «προσυπέγραψε» η απόδοση της επενδυτικής βαθμίδας και από τον οίκο Moody΄s την περασμένη Παρασκευή 14 Μαρτίου, διαδραμάτισε η μεγάλη πρόοδος που έχουν καταγράψει οι ελληνικές τράπεζες.
Μείωση των κόκκινων δανείων με όχημα τον «Ηρακλή», ενίσχυση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και εύρωστη κερδοφορία είναι οι βασικοί άξονες της υγείας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, οι οποίοι έφεραν το investment grade και από τον τελευταίο μεγάλο των διεθνών οίκων, ενώ παράλληλα συντηρούν το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για τις ελληνικές τράπεζες.
1. Ο δείκτης κόκκινων δανείων υποχώρησε σε περίπου 2,9% τον Δεκέμβριο του 2024 σε σύγκριση με μέσο όρο περίπου 2% για τις τράπεζες της ΕΕ. Όπως έγραφε το insider.gr, πλέον, ο δείκτης NPL έχει πέσει κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ η μείωση των κόκκινων δανείων αφορά συνολικά στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αφού με τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή ΙΙΙ», και η Attica Bank (έχοντας απορροφήσει την Παγκρήτια Τράπεζα) μειώνει τον δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της στο 2,8%. Βάσει των αποτελεσμάτων 2024, τα καθαρά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (σημειώνεται ότι ο όρος NPEs είναι ακόμη πιο αυστηρός από τα NPLs, καθώς αφορά σε δάνεια με καθυστέρηση άνω των 30 και όχι άνω των 90 ημερών), δηλαδή εφόσον αφαιρεθούν οι σχηματισθείσες προβλέψεις, ανέρχονται σε περίπου 1,28 δισ. ευρώ για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, που συνιστά ιστορικό χαμηλό μετά την ένταξη της χώρας στο ευρώ.
Ο δείκτης NPE υποχώρησε στο τέλος του 2024 στο 2,6% για την Εθνική και την Τράπεζα Πειραιώς, στο 2,9% για τη Eurobank και στο 3,8% για την Alpha Bank. Η Εθνική έχει μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 900 εκατ. ευρώ και δείκτη κάλυψης από προβλέψεις 98%, που σημαίνει καθαρά NPEs μόλις 18 εκατ. ευρώ. Η Πειραιώς ανακοίνωσε μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 1,1 δισ. ευρώ και δείκτη κάλυψης από προβλέψεις 65%, δηλ. καθαρά NPEs 385 εκατ. ευρώ. Η Eurobank έχει μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 1,5 δισ. ευρώ και δείκτη κάλυψης από προβλέψεις 89%, άρα καθαρά NPEs 175 εκατ. ευρώ. Και η Alpha Bank βρίσκεται με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 1,4 δισ. ευρώ και δείκτη κάλυψης από μετρητά στο 53%, δηλ. καθαρά NPEs περί τα 700 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω επιτεύγματα δεν θα είχαν καταστεί εφικτά χωρίς τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή». Και μάλιστα, χωρίς να επιβαρυνθούν καθόλου οι Έλληνες φορολογούμενοι από την εξυγίανση των τραπεζών, αφού το Ελληνικό Δημόσιο έχει ήδη εισπράξει 3 δισ. ευρώ ως αντάλλαγμα για την παροχή της εγγύησης στα senior ομόλογα των τιτλοποιήσεων του «Ηρακλή».
Το γεγονός ότι δεν έχει ενεργοποιηθεί (σ.σ. καταπέσει) καμία κρατική εγγύηση του «Ηρακλή» τα τελευταία πέντε χρόνια, επισημαίνει η Moody's, σημειώνοντας ότι το κρίσιμο τώρα είναι τα κόκκινα δάνεια να βγουν και από την πραγματική οικονομία. Το συγκεκριμένο ζήτημα έχει επισημαίνει και η ΤτΕ και είναι θέμα διαπραγματεύσεων με την ΕΚΤ (SSM) ώστε να διαμορφωθεί το πλαίσιο που θα επιτρέπει ταχύτερη επιστροφή των εξυγιασμένων πρώην κόκκινων δανείων στις τράπεζες.
2. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών έχουν βελτιωθεί σημαντικά και αυτές βρίσκονται με υπερβάλλοντα κεφάλαια και ρευστότητα που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για μεγαλύτερη ανταμοιβή των μετόχων τους, αλλά και για εξαγορές. Η Moody's επισημαίνει ότι η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών βελτιώνεται λόγω της ισχυρής δημιουργίας οργανικού κεφαλαίου, παρά τις πληρωμές μερίσματος το 2024 - 2025. Επιπλέον, βελτιώνεται και η ποιότητα κεφαλαίου λόγω της ισχυρής κερδοφορίας και της περαιτέρω (και επιταχυνόμενης) απόσβεσης των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC). Σημειώνεται ότι και η εξέλιξη αυτή (ενίσχυση της κερδοφορίας για απόσβεση του αναβαλλόμενου φόρου και βελτίωση των εποπτικών κεφαλαίων) είναι απόρροια της εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών μέσω του «Ηρακλή».
3. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει πλέον σε τροχιά ανοδικής, διατηρήσιμης κερδοφορίας που θα επιστρέφεται σε ποσοστό τουλάχιστον 50% στους μετόχους. Χαρακτηριστικά, η Moody's εκτιμά ότι τα κέρδη θα παραμείνουν εύρωστα, παρά τις αναμενόμενες πιέσεις στα περιθώρια κέρδους το 2025 – 2026, καθώς θα υποστηριχθούν από την αύξηση των πιστώσεων σε μεσαίο έως υψηλό μονοψήφιο ποσοστό και τον περαιτέρω εξορθολογισμό της βάσης κόστους των τραπεζών και της αποτελεσματικότητας μέσω πρωτοβουλιών ψηφιοποίησης.