Πολλαπλές εξαιρέσεις από τους κλαδικούς μισθούς για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα προβλέπει το αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, ενώ ταυτόχρονα αυστηροποιείται το πλαίσιο της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησίας.
Οι εξαιρέσεις από τους κλαδικούς μισθούς μπορούν να συμβούν:
Α) Εντός της σύμβασης: Το νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα στους κοινωνικούς εταίρους να συμφωνούν εντός μιας κλαδικής σύμβασης εξαιρέσεις για εταιρείες που κινδυνεύουν με λουκέτο, ώστε να μπορούν να αποκλίνουν από τους όρους των κλαδικών συμβάσεων με στόχο να ορθοποδήσουν.
Αναλυτικά αναφέρεται ότι οι εθνικές και τοπικές ομοιοεπαγγελματικές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις είναι δυνατόν να θεσπίζουν ειδικούς όρους ή να εξαιρούν από την εφαρμογή συγκεκριμένων όρων τους εργαζομένους που απασχολούνται σε ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις όπως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως κατεξοχήν επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής, ή παραπτωχευτικής, ή πτωχευτικής διαδικασίας, ή συνδιαλλαγής, ή εξωδικαστικού συμβιβασμού, ή εξυγίανσης.
Η διάταξη παραπέμπει σε υπουργική απόφαση - μετά από γνώμη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας – για την εξειδίκευση των κριτηρίων για τις επιχειρήσεις που εξαιρούνται.
Β) Μέσω της διαδικασίας της συρροής: Όπως προβλέπεται στο νομοσχέδιο, στις περιπτώσεις επιχειρήσεων, που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής, ή παραπτωχευτικής, ή πτωχευτικής διαδικασίας, ή συνδιαλλαγής, ή εξωδικαστικού συμβιβασμού, ή οικονομικής εξυγίανσης, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει κατ εξαίρεση της κλαδικής, εφόσον στην κλαδική δεν προβλέπονται εξαιρέσεις από την εφαρμογή όρων της.
Η διάταξη παραπέμπει σε υπουργική απόφαση μετά από γνώμη της Ολομέλειας του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, για την εξειδίκευση των περιπτώσεων των επιχειρήσεων που εξαιρούνται.
Επίσης έχει προστεθεί και νέα παράγραφος σύμφωνα με την οποία «η εθνική κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση δεν υπερισχύει αντίστοιχης τοπικής». Για παράδειγμα, η τοπική σύμβαση των ξενοδόχων του Λασιθίου θα υπερισχύει της εθνικής κλαδικής των ξενοδοχουπαλλήλων ακόμη κι αν προβλέπει δυσμενέστερους μισθολογικούς όρους.
Γ) Μέσω της διαδικασίας επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων: Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής, ή παραπτωχευτικής, ή πτωχευτικής διαδικασίας, ή συνδιαλλαγής, ή εξωδικαστικού συμβιβασμού, ή οικονομικής εξυγίανσης, μπορούν να εξαιρούνται από την υποχρεωτική εφαρμογή μιας κλαδικής σύμβασης που επεκτάθηκε και κηρύχθηκε γενικώς υποχρεωτική, μετά από αιτιολογημένη γνώμη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.
Η εξαίρεση ισχύει ως προς όρους ή ως προς το σύνολο της συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης, που κηρύσσεται υποχρεωτική, ανεξαρτήτως εάν στην επεκτεινόμενη συλλογική ρύθμιση προβλέπονται εξαιρέσεις από την εφαρμογή όρων για εργαζόμενους σε επιχειρήσεις,.
Η διάταξη παραπέμπει σε υπουργική απόφαση η οποία θα εξειδικεύει - μετά από γνώμη της Ολομέλειας του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, τις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που εξαιρούνται.
Όσον αφορά στην διαδικασία της επέκτασης και της κήρυξης ως γενικώς υποχρεωτικής μιας κλαδικής σύμβασης, το νέο πλαίσιο ορίζει πως για να επεκταθεί και να κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτική μια συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση απαιτείται εκτός από αίτηση του συνδικάτου προς τον υπουργό και τεκμηρίωση των επιπτώσεων της επέκτασης στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση και κοινοποίηση αυτής στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας.
Ακολούθως το ΑΣΕ γνωμοδοτεί αιτιολογημένα προς τον υπουργό Εργασίας λαμβάνοντας υπόψη την «τεκμηριωμένη βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας του υπουργείου ότι η συλλογική ρύθμιση δεσμεύει ήδη εργοδότες, που απασχολούν ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των εργαζομένων του κλάδου, ή του επαγγέλματος», αλλά και «το πόρισμα διαβούλευσης των δεσμευομένων μερών, ενώπιον του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, για την αναγκαιότητα της επέκτασης και τις επιπτώσεις της στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, τη λειτουργία του ανταγωνισμού και την απασχόληση».
Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης του υπουργού στην Εφημερίδατης Κυβερνήσεως και η ισχύς της λήγει 3 μήνες μετά την πάροδο ισχύος της συλλογικής ρύθμισης.
Προσφυγή στη διαιτησία
Το νομοσχέδιο δυσχεραίνει τη δυνατότητα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία.
Συγκεκριμένα ορίζει πως «είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς από οποιοδήποτε μέρος, ως έσχατο και επικουρικό μέσο επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας μόνον στις εξής περιπτώσεις:
α) εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου (κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 1264/1982 όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του Ν. 1915/1990),
β) εάν η συλλογική διαφορά αφορά στη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας και αποτύχουν οριστικά οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και η επίλυση της επιβάλλεται από υπαρκτό λόγο γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενο με τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας.
Οριστική αποτυχία των διαπραγματεύσεων θεωρείται ότι υπ άρχει, εφόσον σωρευτικά έληξε η ισχύς τυχόν υπάρχουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας και έχει εξαντληθεί κάθε άλλο μέσο συνεννόησης και συνδικαλιστικής δράσης, ενώ το μέρος που προσφεύγει μονομερώς στη διαιτησία, συμμετείχε στη διαδικασία μεσολάβησης και αποδέχθηκε την πρόταση μεσολάβησης.
Η αίτηση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία πρέπει να περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που την δικαιολογούν, η δε διαιτητική απόφαση που εκδίδεται επί αυτής είναι άκυρη εάν δεν περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που δικαιολογούν τη μονομερή προσφυγή στη διαιτησία.