Σε ένα αρνητικό σπιράλ δείχνει να έχει εγκλωβιστεί ο κλάδος του λιανεμπορίου, με τους επιχειρηματίες να καλούνται να διαχειριστούν ταυτόχρονα πολλές προκλήσεις στην καρδιά του χειμώνα και υπό το βάρος πάντα της πανδημίας. Οι επόμενοι μήνες παραμένουν αβέβαιοι, ενώ τα «αγκάθια» ολοένα και πληθαίνουν, με τις ανατιμήσεις να μοιάζουν μονόδρομος, στη σκιά, μάλιστα, της νέας έκρηξης του πληθωρισμού στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, που ανακοινώθηκαν νωρίτερα, ο πληθωρισμός στη χώρα μας τον Ιανουάριο σκαρφάλωσε σε ετήσια βάση στο 5,5% έναντι αύξησης 4,4% τον Δεκέμβριο του 2021, προκαλώντας νέο γύρο ανησυχιών στο εγχώριο επιχειρείν.
Οι αναταραχές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που προκαλούν μείωση των αποθεμάτων και κατ’ επέκταση ελλείψεις σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, οι πληθωριστικές πιέσεις που μεταφράζονται σε ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους και των πρώτων υλών, καθιστώντας ολοένα και πιο δύσκολη την απορρόφηση των ανατιμήσεων και οι μειωμένοι τζίροι λόγω της υποτονικής αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών αυξάνουν την ανησυχία των επιχειρηματιών για την επόμενη μέρα. Ήδη ο Ιανουάριος δεν μπήκε με το… δεξί για το λιανεμπόριο, με τον κλάδο να συνεχίζει να αναζητά «σανίδα σωτηρίας».
Ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί στην εγχώρια αγορά είναι τα στοιχεία της τελευταίας μελέτης του ΙΟΒΕ για την οικονομική συγκυρία του Ιανουαρίου. Για τον πρώτο μήνα του 2022, το λιανεμπόριο χαρακτηρίζεται από σημαντική επιδείνωση των προσδοκιών σε όλους σχεδόν τους κλάδους που το απαρτίζουν, με τις εκτιμήσεις για τις πωλήσεις να υποχωρούν και το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται έντονα.
Η επιδείνωση των προσδοκιών μπορεί να αγγίζει όλους τους κλάδους, ωστόσο εμφανίζεται εντονότερη στους κλάδους Τροφίμων-Ποτών-Καπνού και Υφασμάτων-Ένδυσης-Υπόδησης.
Τρόφιμα-Ποτά-Καπνός
Από την ανάγνωση των δεικτών του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις υποχώρησαν έντονα, ενώ παράλληλα οι έντονα θετικές προσδοκίες για τις πωλήσεις της επόμενης περιόδου κινήθηκαν κατακόρυφα πτωτικά. Την ίδια στιγμή, τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν ήπια, εξασθένισαν οι παραγγελίες προς τους προμηθευτές, ενώ οι προβλέψεις των τιμών παραμένουν έντονα πληθωριστικές.
Υφάσματα-Ένδυση-Υπόδηση
Οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις υποχωρούν κατακόρυφα, ενώ εξασθενούν ήπια στο επόμενο διάστημα. Πτωτική είναι η τάση και στα αποθέματα, ενώ δείχνουν να αλλάζουν τάση και οι παραγγελίες προς τους προμηθευτές.
Είδη Οικιακού Εξοπλισμού
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, αν και οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις κινήθηκαν ήπια ανοδικά, οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις στο επόμενο διάστημα περιορίστηκαν αισθητά, ενώ οριακά υποχωρούν και οι παραγγελίες προς προμηθευτές. Σημαντική αύξηση τιμών υποδηλώνει ο σχετικός δείκτης.
Οχήματα-Ανταλλακτικά
Μικρή εξασθένιση σημειώνεται τον Ιανουάριο στις επιχειρηματικές προσδοκίες στα Οχήματα – Ανταλλακτικά, με τις αισιόδοξες προβλέψεις για τις πωλήσεις της επόμενης περιόδου να περιορίζονται ήπια. Τα αποθέματα κλιμακώνονται ήπια, οι παραγγελίες προς τους προμηθευτές υποχωρούν αισθητά, ενώ ως προς τις τιμές, το σχετικό ισοζύγιο διατηρείται σε έντονα πληθωριστικά επίπεδα.
Πολυκαταστήματα
Στον αντίποδα, οριακά ανοδικά κινούνται οι επιχειρηματικές προσδοκίες στα Πολυκαταστήματα, καθώς διατηρούνται οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις της επόμενης περιόδου. Ωστόσο, οι προβλέψεις για τις παραγγελίες προς τους προμηθευτές υποχωρούν κατακόρυφα, ενώ στις τιμές ο σχετικός δείκτης υποδηλώνει αύξηση τιμών.
Οι ανατιμήσεις ίσως ξεπεράσουν το 30%
«Η ενεργειακή κρίση θα μας συνοδεύσει όλο το 2022», προειδοποίησε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, μιλώντας στην ΕΡΤ πριν από μερικά 24ωρα.
Ο ίδιος δεν απέκλεισε το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, οι πολίτες να βρεθούν αντιμέτωποι με ανατιμήσεις πάνω από 30%, εξηγώντας πως οι επιχειρήσεις, υπό το βάρος των συνεπειών της πανδημίας αλλά και της εκτίναξης του λειτουργικού τους κόστους, δεν έχουν πλέον άλλα περιθώρια απορρόφησης των αυξήσεων, επομένως η μετακύλισή τους στον καταναλωτή δεν θα μπορεί να αποφευχθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο ο κ. Χατζηθεοδοσίου επανέλαβε τις προτάσεις της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων για αύξηση της επιδότησης στην ενέργεια στο 75% των αυξήσεων, μετάθεση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων, αλλά και αύξηση των δόσεων για την αποπληρωμή των χρεών της πανδημίας, από 72 σε 120, προκειμένου να δοθεί ανάσα επιβίωσης στο επιχειρείν.
«Θηλιά» το ενεργειακό κόστος
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η πρόσφατη έρευνα της Palmos Analysis που διενεργήθηκε για λογαριασμό του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, μέσω της οποίας προκύπτει πως σχεδόν επτά στους δέκα επιχειρηματίες (ποσοστό 68%) ανησυχούν ότι το αυξημένο ενεργειακό κόστος θα επηρεάσει αρνητικά τις πωλήσεις τους.
Σύμφωνα με άλλα ευρήματα της έρευνας, η οποία διενεργήθηκε σε δείγμα 201 επιχειρήσεων-μελών του ΕΒΕΘ το διάστημα 10-19 Ιανουαρίου, το 41% των συμμετεχουσών επιχειρήσεων εκτιμά ότι θα επανέλθει στην κανονικότητα όχι νωρίτερα από το 2023, ενώ για μια στις δύο επιχειρήσεις (ποσοστό 52%), ως γενικότερο πρόβλημα θεωρείται η έλλειψη ρευστότητας.
Την ίδια στιγμή, αύξηση των δανειακών αναγκών τους κατά το επόμενο τρίμηνο προβλέπει το 30% των επιχειρήσεων που απάντησαν στην έρευνα, ενώ σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων στον κλάδο τους, δυσμενέστερη κατάσταση (με αύξηση των επισφαλειών, πτωχεύσεων κλπ) προβλέπει το 43%. «Σύμφωνα με τις επιχειρήσεις που απάντησαν, η κάλυψη των δανειακών αναγκών τους από το τραπεζικό σύστημα γίνεται λίγο-πολύ με τους ίδιους όρους καθ’ όλο το διάστημα της πανδημίας, και φαίνεται, από τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων να μην καλύπτει τις αυξανόμενες ανάγκες τους», τονίζει σε ανακοίνωσή του το ΕΒΕΘ.
«Η ιδιαίτερα υψηλή αύξηση του ενεργειακού κόστους έχει αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων, αφού έξι στις δέκα δηλώνουν ότι ο αρνητικός αντίκτυπος αξιολογείται από πολύ έως πάρα πολύ ισχυρός», αναφέρει μια ακόμη έρευνα, αυτή τη φορά του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της ΕΣΕΕ.
Μάλιστα, σύμφωνα με την λόγω έρευνα, η οποία είδε πριν από μερικές εβδομάδες το φως της δημοσιότητας, σε επιμέρους κλαδικό επίπεδο, υψηλότερη επιβάρυνση φαίνεται να έχουν τα τρόφιμα εξαιτίας και της φύσης της λειτουργίας τους, αφού στηρίζονται στη συστηματικότερη χρήση συσκευών υψηλής ενεργειακής κατανάλωσης (π.χ. ψυγεία). Αντίθετα, σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις ένδυσης υπόδησης εκτιμούν ότι θα επηρεαστούν μεν από την αύξηση του ενεργειακού κόστους αλλά σε μέτριο βαθμό.
«Οι επιμέρους κλάδοι που επηρεάζονται εντονότερα, άμεσα ή έμμεσα, είναι λιγότερο πιθανό να απορροφήσουν τις αυξήσεις των τιμών», προβλέπει το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, αναφερόμενο στους κλάδους των τροφίμων και του οικιακού εξοπλισμού.
«Το αυξημένο κόστος της ενέργειας και της μεταφοράς είναι οι δύο βασικοί παράγοντες ανησυχίας για την αγορά, που δεν αναμένει αποκλιμάκωση του πληθωρισμού από τα επίπεδα του 5%, πριν το πρώτο τετράμηνο του έτους και βασίζεται στη συνέχεια των επιδοτήσεων λογαριασμών και τη διάρκεια των οικονομικών μέτρων στήριξης από την κυβέρνηση. Σημειωτέον πως, το ενεργειακό κόστος σε πολλές εμπορικές και άλλες επιχειρήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας και, κυρίως, του κλάδου τροφίμων, αντιπροσωπεύει σχεδόν το 20% των μηνιαίων εξόδων τους», σχολίασε πρόσφατα, σε δήλωσή του, ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής και του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης.