Τα απολογιστικά στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνουν κάτι ενδιαφέρον: Το δίμηνο Αυγούστου – Σεπτεμβρίου τα ελληνικά ομόλογα δεν στηρίχθηκαν με αγορές από την ΕΚΤ .
Αντίθετα, οι μικρές λήξεις στο διάστημα αυτό, κάτι λιγότερο από 1 δισ. ευρώ, έμειναν ανοικτές μειώνοντας ισόποσα τον ισολογισμό της ΕΚΤ με τα ελληνικά ομόλογα κάτω από τα 39 δισ. ευρώ. Το ενδιαφέρον είναι ότι στο διάστημα αυτό παρά τις δραματικές πιέσεις που ασκήθηκαν λόγω της επικείμενης νέας αύξησης των επιτοκίων από την ΕΚΤ, τόσο τα spreads, όσο και οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, αυξήθηκαν μεν αλλά... διακριτικά.
Και αυτό, η πολύ μικρή δηλαδή διακύμανση των τιμών τους, δεν οφείλεται σε παρέμβαση στήριξης από την ΕΚΤ, αφού δεν υπήρξαν κινήσεις επανεπένδυσης κεφαλαίων μέσω του PEPP, αλλά το αντίθετο υπήρξε μικρή απόσυρση κεφαλαίων της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα.
Το «νέο» είναι ενθαρρυντικό σε κάθε περίπτωση, αν και η διαθεσιμότητα ελληνικών «χαρτιών» στην αγορά είναι περίπου μηδενική, γεγονός που υποχρεώνει τον ΟΔΔΗΧ να επανέλθει με άνοιγμα παλαιότερων εκδόσεων και διεύρυνση εκδόσεων εντόκων γραμματίων εις βάρος των αρχικά προγραμματισμένου όγκου ομολογιακών εκδόσεων.
Πληροφορίες του insider.gr αναφέρουν ότι ο προγραμματισμός των σχετικών εκδόσεων ακολουθεί μία εξαιρετικά προσεκτική πορεία σε συνάρτηση πάντα με την κατάσταση στις αγορές και τις προθέσεις της ΕΚΤ για παρεμβάσεις αποφυγής κατακερματισμού της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων. Ενδεικτικό πάντως της σχετικής κατάστασης είναι το γεγονός – παράδοξο – ότι και στη γειτονική Ιταλία, παρά τις εκλογικές διαδικασίες του περασμένου μήνα και τις αναμενόμενες πιέσεις στο δημόσιο χρέος, η ΕΚΤ επίσης δεν παρενέβη για στήριξη.
Προφανώς η στάση της διαμορφώνεται τόσο από τη συνολική εικόνα της αγοράς όσο και από τα ανοιχτά κανάλια επικοινωνίας με το τραπεζικό σύστημα όσον αφορά τις ανάγκες και την «κυκλοφορία» του δημόσιου χρέους σαν εγγυητικό χαρτί του τραπεζικού συστήματος για πράξεις και κινήσεις στην περιοχή του ιδιωτικού χρέους.
Αυτή η πτυχή της λειτουργικότητας του δημόσιου χρέους στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα έχει περάσει κυρίως μέσα από τις εγγυήσεις – περί τα 20 δισ. ευρώ – που έχει «πουλήσει» στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα για να ανοίξει η αγορά των τιτλοποιήσεων των «κόκκινων δανείων». Εξ αυτού και η ανάγκη διατήρησης του αποθεματικού των 40 περίπου δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 15 δισ. ευρώ αποτελούν υπόλοιπο του τελευταίου μνημονιακού δανείου από τον ESM.
Η συνολική κατάσταση πάντως τόσο διεθνώς όσο και στην Ευρώπη της αγοράς ομολόγων σε κάθε περίπτωση επιδεινώνεται από τη συνδυασμένη αύξηση των επιτοκίων. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Bloomberg, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους διεθνώς έχει αυξηθεί κατά ένα και κάτι τρισ. δολάρια από τις αυξήσεις επιτοκίων των Κεντρικών Τραπεζών και θα συνεχίσει να αυξάνεται...