Σε αναπτυξιακούς ρυθμούς επέστρεψε, τον Ιανουάριο, η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη, σε μια ένδειξη ότι η οικονομία της θα μπορούσε να αποφύγει την ύφεση το τρέχον τρίμηνο, παραμένοντας σε ανοδική πορεία.
Ειδικότερα, ο δείκτης PMI της S&P Global - ο οποίος συνιστά «βαρόμετρο» για τη γενική κατάσταση της οικονομίας - «σκαρφάλωσε» στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων επτά μηνών, φθάνοντας στις 50,3 μονάδες τον Ιανουάριο από τις 49,3 μονάδες του Δεκεμβρίου.
Υπενθυμίζεται ότι το τελευταίο τρίμηνο του 2022, τα στοιχεία της Eurostat έδειξαν ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, καθώς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,1%.
Όσον αφορά στα τελευταία στοιχεία για τον PMI, να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά από τον Ιούνιο που ο δείκτης περνά το όριο των 50 μονάδων (που διαχωρίζει την ανάπτυξη από την ύφεση).
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της S&P Global Market Intelligence, Chris Williamson, έκανε λόγο για «ευπρόσδεκτα νέα» που δείχνουν ότι η Ευρωζώνη θα μπορούσε να ξεφύγει από μία ενδεχόμενη ύφεση.
«Με τις πιέσεις των τιμών να μειώνονται αισθητά τους τελευταίους μήνες, τους περιορισμούς της προσφοράς να χαλαρώνουν και τις βραχυπρόθεσμες ανησυχίες στην αγορά ενέργειας να μετριάζονται από τις επιδοτήσεις, τις χαμηλότερες τιμές και τον ζεστό χειμώνα, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη έχει επίσης διαμορφωθεί υψηλότερα, ενισχύοντας τις ελπίδες ότι η ανάκαμψη θα επιταχυνθεί τους επόμενους μήνες» συμπλήρωσε ο ίδιος.
Παράλλληλα, ο PMI υπηρεσιών ενισχύθηκε στις 50,8 μονάδες από τις 49,8 μονάδες του προηγούμενου μήνα, ξεπερνώντας τη «γραμμή» των 50 μονάδων για πρώτη φορά από τον Ιούλιο.
Πάντως, ο Chris Williamson έσπευσε να τονίσει ότι «είναι πολύ νωρίς να παραβλεφθούν τελείως οι κίνδυνοι για ύφεση».
«Ειδικότερα, ο αντίκτυπος των υψηλότερων επιτοκίων στην οικονομική ανάπτυξη δεν έχει γίνει ακόμη πλήρως αισθητός» επεσήμανε.
Τα τελευταία στοιχεία έρχονται στη δημοσιότητα στον απόηχο της χθεσινής απόφασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για την αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης και του μηνύματος που εξέπεμψε ότι «υπάρχει ακόμα δρόμος» μέχρι την επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό στο 2%.