Σημαντική αποκλιμάκωση του χονδρεμπορικού κόστους ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, η οποία ωστόσο δεν ωφελήθηκε τόσο όσο άλλα κράτη-μέλη από την ύφεση της ενεργειακής κρίσης, δείχνουν τα στοιχεία της ΡΑΕ για το 1ο τρίμηνο του έτους. Είναι ενδεικτικό ότι το 1ο τρίμηνο έκλεισε με την ελληνική αγορά Επόμενης Ημέρας να καταγράφει πτώση 34% σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2022.
Με δεδομένο ότι οι λιανικές τιμές ρεύματος παραμένουν σε περίπου σταθερά επίπεδα, μέσω των επιδοτήσεων που δίνονται σε μηνιαία βάση, η σημαντικότερη επίδραση της «βουτιάς» της χονδρεμπορικής αγοράς ήταν η ανάλογη «βουτιά» στις κρατικές ενισχύσεις και, κατά συνέπεια, στα ποσά που χρειάστηκε να επιστρατευθούν εντός του έτους για να χρηματοδοτηθεί η στήριξη των νοικοκυριών. Ωστόσο, η υποχώρηση δεν ήταν τέτοια ώστε η Ελλάδα να προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για το 1ο τρίμηνο.
Αντίθετα, το εγχώριο χονδρεμπορικό κόστος κατέλαβε τη δεύτερη υψηλότερη θέση στην Ε.Ε., με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 156,95 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως και τις 31 Μαρτίου 2023. Μόνη ακριβότερη στο ίδιο διάστημα ήταν η Ιταλία, με 157,3 ευρώ ανά MWh, ενώ μετά τη χώρα μας ακολούθησε σε «απόσταση αναπνοής» η Ιρλανδία, με μέση τιμή στα 155,42 ευρώ ανά MWh.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αέριο: Σε μηδενική βάση η επαναξιολόγηση του project για την αποθήκη Καβάλας - «Κλειδί» το υδρογόνο
«Βαρίδι» το ειδικό τέλος στο αέριο
Αν και η «επίδοση» των 156,95 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, της χώρας μας για το 1ο τρίμηνο, δεν σηματοδοτεί προφανώς την «επιστροφή» στην κανονικότητα, σημαίνει ότι ήδη από τις αρχές του 2023 η Ελλάδα (όπως και η υπόλοιπη Ευρώπη) απομακρύνεται σταδιακά από το απόγειο της κρίσης. Είναι ενδεικτικό ότι το 1ο τρίμηνο του 2022, η εγχώρια αγορά είχε κλείσει στα 237,23 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, επηρεαζόμενη από την περαιτέρω εκτίναξη των τιμών του αερίου που προκάλεσε η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του προηγούμενου έτους.
Όπως στην όξυνση της κρίσης, έτσι και στην ύφεσή της, κύριος «μοχλός» αποτελεί η μεταβολή της τιμής του αερίου. Απόδειξη ότι στον ολλανδικό εικονικό κόμβο, το συμβόλαιο επόμενου μήνα σημείωσε μέσα σε ένα τρίμηνο «βουτιά» κατά 55%, κλείνοντας τον Δεκέμβριο στα επίπεδα των 122 ευρώ ανά MWh και τον Φεβρουάριο των 53 ευρώ ανά MWh.
Στο ερώτημα γιατί η ελληνική αγορά δεν συμπαρασύρθηκε σε μία ανάλογη «βουτιά» πάνω από 50%, αλλά η μείωση περιορίστηκε περίπου στο 35%, στελέχη του κλάδου επισημαίνουν τον ρόλο που έπαιξε μία νέα αρνητική παράμετρος η οποία τέθηκε σε εφαρμογή στο τέλος του 2022, με την επιβολή του ειδικού τέλους των 10 ευρώ ανά Μεγαβατώρα για τις ποσότητες αερίου οι οποίοι καταναλώνονται για ηλεκτροπαραγωγή. Κι αυτό γιατί το τέλος, το οποίο παρέμεινε με τη «φόρμουλα» του σταθερού «καπέλου» περίπου μέχρι τα μέσα Μαρτίου, πρόσθεσε μία σημαντική επιβάρυνση στη λειτουργία των μονάδων αέριου, αυξάνοντας το κόστος κάθε Μεγαβατώρας ηλεκτρικής ενέργειας περί τα 22-22 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, έως και πριν από λίγες εβδομάδες.
Μάλιστα, όσο μειώνονταν οι διεθνείς τιμές του καυσίμου τόσο αυξανόταν η ποσοστιαία συμμετοχή αυτού του «καπέλου» στη διαμόρφωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας από τις εγχώριες μονάδες αερίου, φτάνοντας για παράδειγμα έως τα μέσα Μαρτίου να αυξάνει το κόστος του αερίου για ηλεκτροπαραγωγή κατά 15% περίπου. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από τα μέσα του προηγούμενο μήνα, όταν ξεκίνησε να εφαρμόζεται η αλλαγή στη «φόρμουλα» υπολογισμού του ειδικού τέλους, το «καπέλο» αυτό περιορίστηκε στα 2,6 ευρώ ανά MWh αερίου, από 10 ευρώ.
«Σύμμαχος» η ενίσχυση των ΑΠΕ
Όσον αφορά τη διατήρηση των εγχώριων χονδρεμπορικών τιμών σε υψηλά επίπεδα και το 2023, στην παραπάνω αρνητική παράμετρο προστίθεται επίσης το μοντέλο τιμολόγησης στη χώρα μας του αερίου (month-ahead), κάτι που σημαίνει ότι κάθε μήνας «τρέχει» με το κόστος του αερίου σε μεγάλο βαθμό «κλειδωμένο» στην τιμή που έκλεισε τον προηγούμενο μήνα το προθεσμιακό συμβόλαιο στον ολλανδικό εικονικό κόμβο. Αυτό συνεπάγεται ότι η ελληνική αγορά καθυστερεί να ενσωματώσει την πτώση στις διεθνείς τιμές του αερίου, η οποία συνεχίστηκε σχεδόν αδιάπτωτα τους πρώτους μήνες του έτους.
Επίσης, σημαντική είναι η υψηλή εξάρτηση των εγχώριων χονδρεμπορικών τιμών από το αέριο, η οποία με τη σειρά της οφείλεται στην περιορισμένη (σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη) εγκατεστημένη ισχύ ΑΠΕ. Εντός του 2023, το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό ατόνησε μόνο τον Μάρτιο, όταν η μειωμένη ζήτηση έδωσε τη δυνατότητα στις ανανεώσιμες πηγές να εκτοπίσουν σε μεγάλο βαθμό τις θερμοηλεκτρικές μονάδες.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό και με την αλλαγή στον υπολογισμό του τέλους στο αέριο για ηλεκτροπαραγωγή, είχε ως συνέπεια η Ελλάδα τον Μάρτιο να υποχωρήσει στην 4η ακριβότερη αγορά, με μέσο όρο για τον συγκεκριμένα μήνα στα 122,24 ευρώ ανά MWh. Πάνω από τη χώρα μας τον προηγούμενο μήνα βρέθηκαν η Ιρλανδία (145,27 ευρώ/MWh), η Ιταλία (136,35 ευρώ/MWh) και η Μάλτα (126,04 ευρώ/MWh).