Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ προχθές 19/4 έκανε μία ενδιαφέρουσα παρουσίαση του πως «σκέπτεται» η Ευρωτράπεζα και λίγο - πολύ, εξήγησε, με μία σειρά εξαιρετικά διαφωτιστικών διαγραμμάτων, τα επόμενα βήματά της.
Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι ο υποκείμενος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη συνεχίζει να είναι ισχυρός, οι αιτίες που τον τροφοδοτούν παραμένουν εν ενεργεία. Και η ΕΚΤ δεν έχει περιθώριο άλλο από το να προχωρήσει σε εκ νέου σημαντική αύξηση των επιτοκίων. Θα ήταν μάλλον ρεαλιστικό να υποθέσουμε ότι η επόμενη αύξηση των επιτοκίων θα κυμανθεί στα όρια της μισής μονάδας (0,5%).
Στην ακόλουθη διεύθυνση μπορεί να εξετάσει κανείς τα επίπεδα που κυμαίνονται οι τάσεις στα συγκεκριμένα μεγέθη: Challenges for monetary policy at times of high inflation (europa.eu). (Το πλήθος των διαγραμμάτων δεν επιτρέπει την αναπαραγωγή τους στο σημείωμα αυτό, αλλά είναι εύκολη η πρόσβαση σ’ αυτό στην διεύθυνση που παρατίθεται).
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Γιατί αδιαφορούν στην Αθήνα, αρχές – τραπεζίτες, για τις αλλαγές στο σύστημα «διάσωσης» τραπεζών;
Ο εύγλωττος τίτλος της παρουσίασης της κας Σνάμπελ ήταν «Οι προκλήσεις για την νομισματική πολιτική σε καιρούς υψηλού πληθωρισμού». Με εξαιρετική ευκρίνεια η κα Σνάμπελ αποκαλύπτει τα διαγράμματα με τα οποία έχουν δουλέψει οι υπηρεσίες ανάλυσης της ΕΚΤ από τα οποία προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Το μοναδικό στοιχείο που συμβάλει στην αποκλιμάκωση του ονομαστικού πληθωρισμού τον Μάρτιο στο 6,9% από το 8,5% του Φεβρουαρίου είναι οι τιμές της ενέργειας.
- Αντίθετα τα στοιχεία που συμβάλουν στην συνεχιζόμενη ανοδική τάση του υποκείμενου πληθωρισμού – αυτού του δείκτη που η κα Λαγκάρντ εδώ και καιρό είχε συμβουλέψει να προσέχουμε πλέον – είναι οι τιμές των τροφίμων, των υπηρεσιών και …τα υψηλά περιθώρια κέδρους των επιχειρήσεων.
- Προβλέπει δε ότι μέσα στο 2023 και στο 2024, ακριβώς λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης των τιμών στα προηγούμενα στοιχεία, θα ενισχυθεί και η τάση αύξησης των μισθών, κάτι που όσο αφορά τους μισθούς που προκύπτουν από διαπραγματεύσεις έχουν ήδη αρχίσει να αυξάνονται.
- Κανένας από τους παράγοντες αυτούς δεν δείχνει τάσεις αποκλιμάκωσης, αλλά το αντίθετο.
Η αναστροφή της ποσοτικής χαλάρωσης
Παράλληλα καταγράφεται με σαφήνεια ότι η ΕΚΤ έχει ήδη αρχίσει την απόσυρση της «υπερβάλλουσας» ρευστότητας, που είχε διαχυθεί στο σύστημα με το APP, το PEPP και τα προγράμματα ΤLTROs. Αυτό γίνεται μέσω της σταδιακής μη επανεπένδυσης των λήξεων του προγράμματος APP, της σταδιακής απόσυρση των επιδοτούμενων χρηματοδοτήσεων από τα προγράμματα TLTROs, ενώ προβλέπεται (στις προβολές των διαγραμμάτων) η σταδιακή απόσυρση και των πόρων από το PEPP (που αφορούν και στην Ελλάδα).
Όσον αφορά την πλήρη απόσυρση των επιδοτούμενων δανείων (TLTROs) διαφαίνεται η πρόθεση της ΕΚΤ να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο μέσα στους επόμενους 12 μήνες… Το ενδιαφέρον είναι ότι η εικόνα που παρουσιάζει η κα Σνάμπελ δεν κρύβει τους κινδύνους της «επόμενης ημέρας» για το τραπεζικό σύστημα.
Αντίθετα, στα δύο τελευταία διαγράμματα αποτυπώνει με σαφή τρόπο το εύρος της …ευπάθειας του τραπεζικού συστήματος, μέσω της καταγραφής των assets που η οικονομική επιβράδυνση επηρεάζει αρνητικά τις αξίες τους και «συνθλίβει» την ονομαστική κεφαλαιακή τους επάρκεια. Αυτό δεν αφορά μόνο στην αγορά ακινήτων (αύξηση NPLs – Npes), που ήδη οι σχετικές κραυγές αγωνίας ακούγονται μέσω του οικονομικού τύπου στην Γερμανία, αλλά και όλων των επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, που απαξιώνονται με την αύξηση των επιτοκίων όπως έδειξε η τραπεζική κρίση του Μαρτίου.
Θα μπορούσε η παρουσίαση της κας Σνάμπελ να έχει ως εναλλακτικό τίτλο «γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε …διαφορετικά».