Περιορισμένη θα είναι η επιβάρυνση των μέτρων για τις καταστροφικές πυρκαγιές στους δημοσιονομικούς στόχους, σύμφωνα με σχετική ανάλυση της Eurobank. Ο αντίκτυπος θα είναι μικρός αφενός διότι ένα μεγάλο μέρος της στήριξης θα προέλθει από τα ευρωπαϊκά ταμεία, αφετέρου υπάρχει «μαξιλάρι» στον εθνικό προϋπολογισμό.
Επίσης, σημειώνει η Eurobank, τα δημόσια έσοδα υπερβαίνουν συνεχώς τους στόχους, προσφέροντας περιθώρια ελιγμού για ενίσχυση των μέτρων στήριξης, χωρίς να αποκλίνει η χώρα από τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 0,7% του ΑΕΠ. Βέβαια, αυτό σημαίνει αυτόματα ότι αναστέλλονται άλλα μέτρα στήριξης εναντίον της ακρίβειας, όπως για παράδειγμα το Market Pass, το οποίο θα παραταθεί μέχρι το τέλος του έτους και θα διπλασιαστεί μόνο για τους πληγέντες από τις φυσικές καταστροφές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, σημειώνει, η Eurobank, ενδέχεται να συρρικνωθεί η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλές αποδοχές ενόψει ενός δύσκολου χειμώνα.
Ενδεικτικά, αναφέρει ότι οι τιμές των καυσίμων ανεβαίνουν, το κόστος των τροφίμων είναι ήδη υψηλό και ίσως ανέβει περαιτέρω μετά τις πλημμύρες, τα επιτόκια δανεισμού κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνουν υψηλά για αρκετό διάστημα ακόμα, ενώ επίσης πρόκειται για τον τρίτο συναπτό χειμώνα πληθωριστικών πιέσεων. Συνεπώς, αυτά τα μέτρα στήριξης που αναιρούνται μπορεί να πλήξουν τα χαμηλόμισθα νοικοκυριά.
Στο πεδίο του πληθωρισμού, η Eurobank θεωρεί πιθανή μία νέα άνοδο λόγω της καταστροφής της παραγωγής και των υποδομών, η οποία θα οδηγήσει σε ελλείψεις. Εντονότερες πιέσεις αναμένονται στα τρόφιμα, δεδομένου ότι η Θεσσαλία παίζει σημαντικό ρόλο στην εθνική παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Τέλος, σε ό,τι αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, οι αναλυτές αναφέρουν πως η κατεστραμμένη παραγωγή θα πρέπει να αντικατασταθεί από εισαγωγές, ενώ η ζημία στις παραγωγικές δυνατότητες θα επιβαρύνουν τις εξαγωγές. Σημαντικός είναι και ο κίνδυνος μόνιμης αλλαγής στις εμπορικές συναλλαγές της Θεσσαλίας, η οποία όταν ανακάμψει ίσως χρειαστεί να βρει καινούργιους εμπορικούς εταίρους.
Το μέγεθος της ζημίας
Η ετήσια ζημία που προκλήθηκε στην ελληνική γεωργία και τη βιομηχανία της Θεσσαλίας εκτιμάται περίπου στα 0,6 δισ. ευρώ και στα 0,7 δισ. ευρώ σε τιμές αγοράς βάσει της συμβολής των δύο τομέων στο εθνικό ΑΕΠ και της πλημμυρισμένης έκτασης. Σύμφωνα με την Eurobank, όμως, το μέγεθος της καταστροφής δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια, αφού δεν σημαίνει ότι θα χαθεί πλήρως η ετήσια παραγωγή και στους δύο αυτούς κλάδους. Στη μεταποίηση για παράδειγμα είχε ήδη πουληθεί μέρος της παραγωγής μέχρι το πέρασμα της κακοκαιρίας. Επίσης, ένα μεγάλο μέρος -εάν όχι όλο- από τη ζημία θα αναπληρωθεί από μέτρα δημοσιονομικής στήριξης.
Παράλληλα, το κόστος της καταστροφής ενδέχεται να αυξηθεί λόγω των αποθεμάτων που πλημμύρισαν στους αποθηκευτικούς χώρους. Και βέβαια, τεράστιο είναι το κόστος της ζημίας στα κτίσματα, από κατοικίες μέχρι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διακομιδής. Σημειώνεται ότι βάσει των πρώτων εκτιμήσεων πλημμύρισε περίπου το 23% της γης που αξιοποιείται για γεωργία και βιομηχανία. Υπολογίζεται ότι η Θεσσαλία συμβάλλει στο 5,3% του ΑΕΠ της Ελλάδας και στο 6,4% της συνολικής απασχόλησης. Από το μερίδιο αυτό, το 13% έρχεται από τη γεωργία, τη δασοκομία και την αλιεία και το 13,4% από την μεταποίηση, δηλαδή τους τομείς με τις μεγαλύτερες ζημίες από τις πλημμύρες.