Η παραγωγή και μεταφορά υδρογόνου αποτελεί μέρος του REPowerEU, του σχεδίου της επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης και της μείωσης της εξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και αναμένεται να κινητοποιήσεις επενδύσεις μεγάλης κλίμακας τόσο για την μεταφορά όσο και για την αξιοποίησή του.
Η κλιμάκωση της παραγωγικής ικανότητας και της δυνατότητας εισαγωγής υδρογόνου, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης για συλλογική παραγωγή — έως το 2030 — έως και 10 εκατ. τόνων ετησίως εγχώριου υδρογόνου και η εισαγωγή επιπλέον 10 εκατομμύρια τόνους ανά έτος ετησίως από πιθανές εξαγωγικές περιοχές θεωρείται αρκετά φιλόδοξη και αντιμετωπίζει συγκεκριμένες προκλήσεις. Αυτές φορούν στην χρήση της οικονομικότερης δυνατόν τεχνολογίας και μεταφοράς, της βιωσιμότητας των έργων και των πραγματικών δυνατοτήτων χρηματοδότησης τέτοιων έργων.
Πρόσφατη μελέτη της περιβαλλοντικής οργάνωσης Clean Air Task Force (CATF) υποστηρίζει ότι η διεύρυνση της χρήσης μπλε υδρογόνου (δηλαδή του υδρογόνου που παράγεται από φυσικό αέριο) θεωρείται πιο ρεαλιστικό σενάριο από την μετάβαση στο πράσινο υδρογόνο, το οποίο βασίζεται στην ηλεκτρόλυση που τροφοδοτείται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας , όπου το νερό χωρίζεται σε υδρογόνο και οξυγόνο. Η ίδια μελέτη, αναφέρει ότι ο στόχος παραγωγής των 10 εκατ. τόνων ετησίως και της εισαγωγής άλλων 10 τόνων σε επίπεδο ΕΕ θα πρέπει να επανεκτιμηθεί.
«Η Ευρώπη θα πρέπει να επανεξετάσει τις προβλέψεις της για τη ζήτηση υδρογόνου για να αναπτύξει ρεαλιστικές εκτιμήσεις», αναφέρει ο οργανισμός, σχολιάζοντας τις πολιτικές επιπτώσεις των αποτελεσμάτων της μελέτης.
Τα σχέδια της ΕΕ για την ανάπτυξη υδρογόνου θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς «όπου δεν υπάρχουν επί του παρόντος διαθέσιμες άλλες ενεργειακά αποδοτικές ή οικονομικά αποδοτικές επιλογές απαλλαγής από τον άνθρακα. Σε αυτούς συγκαταλέγονται τομείς που χρησιμοποιούν ήδη υδρογόνο ως χημική πρώτη ύλη σήμερα, όπως η παραγωγή αμμωνίας, η μεθανόλη και η διύλιση, καθώς και εκείνοι που μπορεί να είναι εμπορικά αδύνατο να απαλλαγούν από τον άνθρακα χωρίς καθαρό υδρογόνο στο μέλλον, όπως οι βαριές μεταφορές (με φορτηγά, αεροπορία, ναυτιλία) και ο χάλυβας Greenfield (πρωτογενής).
Απουσιάζει ένα αναγνωρισμένο σύστημα πιστοποίησης καθαρού υδρογόνου
Αν και αρκετοί διεθνείς όμιλοι και εθνικές κυβερνήσεις εργάζονται για την ανάπτυξη μεθοδολογιών για την πιστοποίηση καθαρού υδρογόνου και αμμωνίας, η έλλειψη σαφών προτύπων και διεθνώς αναγνωρισμένου συστήματος πιστοποίησης παραμένει σημαντικό εμπόδιο για τις επενδύσεις σε νεοφυείς αγορές υδρογόνου.
Απαιτείται περαιτέρω εργασία για την κατανόηση των αναγκών υποδομής και του κόστους που σχετίζεται με την κατασκευή συστημάτων αποθήκευσης και διανομής για την παροχή υδρογόνου στους τελικούς χρήστες. Το υδρογόνο θα πρέπει να παραδίδεται με αξιόπιστο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο στους τελικούς χρήστες. Το κόστος και οι προκλήσεις του «τελευταίου μιλίου» είναι δυνητικά σημαντικές και αξίζουν την προσοχή των υπευθύνων χάραξης πολιτικής.
Λόγω των προκλήσεων που παρουσιάζονται οι φυσικές ιδιότητες του υδρογόνου, απαιτεί τη μετατροπή του σε μεταφορέα για μεταφορά μέσω θαλάσσιας ναυσιπλοΐας. Η αμμωνία είναι από τους πιο πολλά υποσχόμενους φορείς υδρογόνου, ωστόσο, απαιτεί την απελευθέρωση του μορίου του υδρογόνου μέσω μιας διαδικασίας γνωστής ως «πυρόλυση αμμωνίας» κατά την άφιξη σε ένα λιμάνι. Αυτή η διαδικασία αφυδρογόνωσης απαιτεί σημαντικές εισροές ενέργειας.
Η μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ευρώπη και η χρήση του για την παραγωγή υδρογόνου στο σημείο εισαγωγής (με εισροές ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα, αυστηρό έλεγχο εκπομπών μεθανίου και δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα) θα είναι πιθανώς πιο εφικτή και οικονομικά αποδοτική από την εισαγωγή υδρογόνο χαμηλών εκπομπών άνθρακα από μακρινούς προμηθευτές. Αυτή η επιλογή δεν εξετάστηκε σε αυτήν τη μελέτη, αλλά χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, ειδικά επειδή οι χώρες της ΕΕ κατασκευάζουν επί του παρόντος μια εκτεταμένη υποδομή εισαγωγής LNG μετά τη διαταραχή στις ευρωπαϊκές αγορές φυσικού αερίου στις αρχές του 2022.
Ως προς τις επενδύσεις που θα χρειαστούν, η μελέτη αναφέρει ότι οι πόροι θα πρέπει να αξιοποιηθούν για να δοθεί προτεραιότητα στις πιο ελπιδοφόρες και οικονομικά αποδοτικές τεχνολογίες πρώτα, αναγνωρίζοντας ότι, ενώ η ύπαρξη επιλογών είναι σημαντική, είναι επίσης σημαντική η αποφυγή δαπανηρών επενδύσεων σε υποδομές που είναι εγγενώς αναποτελεσματικές ή απίθανο να χρησιμοποιηθούν. Η πραγματικότητα είναι ότι θα χρειαστούν πρόσθετες τεχνολογίες και μια βαθύτερη αλλαγή παραδείγματος για να επιτευχθεί ουδετερότητα εκπομπών στην Ευρώπη.