Αν και η ενεργειακή κρίση είχε καταλυτική επίδραση στις τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου τον προηγούμενο χειμώνα, από την άποψη της ασφάλειας εφοδιασμού η «Γηραιά Ήπειρος» δεν αντιμετώπισε προβλήματα, όπως σημειώνει σε έκθεσή του ο ACER (Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας).
Σκοπός της μελέτης είναι να αντληθούν συμπεράσματα και διδάγματα από την ενεργειακή κρίση, όπως αναφέρει ο ACER, αναλύοντας τις επιπτώσεις που αυτή είχε τόσο στο σύνολο του ενεργειακού συστήματος της Ευρώπης, όσο και σε κάθε κράτος-μέλος ξεχωριστά. Όσον αφορά την Ελλάδα, η έκθεση αναφέρει πως η μεγαλύτερη απειλή ήταν ενδεχόμενες ελλείψεις σε προμήθεια φυσικού αερίου, οι οποίες θα επηρέαζαν αρνητικά και την παραγωγή ρεύματος, με δεδομένο ότι το αέριο είναι βασικό καύσιμο στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής.
Σύμφωνα με τον ACER, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να αποσοβήσει αυτό τον κίνδυνο, αυξάνοντας καταρχάς τις δυνατότητες «υποδοχής» LNG, με την προσθήκη μίας τέταρτης πλωτής δεξαμενής (FSU) στο τερματικό σταθμό του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα. Με αυτό τον τρόπο, η δυναμικότητα του τερματικού αυξήθηκε από 222 εκατ. κυβικά μέτρα σε 375 εκατ.
Κίνητρα για εξοικονόμηση
Επίσης, η χώρα μας προχώρησε στην αποθεματοποίηση αερίου σε αποθήκες στη Βουλγαρία και την Ιταλία, ενώ παράλληλα αύξησε τα αποθέματα ντίζελ στις ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες αερίου που μπορούν να λειτουργήσουν και με το συγκεκριμένο καύσιμο. Παράλληλα, αναθεώρησε το πρόγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων, ενώ επικαιροποίησε και το Σχέδιο Προληπτικής Δράσης, με τα «αντίμετρα» για το ενδεχόμενο εμφάνισης διαταραχών στις εισαγωγές αερίου.
Όπως υπογραμμίζει ο Σύνδεσμος, η ελληνική κυβέρνηση εφάρμοσε επίσης μέτρα με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής εξοικονόμησης, με την έναρξη ενημερωτικών εκστρατειών για την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με αλλαγές στην καθημερινότητα, που περιορίζουν την κατανάλωση. Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται ειδική αναφορά στο microsite που ανέπτυξε η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), το οποίο επιτρέπει στους καταναλωτές να υπολογίσουν το ύψος των λογαριασμών τους και την κατανάλωση του οικιακού τους εξοπλισμού.
Βουτιά στη ζήτηση για ρεύμα
Επιπλέον, η κυβέρνηση έδωσε περαιτέρω κίνητρα για τον περιορισμό της ενεργειακής κατανάλωσης, με τη χορήγηση επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος σε εκείνα τα νοικοκυριά που η μέση κατανάλωσή τους μειώθηκε κατά 15% σε ετήσια βάση.
«Σύμμαχος» των παραπάνω μέτρων ήταν οι ήπιες καιρικές συνθήκες, που επικράτησαν κατά τη διάρκεια του χειμώνα 2022-2023. Ως αποτέλεσμα, η χειμερινή περίοδος κύλησε χωρίς να υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα επάρκειας σε ενεργειακά προϊόντα.
Η μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρισμού ήταν ιδιαίτερη σημαντική, καθώς σε σύγκριση με τον χειμώνα 2021-2022, η ζήτηση ελαττώθηκε τους μήνες Νοέμβριο, Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο, 9,96%, 13,32%, 13,58%, 2% και 15,45% αντίστοιχα. Ανάλογη ήταν και η μεταβολή της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τις θερμοηλεκτρικές μονάδες (λιγνίτη και αερίου), με τη βουτιά να αγγίζει το 36,71% για το διάστημα Ιανουάριος – Μάρτιος 2023, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του αμέσως προηγούμενου έτους. Στο ίδιο διάστημα αναφορά, η παραγωγή από ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 10,34%.
Τα ευρωπαϊκά «αντίδοτα»
Από την άποψη της ενεργειακής ασφάλειας, ανάλογη ήταν η εικόνα και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με τον περασμένο χειμώνα να κυλά ομαλά. Η «ανθεκτικότητα» της Ευρώπης, σύμφωνα με τον ACER πρέπει να πιστωθεί στις ήπιες καιρικές συνθήκες, την «αρχιτεκτονική» της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, τα μέτρα που έλαβαν όλα τα κράτη-μέλη, αλλά και την ανταπόκριση πολιτών και επιχειρήσεων τόσο στις ενημερωτικές εκστρατείες όσο και στα «σήματα» των υψηλών λιανικών τιμών.
«Κάνοντας έναν απολογισμό για το πώς εξελίχθηκε η ενεργειακή κρίση, ένα βασικό συμπέρασμα είναι ότι η ολοκλήρωση και η υψηλή διασύνδεση της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας έπαιξε ζωτικό ρόλο στη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού. Οι προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου αντικαταστάθηκαν γρήγορα χάρη στην αυξημένη χρήση και κοινή χρήση υποδομών σε όλη την επικράτεια της Ε.Ε», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Υπό την ίδια λογική, η Εσωτερική Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας εξασφάλισε την αξιοποίηση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων με όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικό τρόπο, ώστε τα πλεονάσματα ηλεκτρικής ενέργειας να κατευθυνθούν εκεί όπου ήταν αναγκαίο. Ως ενδεικτικό παράδειγμα για τη σημασία των διασυνδέσεων, ο Σύνδεσμος επικαλείται την περίπτωση της Γαλλίας –μίας χώρας που παραδοσιακά είναι εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας– για την οποία οι μεγάλες εισαγωγές ρεύματος από τα γειτονικά κράτη αποτέλεσαν το «κλειδί» για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα προσφοράς.
Αβεβαιότητες για τον επικείμενο χειμώνα
Αποτιμώντας την κατάσταση στην οποία βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές, ο ACER υπογραμμίζει πως τα «σήματα» από τον κλάδο του φυσικού αερίου δείχνουν ότι η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί φέτος όσον αφορά την προμήθεια φυσικού αερίου, με τις τιμές να επιστρέφουν σταδιακά στα επίπεδα των αρχών του 2021. Επίσης, ήδη έχει επιτευχθεί, ή ακόμη και ξεπεραστεί ο στόχος αναπλήρωσης κατά 90% των αποθηκών αερίου στην Ε.Ε.
Παράλληλα, ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας φαίνεται επίσης να επανέρχεται σταδιακά στην κανονικότητα. «Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας επανέρχονται στα προ κρίσης επίπεδα, επιτρέποντας στις κυβερνήσεις να αποσύρουν το μεγαλύτερο μέρος λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης», σημειώνεται στην έκθεση.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, συμπληρώνει ο Σύνδεσμος, εξακολουθούν να υφίστανται αβεβαιότητες αναφορικά με την ασφάλεια εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια τους επόμενους μήνες. Οι αβεβαιότητες αυτές αφορούν κυρίως τις συνθήκες που θα επικρατήσουν τον ερχόμενο χειμώνα και τον τρόπο που θα επηρεαστεί η δυνατότητα αναπλήρωσης των αποθηκών αερίου για το 2024.
«Εκτός από τη ζήτηση σε αέριο, που σχετίζεται με τις καιρικές συνθήκες κατά τη χειμερινή περίοδο, υπάρχουν ενισχυμένες αβεβαιότητες σχετικά με τις εξελίξεις στον πόλεμο στην Ουκρανία, με τυχόν περαιτέρω μείωση των προμηθειών ρωσικού καυσίμου, με την πορεία της παγκόσμιας ζήτησης σε αέριο, καθώς και με τη διαθεσιμότητα των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας», αναφέρει ο Σύνδεσμος.