Η εκτίμηση ότι απαιτούνται επενδύσεις ύψους 800 δισ. ευρώ ετησίως για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, «είναι συντηρητική», δήλωσε τη Δευτέρα ο Μάριο Ντράγκι μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε το think tank Bruegel με θέμα το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.
«Το ποσό αυτό προέρχεται από έναν υπολογισμό που διενεργήθηκε ανεξάρτητα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα» και βασίζεται σε επενδύσεις που σχετίζονται με Repower Eu, ψηφιακό, 5G, ευρυζωνικούς στόχους, τη δέσμευση 3% του ΑΕΠ για έρευνα και ανάπτυξη στην Ευρώπη και τη δέσμευση για 2% του ΑΕΠ για την άμυνα που έχει ζητηθεί από το ΝΑΤΟ. Καταλήγουμε σε αυτό το ποσό, τα 700 με 800 δισ. ευρώ, λίγο κάτω από το 5% του ΑΕΠ της Ευρώπης. Τα νούμερα αυτά είναι μια σχετικά συντηρητική εκτίμηση, διότι δεν περιλαμβάνουν την προσαρμογή και την προστασία του κλίματος, τα οποία, όπως δυστυχώς όλοι βλέπουμε, γίνονται όλο και πιο απαραίτητα. Δεν περιλαμβάνουν επενδύσεις στην εκπαίδευση, στην κατάρτιση δεξιοτήτων, που θα είναι απαραίτητες, όπως αναφέρει η έκθεση. Και μπορεί να μην περιλαμβάνουν άλλες πτυχές», διευκρίνισε στη συνέχεια ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Ο Μάριο Ντράγκι τόνισε επίσης ότι οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να ανταγωνιστούν μόνες τους μεγέθη όπως η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες και χρειάζονται μια πολύ πιο ολοκληρωμένη ενιαία αγορά για να δημιουργήσουν πανευρωπαϊκές επιχειρήσεις της απαιτούμενης παγκόσμιας κλίμακας.
O Ντράγκι τόνισε πως «αν ο στόχος είναι η παραγωγικότητα», αυτή να αποκτηθεί μόνο με ενοποιημένες ενιαίες αγορές, η κλίμακα της οποίας παρεμποδίστηκε από διασυνοριακούς εθνικούς φραγμούς και πολλαπλούς εθνικούς κανονισμούς, ενώ οι επιχειρήσεις της ΕΕ αντιμετώπιζαν τον ανταγωνισμό από την Κίνα και τις ΗΠΑ λόγω της καινοτομίας και των τεράστιων επιδοτήσεων όπως επισήμανε.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ανοιχτή οικονομία. Είναι πιο ανοιχτό από οποιονδήποτε άλλον. Το 50% του ΑΕΠ μας προέρχεται από το εμπόριο, σε σύγκριση με το 37% της Κίνας και το 27% των ΗΠΑ. Έτσι, αν κάναμε αυτό που κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα βλάψουμε τους εαυτούς μας», είπε. «Είμαστε διαφορετικοί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν μπορούμε να χτίσουμε προστατευτικό τείχος. Δεν μπορούμε να το κάνουμε και δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε ακόμα κι αν θέλαμε να το κάνουμε, γιατί θα πονούσαμε τον εαυτό μας», κατέληξε.