Με την Ελλάδα να έχει μπει σε τροχιά εξυγίανσης στα δημοσιονομικά θέματα καθώς διατηρεί υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και μειώνει το χρέος της ως προς το ΑΕΠ, εκθέσεις και πορίσματα από το εξωτερικό και το εσωτερικό στρέφουν τώρα την προσοχή τους στην «πραγματική οικονομία» υπογραμμίζοντας μια σειρά από ζητήματα όπως το υψηλό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, η χαμηλή ιδιωτική αποταμίευση και οι επενδύσεις που αυξάνονται αλλά όχι με τους αναμενόμενους ρυθμούς.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνει για τη χώρα μας μια σειρά από υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, τις οποίες εξετάζει ενδελεχώς και θα προτείνει πολιτικές σε ειδική έκθεση που θα δημοσιευθεί εντός της επόμενης χρονιάς. Στο επίκεντρο βρίσκονται πέντε τομείς: το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση, οι τιμές των κατοικιών, το δημόσιο χρέος και η ανεργία.
Ειδική αναφορά γίνεται στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που παραμένει υψηλότερο από τα επίπεδα προς της πανδημίας και δεν αναμένεται να μειωθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, καθώς μεταξύ άλλων η δυναμική των επενδύσεων -εν μέρει λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης – συνεισφέρει αρνητικά στο εμπορικό ισοζύγιο. Στα κείμενα εργασίας για την έκθεση που θα ακολουθήσει την ερχόμενη χρονιά σημειώνεται ακόμη και η χαμηλή αποταμίευση των νοικοκυριών.
Σύμφωνα με την φθινοπωρινή έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου οι συστηματικά χαμηλές αποταμιεύσεις και τα επίμονα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών σημαίνουν ότι η εξωτερική χρηματοδότηση παραμένει ζωτικής σημασίας για την ελληνική οικονομία.
Όμως, όπως έδειξε η κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας, η μεγάλη εξάρτηση από την εξωτερική χρηματοδότηση αφήνει τη χώρα ευάλωτη σε μεταβολές της εμπιστοσύνης των διεθνών δανειστών. Σε κάθε περίπτωση, η χαμηλή εθνική αποταμίευση δεν μπορεί να επηρεάσει θετικά τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον.
Όσον αφορά τις πάγιες ιδιωτικές επενδύσεις, αν και έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, εξακολουθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ, να υπολείπονται σημαντικά της προ κρίσης περιόδου (βρίσκονται σχεδόν στο μισό) καθώς και του μέσου όρου της ΕΕ, σημειώνεται στην έκθεση και τονίζεται πως επιπλέον θα πρέπει να δοθεί προσοχή στο μείγμα τους.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, το μεγαλύτερο μέρος της πρόσφατης αύξησης των επενδύσεων αφορούσε στις κατασκευές και στα ακίνητα και λιγότερο στη μεταποίηση. Ωστόσο, η μεταποίηση και οι υπηρεσίες έχουν μεγαλύτερη δυναμική, όσον αφορά στην αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Η παραγωγικότητα εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλή με τη χώρα μας να είναι τελευταία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ. «Συνεπώς, το θέμα των παγίων επενδύσεων δεν είναι μόνο ποσοτικό, αλλά κυρίως ποιοτικό ώστε να διατηρηθεί βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας μεσομακροχρόνια», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Πώς θα καλυφθεί το επενδυτικό κενό
Σε κάθε περίπτωση οι προβλέψεις για την μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων (δημοσίων και ιδιωτικών) στην Ελλάδα - τόσο των διεθνών όσο και εγχώριων οργανισμών - είναι θετικές. Μάλιστα σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή το επενδυτικό κενό που μας χωρίζει με την Ευρωζώνη (ποσοστό επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ) πρόκειται να μειωθεί στις 3 μονάδες το 2025 που αναμένεται αύξηση επενδύσεων μεταξύ 7,1% και 9,5% με πιθανότερη εκτίμηση το 7,9%.
Σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου σημαντικό ρόλο για τη μείωση του επενδυτικού κενού παίζει η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, αλλά δεν αρκεί μόνο αυτή. Απαιτείται ακόμη γρήγορη υλοποίηση μεταρρυθμίσεων σε μικρο-επίπεδο ειδικά σε ζητήματα ανταγωνισμού, απονομής δικαιοσύνης, ψηφιοποίησης, απλοποίησης διαδικασιών για επιχειρήσεις και αξιολόγησης στο ∆ημόσιο.
Το Γραφείο τονίζει πως η διατηρήσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται από την αύξηση των εσωτερικών πόρων χρηματοδότησης (τραπεζικός τομέας και Π∆Ε) με μείωση του κόστους, κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τη δυναμική δυναμική προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων που εμπεριέχουν τεχνογνωσία και την στήριξη επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας στον τομέα της μεταποίησης ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η εξαγωγική επίδοση της χώρας. Ένα ακόμη σημαντικό στοίχημα είναι η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης (π.χ. με τη συμμετοχή περισσότερων γυναικών στην αγορά εργασίας) και η επένδυση στις υψηλές δεξιότητες.