Τη διανομή μπόνους για το προσωπικό, συνολικού ποσού 167 χιλ. ευρώ, έναντι εγκεκριμένου από τον αρμόδιο Υπουργό, ανώτατου ποσού 210 χιλ. ευρώ, ως μηχανισμός ανάπτυξης της παραγωγικότητας, αποφάσισε για πρώτη φορά η διοίκηση της ΕΕΕΠ στις 12.12.2024.
Σύμφωνα με την διοίκηση της ΕΕΕΠ η υποστελέχωση της Αρχής οδηγεί σε υπερ απασχόληση των εργαζομένων. Να θυμίσουμε εδώ ότι από 173 στελέχη δημόσιους υπάλληλους στο τέλος του 2014, στο τέλος του 2023 απασχολούσε μόνον 47, με πολλαπλάσια καθήκοντα. «Το γεγονός αυτό λήφθηκε υπόψη στην απόφαση για διανομή μπόνους», αναφέρεται χαρακτηριστικά σε άρθρο στο newsletter της Αρχής.
Σε ειδική αναφορά για τη ρύθμιση που προβλέπει την διανομή μπόνους σε εργαζόμενους σε Ανεξάρτητες Αρχές η διοίκηση της ΕΕΕΠ επισημαίνει: «Είναι μία νέα πολύ σημαντική ρύθμιση και μπορεί να λειτουργήσει προωθητικά για την παραγωγικότητα. Η ευθύνη των Αρχών είναι μεγάλη. Να μην αφήσουν να εκφυλιστεί αυτή η σημαντική ρύθμιση, σε μία οριζόντια έμμεση αύξηση της μισθοδοσίας, κάτι που άλλωστε αντίκειται και στον τύπο και την ουσία του νόμου. Ο ρόλος του Υπουργείου Οικονομικών για την ορθή εφαρμογή της ρύθμισης, είναι ζωτικός. Είναι προφανές πως απαιτείται χρόνος «ωρίμανσης». Η ΕΕΕΠ θα επιδιώξει να αξιοποιήσει αυτό το «εργαλείο» στο πλαίσιο και της γενικότερης πολιτικής της για την εμπέδωση της αντίληψης της επιβράβευσης των πιο παραγωγικών εργαζομένων» τονίζεται στο άρθρο.
Η μεθοδολογία
Προκειμένου να δώσει περισσότερες πληροφορίες για την νέα αυτή διαδικασία που υιοθετεί η διοίκηση της ΕΕΕΠ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η χορήγηση Bonus πρέπει να βασίζεται στον ορισμό και τη μέτρηση δεικτών (KPIs), διαδικασία που βρίσκεται στα αρχικά στάδια και επομένως χρειάζεται χρόνο «ωρίμανσης». Και αυτό το γεγονός λήφθηκε υπόψη τονίζεται στο ίδιο άρθρο.
Παράλληλα αναφέρεται ότι «το άρθρο 59 του Ν. 5043/2023 που θεσμοθετεί τα Bonus για ορισμένες Ανεξάρτητες Αρχές, είναι ορθά δομημένο, έχοντας επαρκή ευελιξία. Η μεθοδολογία διανομής του Bonus, πρέπει να ελαχιστοποιεί τις υποκειμενικές παρεμβάσεις. Όπως άλλωστε προβλέπεται από τον νόμο.Η παρ. 1 ορίζει ότι, στην αρχή του χρόνου, η διοίκηση ορίζει συγκεκριμένους στόχους που πρέπει να υλοποιηθούν. Σύμφωνα με την παρ. 2 ορίζονται οι οργανικές μονάδες που σχετίζονται «άμεσα» με την υλοποίηση των στόχων. Οι στόχοι βρίσκονται στο «πλαίσιο» των συνολικών στόχων που έχουν οριστεί από την κάθε Αρχή. Αυτές οι αποφάσεις της διοίκησης, τελούν υπό την έγκριση του υπουργού Οοικονομικών. Η ερμηνεία των διατάξεων είναι απλή. Υπάρχουν οι συνολικοί στόχοι μίας Αρχής, η διοίκηση επιλέγει αυτούς που θεωρεί πως είναι σημαντικοί, μετά επιλέγει τις οργανικές μονάδες που εμπλέκονται άμεσα (και όχι έμμεσα) με την υλοποίηση των στόχων. Την απόφασή της για τους στόχους που επιλέγει και τις οργανικές μονάδες που εμπλέκονται, τη στέλνει στον υπουργό οικονομικών για έγκριση».
Εφόσον υπάρξει έγκριση των οργανικών μονάδων που εντάσσονται στην υλοποίηση των επιλεγμένων στόχων, οι επικεφαλής κάθε οργανικής μονάδας, σύμφωνα με την παρ. 3, ορίζουν τα άτομα που θα εμπλακούν στην υλοποίησή τους και επομένως επιλέγονται για πιθανή ανταμοιβή με Bonus. Δεν επιλέγουν την ανταμοιβή, αλλά τα άτομα. Εισηγούνται στη Διοίκηση και αυτή σε τακτή προθεσμία, πρέπει να αποφασίσει, ποια άτομα θα ενταχθούν.
Σύμφωνα με την παρ. 5, η Διοίκηση αποφασίζει στη συνέχεια τη μεθοδολογία κατανομής του Bonus στις συγκεκριμένες οργανικές μονάδες και τα συγκεκριμένα άτομα, ανάλογα με το βαθμό υλοποίησης των στόχων, καθώς και όλες τις λεπτομέρειες της διαδικασίας. Αυτή η απόφαση επίσης τελεί υπό την έγκριση του υπουργού οικονομικών.
«Θεωρητικά θα μπορούσε ως «μεθοδολογία» να οριστεί πως η διοίκηση π.χ. ή οι επικεφαλής κάθε μονάδας, ορίζουν κατά την κρίση τους τα ποσοστά ανταμοιβής, που μπορούν να φθάσουν μέχρι το 15% του βασικού μισθού. Μία τέτοια μεθοδολογία όμως αντίκειται στο νόμο. Ο νόμος ορίζει πως η διανομή του μπόνους πρέπει να συνδέεται με το βαθμό υλοποίησης συγκεκριμένων στόχων. Επομένως η μεθοδολογία πρέπει να είναι «απρόσωπη» και το σωστό είναι να ορίζεται στην αρχή του χρόνου. Η μεθοδολογία πρέπει να είναι ένας αλγόριθμος και οι υπολογισμοί πρέπει να γίνονται απρόσωπα από την υπηρεσία, με βάση τα δεδομένα υλοποίησης των στόχων» αναφέρεται χαρακτηριστικά από την διοίκηση της ΕΕΕΠ.
Επίσης επισημαίνεται ότι η «μεθοδολογία» δεν ορίζεται ως «πάγια» και αυτό είναι πολύ σωστό. «Πρέπει να υπάρχει η απαραίτητη ευελιξία και η δυνατότητα διόρθωσης αδυναμιών κάθε τέτοιου σχεδιασμού. Με δεδομένες τις δυσκολίες στη στοχοθεσία και την αντικειμενική αξιολόγηση, που βρίσκονται στο αρχικό στάδιο υλοποίησης, πρέπει να επιδιώκεται ώστε η «μεθοδολογία» να είναι η καλύτερη δυνατή, από την άποψη της αντικειμενικότητας και φυσικά να βελτιώνεται διαχρονικά» καταλήγει το άρθρο.