Θα περάσει καιρός προτού οι πολιτικοί αναλυτές και η κοινή γνώμη «χωνέψουν» τα ποικίλα αποτελέσματα της ελληνοτουρκικής συνάντησης κορυφής. Σκόπιμα Αθήνα και Άγκυρα είχαν διατηρήσει χαμηλές προσδοκίες. Ως εκ τούτου η αποτίμηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιδιαίτερα θετική - στην Ελλάδα, στην Τουρκία και από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Χαρακτηριστικό είναι το ρεπορτάζ του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, το οποίο χαιρέτισε τη συνάντηση ως ένα «αξιοσημείωτο φεστιβάλ αγάπης χωρίς προηγούμενο».
Κατανοητή η δυσπιστία για τον γείτονα
Έχει σημασία ότι το νέο κλίμα δεν περιορίζεται στην ασυνήθιστη ρητορική και από τις δύο πλευρές. Το άλμα του Ερντογάν από το «Μητσοτάκης γιόκ» στο «Φίλε Κυριάκο» γίνεται με φόντο μια σπάνια ηρεμία στο Αιγαίο. Έλληνας σχολιαστής υπενθυμίζει ότι από τη δεκαετία του 1980 δεν έχει υπάρξει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς επεισόδια στον εναέριο χώρο του Αιγαίου όσο σήμερα. Η δήλωση του Ερντογάν ότι οι αερομαχίες πάνω από τη θάλασσα θα πρέπει να λάβουν τέλος προσθέτει βαρύτητα σε αυτήν την παρατήρηση. Η κοινή γνώμη - ιδιαίτερα στην Ελλάδα- πρέπει ακόμη να συνηθίσει τη νέα κατάσταση. Δεδομένων των προηγούμενων εμπειριών με τον απρόβλεπτο γείτονα εξ ανατολών, η δυσπιστία είναι κατανοητή. «Η Τουρκία δεν έγινε ξαφνικά Ελβετία και ο Ερντογάν από... λύκος δεν έγινε αρνάκι», επισημαίνει σχολιαστής σε κυριακάτικη εφημερίδα, συνοψίζοντας ένα ευρέως διαδεδομένο αίσθημα.
Όταν οι κυβερνήσεις σε Αθήνα και Άγκυρα πανηγυρίζουν σήμερα για τις φιλικές τους σχέσεις και τις σχέσεις καλής γειτονίας, αυτό είναι πρωτίστως το αποτέλεσμα αναδίπλωσης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η Αθήνα έχει επανειλημμένα ζητήσει την διπλωματική προσέγγιση. Για την Ελλάδα η έκκληση για διάλογο αποτελεί σταθερή συνιστώσα της πολιτικής της έναντι της Άγκυρας. Αντίθετα η Άγκυρα έχει ουκ ολίγες φορές υπονομεύσει την διπλωματική διαδικασία με συμπεριφορές που έχουν χαρακτηριστεί ως «προκλητικές» όχι μόνο από την ελληνική πλευρά. Το ερώτημα αν η νέα πολιτική του Ερντογάν συνιστά ελιγμό τακτικής ή μια στρατηγική αλλαγή συζητείται πολύ αυτές τις ημέρες. Έχει σημασία ότι και οι δύο πλευρές - ανεξάρτητα από τις εύηχες δηλώσεις τους - έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν μετακινούνται από τις θέσεις τους στα βασικά ζητήματα.
Υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές
Επί της ουσίας λοιπόν οι τουρκικές θέσεις έχουν αλλάξει τόσο λίγο όσο και οι ελληνικές. Μόνο οι αφελείς θα πίστευαν ότι οι πολυσυζητημένες «κόκκινες γραμμές» θα εξαφανίζονταν ξαφνικά από τον κόσμο. Η επιτυχία της συνάντησης της Αθήνας βασίζεται στις εκτεταμένες συμφωνίες σχετικά με τη διαδικασία, σε έναν κώδικα συμπεριφοράς και έναν αρκετά λεπτομερή οδικό χάρτη για την περαιτέρω βελτίωση των διμερών σχέσεων. Πολλή δουλειά περιμένει τους διπλωμάτες και τους πολιτικούς. Στο τέλος, οι πολιτικοί θα εγκρίνουν τα αποτελέσματα που θα συμφωνηθούν πίσω από κλειστές πόρτες. Αποτελεί μέρος της λογικής πολιτικών και άλλων διαπραγματεύσεων, ότι και οι δύο πλευρές οφείλουν να κάνουν υποχωρήσεις στον δρόμο προς έναν συμβιβασμό. Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων είναι πάντα μόνο το πρώτο μέρος της διαδικασίας.
Ακολουθεί το εσωπολιτικό κομμάτι - δηλαδή να πεισθεί κοινή γνώμη και αντιπολίτευση για την χρησιμότητα της συμφωνίας. Καμία φορά αυτό αποδεικνύεται αρκετά περίπλοκο, ειδικά στην Ελλάδα. Κάθε καλή στρατηγική περιλαμβάνει ένα σχέδιο Β. Αυτό ισχύει και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Σε περίπτωση που οι διαπραγματευτές δεν καταλήξουν σε συμφωνία στα λεγόμενα μεγάλα θέματα (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ), η φόρμουλα είναι: «Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε». Σε κάθε περίπτωση, αυτή είναι μόνο η δεύτερη καλύτερη επιλογή. Γιατί εμπεριέχει τον κίνδυνο η σημερινή γαλήνη να οδηγήσει αύριο σε νέα θύελλα.
Πηγή: Deutsche Welle