Η αλήθεια είναι ότι η προσπάθεια του πρωθυπουργού να ταυτίσει τον πολιτικό λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη με αυτόν των «αντιδραστικών» του ΕΛΚ, Ζεμπάστιαν Κουρτς και Βίκτορ Όρμπαν είχε πολιτικό ενδιαφέρον, στην προσπάθεια του κ. Τσίπρα να αναδείξει με σαφήνεια τις διαχωριστικές γραμμές του κυβερνώντος κόμματος από αυτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
«Με τον λόγο και τις πρακτικές που πριμοδοτεί, στην πραγματικότητα καταφέρνει ένα και μόνο πράγμα: Να νομιμοποιήσει έναν ακροδεξιό ακτιβισμό και έναν εθνικιστικό πολιτικό λόγο, που φλερτάρει, πλέον, ανοιχτά με τον φασισμό. Και αυτό δεν είναι επικίνδυνο μόνο για τη Νέα Δημοκρατία, που πλέον χάνει κάθε διεθνή αξιοπιστία και μεταλλάσεται πυρηνικά. Αυτό είναι δική τους δουλειά. Το σημαντικό είναι ότι με αυτήν την πολιτική επιλογή εκτρέφει τη φανατική ρητορική, τον διχασμό, αλλά και ακραίους φασιστικούς πολιτικούς σχηματισμούς», είπε πιο συγκεκριμένα ο κ. Τσίπρας, σε μια ευθεία βολή προς τον κ. Μητσοτάκη, σε μια επιχείρηση σκιαγράφησης του προέδρου της ΝΔ ως συρόμενου προς το (ακρο)δεξιό πολιτικό φάσμα.
Πέραν, όμως, των πολιτικών επιθέσεων, το πραγματικό επίδικο της παρέμβασης του κ. Τσίπρα στο υπουργικό συμβούλιο είχε να κάνει με τον μεταμνημονιακό δρόμο. Το στοίχημα για την κυβέρνηση, αμέσως μετά το τέλος του Μνημονίου, θα είναι, όπως το περιέγραψε ο κ. Τσίπρας, να αισθανθούν οι πολίτες την «καθαρή έξοδο» στη ζωή και στις τσέπες τους. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός περιέγραψε μια επόμενη μέρα που θα εμφορείται μεν από δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά με λελογισμένες επεκτατικές δυνατότητες, ενώ, σε μια αναφορά που από πολλούς ερμηνεύεται και ως φωτογραφική για το ζήτημα των συντάξεων, επανέλαβε ότι η κυβέρνηση θα έχει μεγαλύτερη ελευθερία να επιλέγει τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει, προκειμένου να επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, το Μέγαρο Μαξίμου θα επιχειρεί να «γεμίσει» την θετική του ατζέντα με κινήσεις ουσιαστικές, αλλά και συμβολικές. Με άλλα λόγια, κινήσεις ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, με ειδική εστίαση στα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Η αρχή γι’ αυτή την ατζέντα του Μαξίμου έγινε με τη διατήρηση του ΦΠΑ στα νησιά σε χαμηλό επίπεδο έως το τέλος του τρέχοντος έτους-κυβερνητικά στελέχη εξηγούν ότι το ζήτημα θα ρυθμιστεί με τον επόμενο προϋπολογισμό και για το 2019 και εντεύθεν-, ενώ ο κ. Τσίπρας προαναγγέλλει μια σειρά ακόμα στοχευμένων κινήσεων: αναφέρθηκε επιγραμματικά στην επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στην αύξηση του κατώτατου μισθού, στις στοχευμένες μόνιμες φοροελαφρύνσεις ύψους 700-750 εκ. ευρώ από τον δημοσιονομικό χώρο που δημιουργείται από το 2019, αλλά και στη δυνατότητα διανομής κοινωνικού μερίσματος στο τέλος του τρέχοντος έτους.
Φυσικά, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον θα έχει τι θα γίνει στο μέτωπο των συντάξεων, όπου η κυβέρνηση θα επιδιώξει αναστολή της εφαρμογής των μειώσεων λόγω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς, αλλά κάποιου είδους εφάπαξ ενίσχυση των συνταξιούχων με τη μορφή μιας 13ηςσύνταξης. Ορίζοντας, πάντως, για την λεπτομερέστερη κωδικοποίηση των θετικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης είναι η ΔΕΘ, μιας και ο κ. Τσίπρας θέλει να εγκαινιάσει τη νέα πολιτική περίοδο μετά την τυπική ολοκλήρωση του προγράμματος στις 21 Αυγούστου με «γεμάτο καλάθι», ώστε να επιτύχει και την επανασύνδεση με κοινωνικά στρώματα που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ και έχουν απομακρυνθεί πολιτικά από αυτόν.