Είναι μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες συζητήσεις εντός της ΕΕ. Κυρίως εντός της Επιτροπής και της DG ECFIN για την ακρίβεια. Για να είμαστε απολύτως δίκαιοι, η Ελλάδα έχει ως στιγμής να επιδείξει καλή επίδοση στην απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ειδικά των δανείων. Σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις, τα προαπαιτούμενα των μεταρρυθμίσεων φαίνεται να προχωρούν.
Πλέον, τα εμπόδια σχετίζονται με την πορεία εκτέλεσης των έργων και τις (πατροπαράδοτες δυστυχώς) καθυστερήσεις που εμφανίζουν. Σε κάθε περίπτωση, ο άμεσος στόχος είναι να εκταμιευθούν εντός του έτους δύο δόσεις επιδοτήσεων του 1.72 εκατ. ευρώ. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο ωστόσο, η ενδιάμεση Έκθεση της πορείας των εθνικών προγραμμάτων ανάκαμψης αναμένεται στα μέσα του 2024 να καταγράφει συνολική απορρόφηση της τάξης του 20%. Αβίαστα, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα: Τι κάνουμε;
Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης προέρχονται ουσιαστικά από κοινό δανεισμό. Μικρότερη απορρόφηση σημαίνει μικρότερο κοινό χρέος, οπότε η γερμανική πλευρά εύλογα επιδιώκει να διατηρήσει τον «ξαφνικό θάνατο» του Ταμείου στο τέλος του 2026. Μέχρι στιγμής, η μόνη χώρα που έχει ζητήσει παράταση είναι η Ουγγαρία. Κι αυτό, γιατί, η δυσφορία του Όρμπαν να προχωρήσει σε αλλαγές αναφορικά με το Κράτος Δικαίου έχει αναβάλει τις εκταμιεύσεις. Το αίτημα προέρχεται από τη «λάθος χώρα» για τους «λάθος λόγους».
Απάντηση στη Γερμανία με γερμανικά επιχειρήματα;
Αν κάποιος μπορεί να ξεκινήσει μία αποτελεσματική συζήτηση περί παράτασης είναι κατ’ αρχάς η Ιταλία. Αποτελεί περίπου κοινό μυστικό στις Βρυξέλλες ότι η κυβέρνηση Μελόνι θα ήθελε την επέκταση του προγράμματος τουλάχιστον για δύο χρόνια. Και μία ιταλική επιθυμία θα μπορούσε να μπει σε πολλά από τα τραπέζια διαπραγμάτευσης που έχουν ήδη ανοίξει αλλά και θα ανοίξουν στο άμεσο μέλλον.
Μία δεύτερη «χώρα-λαγός» θα μπορούσε να είναι η Πορτογαλία. Περισσότερο συνεπικουρικά παρά αυτόνομα. Το βέβαιο είναι ότι θα μπορούσαν να ακολουθήσουν και άλλα κράτη-μέλη, με την Ελλάδα να είναι ένα από αυτά. Για να είμαστε και πάλι δίκαιοι, η αρχική συμφωνία για το σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης περιλάμβανε ξεκάθαρα τον «ξαφνικό θάνατο». Μία γερμανική οπισθοχώρηση οφείλει, λοιπόν, να έχει ως αιτιολογία όχι την αδυναμία υλοποίησης των εθνικών πλάνων αλλά έναν πιο ρεαλιστικό λόγο. Ο κίνδυνος των πληθωριστικών τάσεων ενδεχομένως να ήταν ένας από αυτούς.
Αν προσθέσει κάποιος ρευστότητα της τάξης του 5-10% του ετησίου ΑΕΠ σε μία οικονομία εντός μίας διετίας, είναι πιθανό να αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις σε μία περίοδο που η σχετική καμπύλη ακολουθεί αντίθετη πορεία. Αρκεί το επιχείρημα αυτό από μόνο του για να φέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα; Αξιολογώ -σχετικά αυθαίρετα- πως όχι. Είναι αρκούντως δυνατό αλλά πιθανότατα έρχεται την ώρα που οι ευρω-διαπραγματεύσεις είναι ευρύτερες. Η εμπειρία δείχνει ότι το ζήτημα μπορεί να αποτελέσει μέρος της ατζέντας. Όχι μία ατζέντα από μόνο του.
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΑΘΗΝΑ-ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.