Η λειψυδρία αναμένεται να αποτελέσει τη νέα κανονικότητα μέχρι το 2045 και να επιβαρύνει την παγκόσμια οικονομία με δισεκατομμύρια δολάρια ενώ εκατομμύρια άνθρωποι σε όλοι την γη θα αντιμετωπίσουν αδυναμία πρόσβασης σε καθαρό και πόσιμο νερό. Η επιστημονική κοινότητα κρούει για άλλη μία φορά τον κώδωνα του κινδύνου ενώ ακόμη πιο δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για την Μεσόγειο οι χώρες της οποίας ήδη βιώνουν έντονα τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Η διαθέσιμη παροχή νερού μειώνεται λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, της αύξησης της θερμοκρασίας των υδάτων και της τήξης των παγετώνων μειώνοντας το γλυκό νερό που μπορεί να αξιοποιηθεί και αυξάνοντας την ρύπανση των υδάτων.
Η άνοδος της θερμοκρασίας οδήγησε επίσης σε παρατεταμένη ξηρασία και πλημμύρες λόγω των επιπτώσεων που προκαλεί η κλιματική αλλαγή στο έδαφος. Τα τελευταία 50 χρόνια έχουν αυξηθεί οι υδάτινες καταστροφές ενώ μεταξύ 2001 και 2018, το 74% των φυσικών καταστροφών σχετίζονταν με το νερό. Η διαταραχή του παγκόσμιου συστήματος ύδρευσης που προκαλείται από την υπερθέρμανση του πλανήτη έχει επίσης καταστροφικές συνέπειες για τη γεωργία, την ηλεκτρική ενέργεια και τα συστήματα τροφίμων, τα οποία απειλούνται εάν δεν ληφθούν μέτρα.
Έρευνες δείχνουν ότι μέχρι το 2045 ο κόσμος θα υποφέρει από λειψυδρία και η σημερινή κατάσταση όπου υπάρχει ακόμη άφθονο νερό θα έχει πλήρως αντιστραφεί. Εξίσου αρνητικές θα είναι οι επιπτώσεις και για τις επιχειρήσεις, μία όψη του προβλήματος η οποία δεν έχει ακόμη εξεταστεί ενδελεχώς. Σύμφωνα με έρευνα του CDP στις αρχές του έτους, η διαταραχή παροχής νερού στις αλυσίδες εφοδιασμού θα μπορούσε να κοστίσει 77 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι άμεσες δυνητικές επιπτώσεις υπολογίζονται στα 7 δισεκατομμύρια δολάρια. Tα στοιχεία δείχνουν ότι όλο και περισσότερες επιχειρήσεις εμπλέκονται σε θέματα νερού και δίνουν οικονομικά κίνητρα για την καταπολέμηση της κρίσης του νερού. Η έκθεση συγκέντρωσε δεδομένα από περισσότερες από 3000 μεγάλες εταιρείες με ετήσια έσοδα άνω των 250 εκατομμυρίων EUR/USD και όπως ανέφερε η επικεφαλής του συγκεκριμένου τομέα στον οργανισμό CDP, Πατρίτσια Καλντερόν, οι εφοδιαστικές αλυσίδες είναι οι κρίκοι που ενώνουν την παγκόσμια οικονομία μας. Αλλά αποκόπτονται γρήγορα λόγω της κλιματικής αλλαγής και της απερισκεψίας με την οποία αντιμετωπίζουμε τους πεπερασμένους πόρους του κόσμου. Τα δεδομένα μας λένε ότι τα αποθέματά μας σε νερό γίνονται όλο και πιο εύθραυστα ενώ οι οικονομίες επιπτώσεις αυξάνονται. «Εναπόκειται στις μεγάλες εταιρείες με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στο νερό να λάβουν άμεσα μέτρα, οι οποίες συνεργαζόμενες με τους προμηθευτές τους θα μπορέσουν να ανακόψουν το κύμα κινδύνου για το νερό», σημείωσε σχετικά.
Οι κίνδυνοι της αλυσίδας παροχής νερού απειλούν μία στις πέντε από αυτές τις μεγάλες εταιρείες και θα μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές ζημιές εάν δεν ληφθούν μέτρα. Περίπου το 28% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα απάντησε ότι δεν ασχολείται με την αλυσίδα παροχής νερού και δεν σκοπεύει να το κάνει μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, παρά τα στοιχεία για τον αυξανόμενο αντίκτυπο της κρίσης του νερού στην επιχείρησή τους.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ της ασφάλειας του νερού και του επιχειρηματικού κινδύνου
Όπως επεσήμανε σε έκθεσή του το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, επιχειρηματικά κεφάλαια ύψους 301 δισεκατομμυρίων δολαρίων κινδυνεύουν λόγω της λειψυδρίας, της ρύπανσης και της κλιματικής αλλαγής. Ο τρόπος με τον οποίο οι εταιρείες επιλέγουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις θα καθορίσει τη μελλοντική ζωτικότητα των επιχειρήσεών τους.
Οι κίνδυνοι της επιχείρησης που σχετίζονται με το νερό καθορίζονται από δύο πράγματα: την εξάρτησή τους και τον αντίκτυπό τους στους υδάτινους πόρους.
Το νερό αποτελεί βασικό συστατικό κάθε στάδιο της αλυσίδας αξίας, από την εξόρυξη έως την κατανάλωση. Η γεωργία αντιπροσωπεύει το 70% των παγκόσμιων απολήψεων νερού, ενώ η βιομηχανία, η οποία περιλαμβάνει την εξόρυξη και τη μεταποίηση πόρων, αντιπροσωπεύει το 19%. Οι εσωτερικές πλωτές οδοί, οι οποίες οδηγούνται σε ξηρασία με ταχύτητα ρεκόρ, είναι επίσης απαραίτητες για τη μεταφορά υλικών και τη σύνδεση προϊόντων με τους καταναλωτές. Η μείωση της παροχής νερού αποτελεί σημαντική πηγή διαταραχών της λειτουργικής αλυσίδας και της εφοδιαστικής αλυσίδας για τις επιχειρήσεις. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η λειψυδρία έχει προκαλέσει διακοπή λειτουργίας σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, την παρεμπόδιση λειτουργίας σημαντικών εμπορικών οδών και αυστηρότερους κανονισμούς, συμπεριλαμβανομένων ανώτατων ορίων και περιορισμών.
Οι οικονομικές απώλειες που συνδέονται με τις προκλήσεις του νερού είναι σημαντικές — και θα μπορούσαν να επιδεινωθούν εάν οι επιχειρήσεις επιλέξουν την αδράνεια. Το 2018, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εταιρείες υπέστησαν απώλειες 38,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και, το 2022, τα εξαντλημένα και μολυσμένα αποθέματα νερού οδήγησαν σε λανθάνοντα περιουσιακά στοιχεία 13,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε τέσσερις μεγάλες βιομηχανίες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, άνθρακας και μέταλλα και εξόρυξη). Σύμφωνα με ένα πρόσφατο ερευνητικό σημείωμα που δημοσιεύτηκε από αναλυτές της Barclays, ο τομέας των βασικών καταναλωτικών προϊόντων είναι πιο ευάλωτος στον κίνδυνο του νερού και αντιμετωπίζει αντίκτυπο 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τη λειψυδρία. Αυτό συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την εξάρτηση του κλάδου από τα γεωργικά προϊόντα, τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις διακυμάνσεις της τιμής του νερού και στις διακοπές από ξηρασίες και πλημμύρες.