«Το 2023 είναι έτος αύξησης των συντάξεων για πρώτη φορά, μετά από 12 χρόνια» δηλώνει ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνος Τσακλόγλου, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση έχει στηρίξει το εισόδημα των συνταξιούχων ποικιλοτρόπως.
Όπως επισημαίνει, «αύξησε τα ποσοστά αναπλήρωσης όσων έχουν άνω των 30 ετών ασφαλιστέα εργασία, προχώρησε στην άρση περικοπών επικουρικών συντάξεων όσων είχαν άθροισμα κύριας και επικουρικής άνω των 1.300 ευρώ, κατέβαλε αναδρομικά ύψους 1,2 δισ. ευρώ, στήριξε τους χαμηλοσυνταξιούχους με την καταβολή δύο βοηθημάτων, συνολικού ύψους 450 ευρώ (τον Δεκέμβριο 2021 και τον Απρίλιο 2022). Επιπρόσθετα, υπήρξε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους, μέσω της μείωσης του πρώτου φορολογικού συντελεστή από 22% σε 9%, αλλά και μέσω της μείωσης του ΕΝΦΙΑ. Επιπλέον, ωφελούμενοι από τα μέτρα επιδότησης λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και βενζίνης είναι και οι συνταξιούχοι, ενώ το 2023 είναι έτος αύξησης των συντάξεων για πρώτη φορά, μετά από 12 χρόνια. Και όλα αυτά παράλληλα με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3,9%, που μειώνει το μισθολογικό κόστος και αυξάνει την απασχόληση και το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων».
Παράλληλα, ο κ. Τσακλόγλου αναφέρεται και στις προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, όταν ανέλαβε τη θέση του υφυπουργού Εργασίας και επικεντρώνεται στην εμβληματική, όπως την χαρακτηρίζει, μεταρρύθμιση στην αρχιτεκτονική του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος με την εισαγωγή της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης, «η οποία στοχεύει στη μείωση της έκθεσης του ασφαλιστικού συστήματος στη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, στην αύξηση των αποταμιεύσεων, οι οποίες θα επενδυθούν σε σημαντικό βαθμό στην ελληνική οικονομία, ενισχύοντας την ανάπτυξη, στην παροχή αντικινήτρων για ανασφάλιστη εργασία και στην παροχή υψηλότερων συντάξεων στις επόμενες γενιές».
Μεταξύ άλλων, ο υφυπουργός Εργασίας απαντά και για τις εκκρεμείς συντάξεις, υπογραμμίζοντας ότι σχεδόν τρία χρόνια τώρα καταβάλλεται μια ασταμάτητη προσπάθεια για την απομείωση του αριθμού των εκκρεμών συντάξεων και, μάλιστα, εν μέσω πανδημίας. Όπως τονίζει, οι αριθμοί είναι αδιάψευστοι μάρτυρες της αλλαγής που έχει συντελεστεί.
«Από 123.000 αποφάσεις για κύριες συντάξεις το 2019, φτάσαμε στις 224.000 αποφάσεις το 2021 - αύξηση 83%. Επιπλέον, έχει εκκαθαριστεί το σύνολο σχεδόν των προ του 2020 εκκρεμοτήτων. Χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα εργαλεία και, ιδίως, τις πρόσφατα ψηφισθείσες διατάξεις για "συντάξεις fast tack" και "συντάξεις εμπιστοσύνης", εκτιμούμε ότι ο μεγάλος όγκος των υπόλοιπων κύριων εκκρεμών συντάξεων θα εκκαθαριστεί μέσα στο καλοκαίρι» σημειώνει ο κ. Τσακλόγλου.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:
Ερ: Κύριε Τσακλόγλου, πριν από περίπου δύο χρόνια, αναλάβατε τη θέση του υφυπουργού Εργασίας. Ποιο ήταν το μεγάλο στοίχημα που θέσατε από την αρχή της ανάληψης των καθηκόντων σας και ποιες προκλήσεις κληθήκατε να αντιμετωπίσετε;
Απ: Ο κύριος τομέας στον οποίο μου ζήτησε ο πρωθυπουργός να επικεντρώσω τις προσπάθειές μου, όταν μου έκανε την εξαιρετικά τιμητική πρόταση να αναλάβω τη θέση του υφυπουργού Εργασίας, ήταν η μετατροπή της επικουρικής ασφάλισης από διανεμητική σε κεφαλαιοποιητική. Η αλλαγή της αρχιτεκτονικής της επικουρικής ασφάλισης με τη δημιουργία του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) είναι αναμφισβήτητα μια μεταρρύθμιση που έχει το βλέμμα της στραμμένο στις επόμενες γενιές και έγινε, ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι μελλοντικοί συνταξιούχοι θα έχουν υψηλότερες επικουρικές συντάξεις.
Όμως, οι συνθήκες είναι συχνά εντελώς απρόβλεπτες και τα τελευταία δυόμιση χρόνια παγκοσμίως ήταν γεμάτα δυσάρεστες εκπλήξεις. Η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία έφεραν και πάλι την αίσθηση του κατεπείγοντος στην καθημερινότητα του υπουργείου. Έπρεπε να φροντίσουμε για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή όλων των μέτρων στήριξης που αφορούσαν τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις, των οποίων η λειτουργία ανεστάλη, λόγω των υγειονομικών περιορισμών. Έπρεπε να εκσυγχρονίσουμε τον ΕΦΚΑ ταχύτατα και να λύσουμε επιτέλους το ζήτημα των εκκρεμών συντάξεων, που είχε φτάσει στο μη περαιτέρω και, μάλιστα, έπρεπε όλα αυτά να καταστούν εφικτά σε πρωτόγνωρες συνθήκες. Καταλήξαμε λοιπόν να μοιράζουμε τον χρόνο μεταξύ της καθημερινής διαχείρισης κρίσεων και του σχεδιασμού με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η καθημερινή μας προσπάθεια είναι να καταφέρουμε να σταθούμε δίπλα σε αυτούς που το χρειάζονται περισσότερο και όχι σε αυτούς που φωνάζουν περισσότερο. Πρόθεσή μου είναι να συνεχίσω να εργάζομαι για μια κοινωνική ασφάλιση πιο δίκαιη, προσαρμοσμένη στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου.
Ερ: Πρόσφατα, υπογράψατε την υπουργική απόφαση για την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, με σκοπό την επιλογή προέδρου και μελών του πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΑ. Ποια είναι τα επόμενα βήματα και πώς θα αναπτυχθεί η επενδυτική λειτουργία του Ταμείου; Προβλέπονται δικλείδες ασφαλείας που προστατεύουν τους νέους ασφαλισμένους από ενδεχόμενη μη καταβολή των εισφορών τους από τους εργοδότες;
Απ: Η εμβληματική μεταρρύθμιση στην αρχιτεκτονική του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος με την εισαγωγή της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης στοχεύει στη μείωση της έκθεσης του ασφαλιστικού συστήματος στη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, στην αύξηση των αποταμιεύσεων, οι οποίες θα επενδυθούν σε σημαντικό βαθμό στην ελληνική οικονομία, ενισχύοντας την ανάπτυξη, στην παροχή αντικινήτρων για ανασφάλιστη εργασία και στην παροχή υψηλότερων συντάξεων στις επόμενες γενιές.
Η επενδυτική λειτουργία του Ταμείου θα αναπτυχθεί σταδιακά, καθώς το Ταμείο θα οργανώνεται και θα αναπτύσσεται. Στο πρώτο στάδιο της λειτουργίας του, υπό την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, ακολουθείται συντηρητική πολιτική επένδυσης των αποθεματικών του Ταμείου σε υψηλότοκες καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος. Στο δεύτερο στάδιο, μετά τη συγκρότηση του πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου, θα προσφέρεται στους ασφαλισμένους μόνο ένα προκαθορισμένο χαρτοφυλάκιο με επενδύσεις σε ένα διευρυμένο και διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο αξιογράφων. Στο τρίτο στάδιο θα προσφερθούν στους ασφαλισμένους και άλλα κατάλληλα διαμορφωμένα συνταξιοδοτικά/επενδυτικά προϊόντα διαβαθμισμένου ρίσκου για όσους επιθυμούν να επιλέγουν και να ρυθμίζουν μόνοι τους το επίπεδο ρίσκου των συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεών τους.
Σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα οι εισφορές πρέπει να καταβάλλονται εγκαίρως, για να επενδυθούν και τα οφέλη από την επένδυσή τους να τα καρπωθούν οι ασφαλισμένοι με τη μορφή υψηλότερης σύνταξης.
Στον νόμο για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά υπάρχουν τέτοιες δικλείδες ασφαλείας. Πρώτον, οι ασφαλιστικές εισφορές προς το ΤΕΚΑ εισπράττονται κατά προτεραιότητα. Δεύτερον, οι όποιες οφειλές προς το ΤΕΚΑ δεν υπόκεινται σε ρύθμιση. Για να εξασφαλίζει ο εργοδότης ασφαλιστική ενημερότητα, θα πρέπει να τις καταβάλει εφάπαξ. Και, τρίτον, η απόλυση εργαζομένου για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι εισφορές προς το ΤΕΚΑ είναι άκυρη.
Ερ: Πόσο θωρακισμένο είναι το ΤΕΚΑ και, κατ' επέκταση, οι ατομικοί κουμπαράδες των ασφαλισμένων από πιθανές αρνητικές εξελίξεις στις αγορές, αλλά και από τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού;
Απ: Ο κυριότερος λόγος για την αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης ήταν ακριβώς αυτός. Δηλαδή, η θωράκιση του ασφαλιστικού μας συστήματος από τις συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού. Μέχρι σήμερα, το σύνολο σχεδόν του ασφαλιστικού μας συστήματος ήταν διανεμητικό - δηλαδή οι εισφορές των τωρινών εργαζομένων χρηματοδοτούσαν τις συντάξεις των νυν συνταξιούχων - και, επομένως, απολύτως εκτεθειμένο στον δημογραφικό κίνδυνο, καθώς η αναλογία εργαζομένων/συνταξιούχων φθίνει διαρκώς.
Με την εισαγωγή κεφαλαιοποιητικού πυλώνα στην κοινωνική ασφάλιση, ένα μέρος της αποσυνδέεται από αυτόν τον κίνδυνο, καθώς πλέον οι εισφορές τη νέας γενιάς επενδύονται για τις συντάξεις των ίδιων και όχι για τη χρηματοδότηση των επικουρικών συντάξεων των σημερινών συνταξιούχων.
Σε ό,τι αφορά στον κίνδυνο των αγορών, η εμπειρία χωρών, όπου λειτουργούν εδώ και πολλές δεκαετίες κεφαλαιοποιητικά συστήματα ασφάλισης, δείχνει ότι, παρά τις υψηλότερες διακυμάνσεις των αποδόσεών τους, για δεδομένες εισφορές, το ύψος σύνταξης που παρέχουν είναι υψηλότερο σε σύγκριση με τα διανεμητικά συστήματα ασφάλισης, ιδίως αυτά γερασμένων κοινωνιών, όπως η ελληνική.
Μάλιστα, στην περίπτωση του ΤΕΚΑ, το κράτος εγγυάται ότι η σύνταξη, που θα καταβληθεί, θα αντιστοιχεί τουλάχιστον στις εισφορές που καταβλήθηκαν σε πραγματικούς όρους, δηλαδή λαμβάνοντας υπόψη και την επίδραση του πληθωρισμού, περιορίζοντας αισθητά τον επενδυτικό κίνδυνο.
Ερ: Το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων έχει δεσμευτεί για την πλήρη εκκαθάριση των εκκρεμών αιτήσεων κύριας συνταξιοδότησης έως το τέλος Ιουνίου και, προς την κατεύθυνση αυτή, έχει ανακοινώσει ένα πλέγμα δράσεων για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής των συντάξεων. Θεωρείτε ότι οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί από το υπουργείο έχουν επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα; Τι πρόοδος έχει συντελεστεί;
Απ: Η ενοποίηση όλων των ασφαλιστικών ταμείων κάτω από την ενιαία διοικητική δομή του ΕΦΚΑ πραγματοποιήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ, υπό καθεστώς πίεσης. Επρόκειτο για μια απαραίτητη μεταρρύθμιση, η βιασύνη, όμως, με την οποία πραγματοποιήθηκε, ακύρωσε σε μεγάλο βαθμό το ευεργετικό της εύρος.
Σχεδόν τρία χρόνια τώρα καταβάλλουμε μια ασταμάτητη προσπάθεια για την απομείωση του αριθμού των εκκρεμών συντάξεων και, μάλιστα, εν μέσω πανδημίας. Οι αριθμοί είναι αδιάψευστοι μάρτυρες της αλλαγής που έχει συντελεστεί. Από 123.000 αποφάσεις για κύριες συντάξεις το 2019, φτάσαμε στις 224.000 αποφάσεις το 2021 - αύξηση 83%. Επιπλέον, έχει εκκαθαριστεί το σύνολο σχεδόν των προ του 2020 εκκρεμοτήτων.
Χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα εργαλεία και, ιδίως, τις πρόσφατα ψηφισθείσες διατάξεις για «συντάξεις fast tack» και «συντάξεις εμπιστοσύνης», εκτιμούμε ότι ο μεγάλος όγκος των υπόλοιπων κύριων εκκρεμών συντάξεων θα εκκαθαριστεί μέσα στο καλοκαίρι.
Ερ: Η αντιπολίτευση ασκεί έντονη κριτική στην κυβέρνηση και την κατηγορεί για ανεπαρκή στήριξη του εισοδήματος των συνταξιούχων. Τι απαντάτε σε αυτές τις αιτιάσεις;
Απ: Η κυβέρνηση, υπό συνθήκες πανδημίας και, πρόσφατα, πολέμου στην «καρδιά» της Ευρώπης, στήριξε το εισόδημα των συνταξιούχων ποικιλοτρόπως. Αύξησε τα ποσοστά αναπλήρωσης όσων έχουν άνω των 30 ετών ασφαλιστέα εργασία, προχώρησε στην άρση περικοπών επικουρικών συντάξεων όσων είχαν άθροισμα κύριας και επικουρικής άνω των 1.300 ευρώ, κατέβαλε αναδρομικά ύψους 1,2 δισ. ευρώ, στήριξε τους χαμηλοσυνταξιούχους με την καταβολή δύο βοηθημάτων, συνολικού ύψους 450 ευρώ (τον Δεκέμβριο 2021 και τον Απρίλιο 2022).
Επιπρόσθετα, υπήρξε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους, μέσω της μείωσης του πρώτου φορολογικού συντελεστή από 22% σε 9%, αλλά και μέσω της μείωσης του ΕΝΦΙΑ.
Επιπλέον, ωφελούμενοι από τα μέτρα επιδότησης λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και βενζίνης είναι και οι συνταξιούχοι, ενώ το 2023 είναι έτος αύξησης των συντάξεων για πρώτη φορά, μετά από 12 χρόνια. Και όλα αυτά παράλληλα με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3,9%, που μειώνει το μισθολογικό κόστος και αυξάνει την απασχόληση και το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων.
Ερ: Πώς διαμορφώνεται η εικόνα στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, λαμβάνοντας υπ' όψιν τις πιέσεις που δέχτηκε το προηγούμενα χρόνια αρχικά από την οικονομική κρίση και, στη συνέχεια, από την πανδημία;
Απ: Κυρία Μπάρλα, λέω συχνά ότι το πιστοποιητικό γέννησης της ελληνικής κρίσης δεν γράφει «2010», αλλά «2001». Είναι η στιγμή που τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και η κοινωνία αρνήθηκαν να αποδεχθούν ότι είχε έρθει η ώρα για μια γενναία μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Τότε, δεν χάσαμε μόνο μια ιστορική ευκαιρία, για να ενισχύσουμε τη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης, αλλά εκπαιδευτήκαμε και σε μια αντιμεταρρυθμιστική κουλτούρα, που η χώρα πλήρωσε πολύ ακριβά λίγα χρόνια αργότερα.
Τη δεκαετία πριν από την οικονομική κρίση, πάνω από τα ¾ της αύξησης του δημοσίου χρέους οφείλονταν στις μεταβιβάσεις του κρατικού προϋπολογισμού προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Ας μην ξεχνάμε πως η υγεία του ασφαλιστικού πηγαίνει χέρι-χέρι με την υγεία της οικονομίας.
Σήμερα, μετά από πολλές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις, το ασφαλιστικό μας σύστημα είναι περισσότερο ανθεκτικό και θα παραμείνει βιώσιμο, όσο απαντάμε στις κρίσεις με αναπτυξιακές πολιτικές, που μεγεθύνουν την οικονομία και όσο παραμένουμε προσηλωμένοι στον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας. Τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν τον πυρήνα της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής.
Ερ: Με βάση και την ιδιότητά σας ως ακαδημαϊκού οικονομολόγου, πώς εκτιμάτε ότι θα επηρεάσει η αύξηση του κατώτατου μισθού το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, αλλά και την ίδια την αγορά εργασίας, στη «σκιά» των πληθωριστικών πιέσεων, που δέχεται και η ελληνική οικονομία;
Απ: Ο κατώτατος μισθός αποτελεί ένα πολύ σημαντικό εργαλείο διασφάλισης του βιοτικού επιπέδου των πιο ευάλωτων εργαζόμενων συμπολιτών μας. Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί στις αποφάσεις που λαμβάνουμε για το ύψος του, καθώς μια αύξηση του κατώτατου μισθού πάνω από την παραγωγικότητα μπορεί να οδηγήσει σε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και αύξηση της ανεργίας.
Η γενναία αύξηση, που δόθηκε από την κυβέρνηση, 9,7% σωρευτικά, βρίσκεται στα όρια των αντοχών της οικονομίας και φέρνει την Ελλάδα στην 9η θέση ανάμεσα στις 21 χώρες της ΕΕ, που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, από την 11η θέση που βρισκόταν ως τώρα.
Η αύξηση αυτή είναι αρκετά υψηλότερη από τις εκτιμήσεις που δίνουν διεθνείς οίκοι και οργανισμοί για τον μέσο όρο του πληθωρισμού στη χώρα μας το 2022, γεγονός που συνεπάγεται αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Ερ: Σε ποιον βαθμό θεωρείτε ότι ο πόλεμος θα επηρεάσει τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης την τρέχουσα χρονιά και ποιες είναι οι δημοσιονομικές αντοχές της χώρας για την περαιτέρω στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, αν αυτό καταστεί αναγκαίο;
Απ: Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο μεγαλύτερος που έχει γίνει σε ευρωπαϊκό έδαφος εδώ και οκτώ δεκαετίες και έχει οδηγήσει σε κατακόρυφη άνοδο των τιμών της ενέργειας και, σε μικρότερο βαθμό, των τροφίμων. Η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται παντού.
Οι εκτιμήσεις διεθνών οίκων και οργανισμών για τη χώρα μας δείχνουν ότι φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι χαμηλότερος από αυτόν που αναμέναμε πριν λίγους μήνες. Στις συγκεκριμένες συνθήκες, η στοχευμένη στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων καθίσταται επιτακτική και αυτό ακριβώς κάνει η ελληνική κυβέρνηση. Προφανώς, τα περιθώρια στήριξης είναι μεγαλύτερα σε οικονομίες με χαμηλό δημόσιο χρέος απ’ ό,τι σε οικονομίες όπου το δημόσιο χρέος είναι ήδη πολύ υψηλό.
Δυστυχώς, η χώρα μας ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Επομένως, η στήριξη, που παρέχεται, οφείλει να είναι προσεκτικά σχεδιασμένη και στοχευμένη.
Οι αιτιάσεις που ακούγονται συχνά από την αντιπολίτευση υπέρ της καθολικής στήριξης των πάντων είναι απλώς δημαγωγικές και οικονομικά ατεκμηρίωτες.