Καθώς η αγορά εργασίας αφήνει την πανδημική λαίλαπα πίσω της, η επιστροφή στην «κανονικότητα του γραφείου» δεν αποτελεί κάτι το προφανές. Εργοδότες και εργαζόμενοι συνέχισαν το μοντέλο της εξ αποστάσεως εργασίας αλλά και της μικρότερης εργασιακής εβδομάδας, χωρίς μείωση μισθού ή παραγωγικότητας.
Ωστόσο η συχνότητα της τηλεργασίας τη δεδομένη στιγμή, έχει μειωθεί κατά πολύ, σε σχέση με την περίοδο της πανδημίας του Covid-19, σύμφωνα με έρευνα της Randstad. Mόλις το 21% των Ελλήνων εργαζομένων συνεχίζει να εργάζεται εξ αποστάσεως (έναντι 48% το 2021), με τους περισσότερους από αυτούς να εργάζονται υβριδικά.
Έστω κι έτσι πάντως, η εξ αποστάσεως εργασία φαίνεται να είναι η νέα νόρμα και οι εργοδότες θα πρέπει να έχουν ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για το πώς να την προσφέρουν και σε ποιους εργαζόμενους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της IWG, όπου το 81% των εργαζομένων αναφέρουν ότι η δυνατότητα υβριδικής εργασίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα κατά την αναζήτηση εργασίας, με το 90% να επιθυμούν την υβριδική εργασία και μόνο το 11% να επιθυμούν να επιστρέψουν στο προηγούμενο μοντέλο και να πηγαίνουν στο γραφείο και τις πέντε ημέρες της εβδομάδας.
Από την πλευρά των επιχειρήσεων το 89% αναφέρουν υψηλότερα ποσοστά διατήρησης του ανθρώπινου δυναμικού λόγω των ευέλικτων μοντέλων εργασίας, με το 88% των εταιρειών να σχεδιάζουν την πλήρη μετάβαση σε ένα ευέλικτο μοντέλο εργασίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως η νέα γενιά εργαζομένων αναζητά την εργασία του στο πρότυπο της «Πόλης των 15 λεπτών», καθιστώντας προτεραιότητα το να βρίσκεται ο χώρος εργασίας πιο κοντά στο σπίτι τους.
Λύση στη «Μεγάλη παραίτηση» η 4ήμερη εβδομάδα
Στη λογική της αναζήτησης των «καλύτερων πρακτικών» στη νέα, μετά-Covid, εργασιακή κουλτούρα, αρκετές επιχειρήσεις υιοθέτησαν το μοντέλο 4ήμερης εργασίας. Η εφαρμογή της στο εξωτερικό αποδείχθηκε στις περισσότερες περιπτώσεις επιτυχημένη, καθώς οδήγησε σε βελτιωμένη παραγωγικότητα, υψηλό ηθικό και ομαδική κουλτούρα.
Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως η 4ήμερη εργασιακή εβδομάδα είναι η λύση για την «Μεγάλη Παραίτηση», καθώς οι εργαζόμενοι που αποχωρούν από την εργασία τους, το κάνουν εκτός από τις μισθολογικές απολαβές και για να ισορροπήσουν την επαγγελματική με την προσωπική τους ζωή.
Η εργάσιμη εβδομάδα των τεσσάρων ημερών που υιοθέτησαν δοκιμαστικά 61 επιχειρήσεις στη Βρετανία από όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων (τράπεζες, εταιρείες τεχνολογίας, εκπαιδευτικοί οργανισμοί, εταιρείες συμβούλων, επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου κ.α.).
Στο πείραμα συμμετείχαν σχεδόν 3.000 εργαζόμενοι, οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα να εργάζονται είτε τέσσερις ημέρες την εβδομάδα, είτε, σε κάποιες περιπτώσεις, πέντε ημέρες, αλλά με μικρότερο ωράριο. Και όλα αυτά, βεβαίως, χωρίς μείωση του μισθού τους.
Επειτα από δοκιμαστική εφαρμογή επί έξι μήνες, 56 από τις 61 εταιρείες -αναλογία που ισοδυναμεί με εννέα στις δέκα- αποφάσισαν να το επεκτείνουν. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται και 18 που ανακοίνωσαν ότι το υιοθετούν πλέον σε μόνιμη βάση.
Κίνητρο των επιχειρήσεων και κριτήριο της επιτυχίας του πειράματος ήταν η αύξηση της παραγωγικότητας και η καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στη σταδιοδρομία και την οικογενειακή ή την προσωπική ζωή.
Οι εταιρείες ανακοίνωσαν επίσης ότι κατά τη διάρκεια του πειράματος μειώθηκαν κατά τα 2/3 οι αναρρωτικές άδειες που ζητούσαν οι υπάλληλοί τους, ενώ οι αποχωρήσεις υπαλλήλων ήταν κατά 57% λιγότερες. Οι εταιρείες ανακοίνωσαν, άλλωστε, πως τα έσοδά τους αυξήθηκαν 1/3, κατά μέσον όρο, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021.
Το τετραήμερο είναι το μέλλον
Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν πιλοτικές εφαρμογές της τετραήμερης εβδομάδας εργασίας σε Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία, Ιρλανδία, Ισπανία, ΗΠΑ και Ισλανδία. Τα αποτελέσματα ήταν θετικά. Η υγεία και η ευεξία των εργαζομένων βελτιώθηκαν και η παραγωγικότητα αυξήθηκε. Αρκετές έρευνες κάνουν μάλιστα λόγο ακόμα και για περιβαλλοντικά και κλιματικά οφέλη.
Διεθνής μελέτη έβαλε στο μικροσκόπιο τις χώρες του ΟΟΣΑ μεταξύ 1970 και 2007, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι: μια μείωση των ωρών εργασίας κατά 10% θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά σχεδόν 15%.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μείωση των ωρών εργασίας κατά μία ημέρα θα μπορούσε: να περιορίσει την κατανάλωση ενέργειας στο χώρο εργασίας, να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τις μετακινήσεις, προάγοντας έτσι κίνητρα για έναν βιώσιμο τρόπο ζωής. Εκτός αυτού η εξ αποστάσεως εργασία θα μπορούσε να επιφέρει παρόμοια εξοικονόμηση εκπομπών, μιας και δεν θα απαιτούνταν πια μετακινήσεις από και προς τον χώρο εργασίας.