Έχοντας προσφέρει απόδοση της τάξεως του 12% από την αρχή του έτους, η εγχώρια αγορά δείχνει να έχει κολλήσει σε ένα περιορισμένο εύρος κίνησης από τον Μάιο, υποαποδίδοντας σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές αγορές, όπως σημειώνει η Eurobank Equities.
Σύμφωνα με τη Χρηματιστηριακή, από τη μία πλευρά, οι ανησυχίες σχετικά με τις συνέπειες της μετάλλαξης «Δέλτα» και τα σημάδια επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης - σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για την πορεία της νομισματικής πολιτικής - έχουν επιβαρύνει την ευρεία διάθεση της αγοράς. Παράλληλα, οι αυξήσεις κεφαλαίου και η σημαντική εκδοτική δραστηριότητα για την άντληση κεφαλαίων από τις εισηγμένες έχουν επίσης αποστραγγίσει τη ρευστότητα, αποτελώντας έναν επιπλέον ιδιότυπο εμπόδιο για την εγχώρια αγορά. Από την άλλη πλευρά, η δυναμική των εταιρικών κερδών φαίνεται ισχυρή (ανοδικές αναθεωρήσεις μετά το δεύτερο τρίμηνο), ενώ οι αποτιμήσεις είναι αρκετά ελκυστικές (περίπου 7% risk premium που ενσωματώνεται στις μετοχές εκτός τραπεζών στα τρέχοντα επίπεδα) και οι ελληνικές μετοχές δεν έχουν ακόμη επιστρέψει πλήρως στα προ πανδημίας επίπεδα.
5+1 λόγοι αισιοδοξίας και η βάση για το επενδυτικό «story» των ελληνικών μετοχών
Έτσι, παρά την βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα γύρω από τη μετάλλαξη «Δέλτα», το επενδυτικό «story» για τις ελληνικές μετοχές έναντι των αντίστοιχων διεθνών παραμένει αρκετά ελκυστικό καθώς:
1) Η ελληνική οικονομία καταγράφει ισχυρότερη οικονομική δυναμική (ΑΕΠ στο β' τρίμηνο +16%) σε σύγκριση με την ΕΕ (β' τρίμηνο το ΑΕΠ στο +13%),
2) οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις (30 δισ. ευρώ που συσσωρεύτηκαν από τον Μάρτιο του 2020) είναι πιθανό να στηρίξουν τις καταναλωτικές δαπάνες τα επόμενα τρίμηνα.
3) Ο δείκτης PMI και ο δείκτης οικονομικού κλίματος φαίνονται πιο ισχυροί από ό,τι στην Ευρώπη (και οι δύο δείκτες κοντά σε υψηλά πολυετή επίπεδα).
4) η ελληνική οικονομία είναι σε πρώιμο κύκλο (και όχι στο μέσο του κύκλου).
5) Οι ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται, κατά μέσο όρο, με discount 30 - 35% έναντι των αντίστοιχων στην ΕΕ.
6) Εκτός από την εξομάλυνση που σχετίζεται με την πανδημία, η εγχώρια οικονομία θα στηριχθεί περαιτέρω από την εισροή των πόρων από το RRF (31 δισ. ευρώ στην περίοδο 2021-26, για την κινητοποίηση συνολικών πόρων 57,5 δισ. ευρώ, δηλαδή το 31% του προ πανδημίας ΑΕΠ).
Τα top picks
Έτσι, η Eurobank Equities διατηρεί στα top picks της, τη μετοχή του ΟΠΑΠ, της ΔΕΗ, της Μυτιληναίος και της Εθνική Τράπεζας. Από άποψη τακτικής, υποστηρίζει μια ισορροπημένη έκθεση στις ελληνικές μετοχές, εστιάζοντας σε εταιρείες με «καταλύτες» όπως η ΔΕΗ και ο ΟΠΑΠ, ισχυρή στήριξη των αποδόσεων όπως ο ΟΠΑΠ και ισχυρή δυναμική κερδοφορίας όπως είναι η Μυτιληναίος. Η Eurobank Equities αφαιρεί την ΕΧΑΕ από τα top picks της, καθώς η δυναμική της συναλλακτικής δραστηριότητας φαίνεται να έχει σταματήσει. Στο πλαίσιο των τραπεζών διατηρεί την προτίμησή της για τη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, δεδομένου πως διαθέτει ένα ισχυρό ισολογισμό που προσφέρει ένα ξεκάθαρο δρόμο προς την ανάκαμψη των κερδών, σε συνδυασμό με μια ελκυστική αποτίμηση.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει, σε ένα κάπως λιγότερο ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον δεδομένης της κορύφωσης των ανησυχιών για την ανάπτυξη και τη ρευστότητα, δεν βλέπει σημαντικά περιθώρια για θετική υπέρβαση βραχυπρόθεσμα, αλλά όπως εξηγεί εάν υπάρξει οποιαδήποτε διόρθωση θα πρέπει να αποτελέσει ένα ελκυστικό σημείο εισόδου, δεδομένης της βελτίωσης των μακροπρόθεσμων προοπτικών όπου δεν έχει γίνει ακόμη το pricing. Η χρηματιστηριακή είναι επίσης αρκετά αισιόδοξη για το 2022, καθώς τα ασφάλιστρα κινδύνου των μετοχών συμπιέζονται και η μακροοικονομική ανάκαμψη παγιώνεται.
Αναφορικά για τις τράπεζες η Eurobank Equities επισημαίνει πως η ολοκλήρωση της εξυγίανσης των ισολογισμών, η οποία είναι πλέον ορατή (θα ολοκληρωθεί έως τα μέσα του 2022) θα πρέπει να στηρίξει το περαιτέρω re-rating των τραπεζών τους επόμενους μήνες, αν και με ένα πιο σταδιακό ρυθμό, καθώς αυτό θα έπρεπε να έχει εν μέρει τιμολογηθεί. Καθώς πλησιάζει το 2022, η Eurobank Equities αναμένει ότι οι επενδυτές θα εστιάσουν περισσότερο στις προοπτικές κερδοφορίας, οι οποίες θα καθορίσουν το βαθμό στον οποίο οι ελληνικές τράπεζες θα αποτιμηθούν για την κανονικότητα και θα μειώσουν το χάσμα αποτίμησης έναντι των αντίστοιχων τραπεζών της ευρωπαϊκής περιφέρειας.