Τελευταία ενημέρωση: 28 - 11 - 22, 18:30
Σε αύξηση της τιμής στόχου για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών προχωρά η Goldman Sachs, καθώς η εγχώρια αγορά έχει περιορίσει δραστικά τις απώλειές της από τις αρχές του έτους, φτάνοντας σε επίπεδα πέριξ των 900 μονάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο αμερικανικός οίκος θέτει στόχο για το Γενικό Δείκτη στις 995 μονάδες από 900 μονάδες που ανέμενε τον Σεπτέμβριο, με την αγορά να βρίσκεται στις 900 μονάδες. Αυτό συνεπάγεται ένα περιθώριο ανόδου της τάξεως του 10,55% κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες.
Ο δείκτης αποτίμησης P/E (πολλαπλασιαστής κερδών) για την εγχώρια αγορά διαμορφώνεται στο 7,8x, χαμηλότερα από το στόχο της Goldman Sachs (7,9x) τη στιγμή που τα EPS (κέρδη ανά μετοχή) εκτιμάται πως θα ενισχυθούν κατά 9% κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες, με το consensus στο 11%.
Η θέση και η οπτική της για το Χρηματιστήριο δείχνει να ευθυγραμμίζεται με το consensus των αναλυτών που αναμένει αντίστοιχη άνοδο (με τις υψηλότερες εκτιμήσεις να αφορούν την αγορά της Κορέας (24%), της Αιγύπτου (21%), της Τσεχίας (18%), της Ινδίας (17%), των Φιλιππίνων (15%), της ηπειρωτικής Κίνας (15%), του Περού (13%), της Ταϊβάν (13%) και του Κατάρ (12%), με τη μερισματική απόδοση να εκτιμάται στο 5% (εκτίμηση σταθερή σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο)
Τεχνικά, ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται επάνω στο σημείο στήριξης των 886 μονάδων και σε περίπτωση διολίσθησης της τιμής και διάσπασης των 879 μονάδων θα ενεργοποιηθεί ο σχηματισμός «head & shoulders», με στόχο τη ζώνη τιμών 862 με 851 μονάδων. Σε αυτό το καθοδικό σενάριο, η επόμενη σημαντική στήριξη βρίσκεται στις 845 μονάδες. Στον αντίποδα, εάν η τιμή συνεχίσει ανοδικά, στις 900 μονάδες θα συναντήσει την πρώτη σημαντική αντίσταση, ενώ στις 910 μονάδες υπάρχει το τελευταίο υψηλό όπου και αυτό λογίζεται ως ένα σημαντικό επίπεδο αντίστασης.
Να σημειωθεί πως ο αμερικανικός οίκος ενισχύει επίσης την εκτίμησή του και για την πορεία του δείκτη MSCI EM (MSCI Αναδυόμενων Αγορών) στις 1.075 μονάδες από τις 1.025 μονάδες προηγουμένως (περιορισμένα περιθώρια ανόδου για τον S&P 500 και για τον Stoxx 600), επισημαίνοντας ωστόσο τη σημαντική διασπορά εντός του δείκτη.
Ευρύτερα, με τον τίτλο «Bear with it» η Goldman Sachs παρουσίασε την επενδυτική της στρατηγική για τις μετοχές βαδίζοντας προς το νέο έτος, με τους αναλυτές να εκτιμούν πως οι «αρκούδες» δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμη το έργο τους.
Η ομάδα του αμερικανικού οίκου, με επικεφαλής τον Peter Oppenheimer, παραμένει σταθερή στη θέση της πως οι αγορές δεν έχουν ακόμη φτάσει στο κατώτατο σημείο τους, με την ίδια να αναμένει χαμηλότερες αποτιμήσεις (σύμφωνες με τα πέρασμα σε μια ύφεση), έναν πυθμένα στη δυναμική της επιδείνωσης των αναπτυξιακών προοπτικών, και από την άλλη, μια κορυφή στα επιτόκια προτού περάσουμε σε μια φάση ουσιαστικής και διαρκής ανάκαμψης.
Η Goldman Sachs θα χαρακτήριζε την τρέχουσα «bear market» ως «κυκλική». Οι «κυκλικές» bear markets είναι εκείνες που έχουν ως «οδηγό» και στηρίζονται κυρίως από τον οικονομικό κύκλο και από την αύξηση των επιτοκίων, που προκαλούν φόβους τόσο για μια οικονομική ύφεση όσο και για μια πτώση της κερδοφορίας. Αυτοί οι τύποι «bear market» συνήθως φτάνουν να καταγράφουν μια πτώση περίπου 30%, με μια μέση διάρκεια 26 μηνών, τη στιγμή που χρειάζονται 50 μήνες για να ανακάμψουν. Αυτό αποτελεί ένα πιο ήπιο περιβάλλον, συγκριτικά με τις πτώσεις της τάξεως του 60% που καταγράφονται στις «δομικές» bear markets, οι οποίες συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με μεγάλες «φούσκες» σε assets και μια μόχλευση του ιδιωτικού τομέα και παρόμοιες σε μέγεθος με τις φάσεις των αγορών που στηρίζονται «με γνώμονα τα γεγονότα» (αυτές που προκαλούνται από εξωγενείς κραδασμούς).
Ο στόχος για τον δείκτη βαρόμετρο S&P 500 ορίζεται στις 4.000 μονάδες για το 2023, στις 450 μονάδες για τον Stoxx 600, στις 2.100 για τον Topix και στις 550 μονάδες για τον MSCI Asia Pacific (εκτός Ιαπωνίας).