Silicon Valley Bank: Ένα ακόμη «δέντρο» σε ένα ομιχλώδες «δάσος»;

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Silicon Valley Bank: Ένα ακόμη «δέντρο» σε ένα ομιχλώδες «δάσος»;
Γιατί η Silicon Valley Bank δεν αποτελεί μια νέα «Lehman Brothers» για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Πώς οι επιθετικοί χειρισμοί των κεντρικών τραπεζών και τα υψηλά επιτόκια αρχίζουν να προκαλούν φαινόμενα «Silicon Valley Bank». Οι διαφορές με το 2007 και η ισχύς του δολαρίου που προκαλεί κλυδωνισμούς.

Καθυχαστική δείχνει να εμφανίζεται η πλειονότητα των αναλυτών και των οικονομολόγων ως προς την πρόκληση ενός ευρύτερου ντόμινο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα από το σκηνικό κατάρρευσης της Silicon Valley Bank.

Η πτώση της SVB από μόνη της δεν τρομάζει, αλλά ο τρόπος και η εξέλιξη αυτής σαφώς ταρακούνησε, επανέφερε και υπενθύμισε στις αγορές και στο ευρύτερο σύστημα τις επιπτώσεις από την ταχεία και «επιθετική» αύξηση των επιτοκίων, σηματοδοτώντας πιθανότατα την πρώτη από αρκετές που θα ακολουθήσουν (πέρα από τον τραπεζικό κλάδο). Βέβαια αυτό δε συνεπάγεται απαραίτητα το σταδιακό πέρασμα από την πληθωριστική κρίση σε μια νέα χρηματοοικονομική κρίση καθώς οι κεντρικές τράπεζες διαθέτουν τα εργαλεία ώστε να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις ρευστότητας που προκύπτουν από την αύξηση των επιτοκίων και την πτώση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, παρότι η βασική προβληματική της SVB συγκεντρώνονταν στη δομή της (υψηλός όγκος καταθέσεων από τεχνολογικές startups που στηρίζονται και χρηματοδοτούνται από venture capitals και μάλιστα με υψηλότερα επιτόκια στις καταθέσεις από αρκετές μεγαλύτερες τράπεζες - χαμηλότερες δανειοδοτήσεις και επενδύσεις σε ομόλογα μακροπρόθεσμου ορίζοντα προτού η Fed ξεκινήσει να αυξάνει «επιθετικά» τα επιτόκια).

«Πρόκειται για μια κλασική αναντιστοιχία περιουσιακών στοιχείων - παθητικού, που προκαλείται από τα υψηλότερα επιτόκια και επιδεινώνεται από τη μόχλευση», όπως αναφέρει ο Jurrien Timmer, επικεφαλής της Fidelity στο σκέλος των μακροοικονομικών. «Ορισμένες τράπεζες προσφέρθηκαν να καταβάλουν υψηλότερα επιτόκια στους καταθέτες τους, αλλά καθώς η Fed αύξησε τα επιτόκια και οι αξίες των ομολόγων μειώθηκαν, τράπεζες όπως η SVB υφίσταντο ζημίες από την έκθεσή τους στα ομολογιακά». Επιπλέον, η SVB διατήρησε χαμηλότερο επίπεδο καταθέσεων και επένδυσε ένα μεγαλύτερο ποσοστό του κεφαλαίου της προκειμένου να προσπαθήσει να καταβαλει τα σχετικά υψηλότερα επιτόκια. Να σημειωθεί πως μέτοχοι της Silicon Valley Bank ήταν η Vanguard (11%) και η BlackRock (8%) μέσω της έκθεσής τους στους διάφορους δείκτες αμοιβαίων κεφαλαίων και ETF, ενώ εντάσσονται και άλλοι ισχυροί διαχειριστές και συνταξιοδοτικά ταμεία όπως η State Street, η J.P. Morgan, η Invesco, το σουηδικό συνταξιοδοτικό ταμείο Alecta που κατείχε το 4,45% των συνολικών μετοχών αλλά και το κρατικό συνταξιοδοτικό ταμείο της Ιαπωνίας που κατείχε το 0,59% των μετοχών της.

Από την άλλη, η μεγαλύτερη απειλή έγκειται σύμφωνα με τον επικεφάλης οικονομολόγο της Capital Economics, Neil Shearing, στο ότι τα υψηλότερα επιτόκια προκαλούν υψηλές και ταυτόχρονες μειώσεις στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων που απειλούν τη φερεγγυότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Από την άλλη, οι περισσότερες τράπεζες είναι καλύτερες κεφαλαιοποιημένες (υψηλότερα κεφαλαιακά αποθέματα - με ενισχυμένα stress tests) ώστε να αντέξουν τις μειώσεις των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, συγκριτικά με το το 2007.

Ωστόσο, εάν ανακύψουν νέα προβλήματα, είναι πιθανό να εμφανιστούν στον πιο σκιώδη τραπεζικό κλάδο ή σε οικονομίες όπου τα επιτόκια αυξάνονται ιδιαίτερα απότομα. Ο Shearing στέκεται ιδιαίτερα στην αυστηρή προειδοποίηση της Τράπεζας της Αγγλίας ότι η δυσλειτουργία στην αγορά ομολόγων αποτελεί πλέον έναν «ουσιαστικό κίνδυνο» για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου εγείροντας το πιο ουσιαστικό ερώτημα γύρω από εάν μια απότομη αύξηση του κόστους δανεισμού θα πυροδοτήσει χρηματοπιστωτικές κρίσεις σε μέρη της παγκόσμιας οικονομίας.

Υπό αυτό το πρίσμα, θα πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός των προβλημάτων που προκαλούνται από την έλλειψη ρευστότητας έναντι αυτών που προκαλούνται από την έλλειψη φερεγγυότητας. Οι κρίσεις ρευστότητας συμβαίνουν όταν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αντιμετωπίζουν πιέσεις από την πλευρά του παθητικού τους (τα υψηλά επιτόκια επέφεραν μεγαλύτερο πλήγμα σε αυτή την πλευρά της SVB και σαφώς ξεπέρασαν τα όποια οφέλη στο ενεργητικό) και – σε σχετικούς όρους, τουλάχιστον – είναι σχετικά διαχειρίσιμες από τις κεντρικές τράπεζες. Ενώ οι ιδιαιτερότητες μεταξύ των κρίσεων ρευστότητας διαφέρουν, η επίλυσή τους σχεδόν πάντα εντάσσει την κεντρική τράπεζα ως «lender of last resort» (δανειστής έσχατης ανάγκης), με πληθώρα εργαλείων, συμπεριλαμβανομένων των δημοπρασιών repo, δανεισμού μέσω «discount windows» και αγορών περιουσιακών στοιχείων.

Και ενώ οι κρίσεις ρευστότητας μπορούν να προκαλέσουν μια αναταραχή στις αγορές, το πλήγμα στην πραγματική οικονομία είναι συχνά περιορισμένο εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κινηθούν και ανταποκριθούν άμεσα.

Από την άλλη, οι κρίσεις φερεγγυότητας αποτελούν μια πολύ σοβαρότερη απειλή για την πραγματική οικονομία και συμβαίνουν όταν η αξία των περιουσιακών στοιχείων ενός ιδρύματος υποχωρούν χαμηλότερα από αυτή των υποχρεώσεών τους. Ως εκ τούτου, επιφέρουν ισχυρές απώλειες που θα πρέπει να διοχετευθούν σε κάποιο τμήμα του ευρύτερου οικονομικού συστήματος. Εάν αυτό συμβεί σε μεγάλη κλίμακα, μπορεί να βλάψει ολόκληρο το σύστημα χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης και δημιουργίας πιστώσεων, κάτι που με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει μια απότομη συρρίκνωση στην πραγματική οικονομία. Πέραν αυτών, θα πρέπει να σημειωθεί πως οι μεγάλες και συστημικές κρίσεις φερεγγυότητας συνήθως απαιτούν κρατικές παρεμβάσεις και μέτρα στήριξης ώστε το κράτος και οι κυβερνήσεις να απορροφήσουν τις ζημίες και να ανακεφαλαιοποιήσουν τμήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Βέβαια μια νέα «πηγή» κινδύνου για το ευρύτερο χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα είναι ο σκιώδης τραπεζικός κλάδος, ο οποίος εξ ορισμού είναι σκιώδης και δύσκολος στην παρακολούθηση και την εξέτασή του. Μια δεύτερη «πηγή» κινδύνου εντοπίζεται στο τρέχον ασυνήθιστο πλαίσιο καταστάσεων που έχει διαμορφωθεί. Πριν ξεκινήσει ο πρόσφατος κύκλος αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής, τα επιτόκια βρίσκονταν στο εύρος του 0 - 0,25% στις ΗΠΑ, στο 0,1% στη Βρετανία και στο -0,5% στην Ευρωζώνη. Αυτή η περίοδος των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων μπορεί να δικαιολογήθηκε αρχικά από την ανάγκη ενεργοποίησης μιας έκτακτης ισχυρής στήριξης στις οικονομίες στο απόγειο της πανδημίας, ενισχύοντας κατά συνέπεια - και κατά κύριο λόγο «φουσκώνοντας» - τις τιμές όλων των περιουσιακών στοιχείων, κάτι που άλλαξε άρδην, με τα επιτόκια να αυξάνονται κατακόρυφα, ενισχύοντας τους κινδύνους μιας αντίστοιχης κλίμακας ντόμινο ταυτόχρονων μειώσεων των τιμών assets. Φυσικά, η αλληλεπίδραση μεταξύ της δημοσιονομικής πολιτικής και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας είναι ιδιαίτερα κρίσιμη και σε ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και αυξανόμενων επιτοκίων, με τις κυβερνήσεις να έχουν πλέον πολύ λιγότερα περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών.

Μια τρίτη «πηγή» κινδύνου είναι η κατάσταση στις αγορές συναλλάγματος. Συγκεκριμένα, η ισχύς του δολαρίου ενδέχεται να έχει προκαλέσει διάφορα προβλήματα σε εταιρείες που έχουν δανειστεί σε δολάριο και δεν έχουν αντίστοιχη ροή εσόδων σε αυτό ή δεν έχουν προβεί σε κάποιο hedging (αντιστάθμιση κινδύνου). Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να προκαλέσει ζημίες για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν προβεί σε έναν δανεισμός ως προς αυτές τις εταιρείες.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο έμπειρος οικονομολόγος της Capital Economics, «καθώς τα σύννεφα αρχίζουν να πυκνώνουν πάνω από την παγκόσμια οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αξίζει να έχουμε κατά νου ότι η μόχλευση του χρηματοοικονομικού τομέα και των νοικοκυριών είναι πολύ χαμηλότερη τώρα από ό,τι ήταν το 2007 στις μεγάλες προηγμένες οικονομίες».

Από την άλλη, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες δείχνουν να μην βρίσκουν ακόμη φως στην άκρη του τούνελ του υψηλού πληθωρισμού, της συνέχειας στις «επιθετικές» αυξήσεις των επιτοκίων με μεγαλύτερο πλέον χρονικό εύρος διατήρησης, των επιπτώσεων που απορρέουν από αυτές τις κινήσεις σε εταιρείες και νοικοκυριά και μιας ενδεχόμενης ύφεσης ως «αναγκαίο κακό». Καλούνται λοιπόν να επιλέξουν τι θα θυσιάσουν και υπό το βάρος ποιών επιπτώσεων...

«Υπάρχει μια παλιά παροιμία που λέει ότι η Fed «σφίγγει» μέχρις ότου σπάσει κάτι», αναφέρει σε σημείωμά του ο Timmer. «Φαίνεται ότι έχουμε μια αίσθηση ότι κάτι αρχίζει να σπάει κατά τη διάρκεια αυτού του κύκλου της Fed»...

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Silicon Valley Bank: Η χρεοκοπία και οι φόβοι για ντόμινο - Οι αυξήσεις των επιτοκίων «ταρακουνούν» τις τράπεζες- Startups σε πανικό

Crypto: H Circle έχει κεφάλαια 3,3 δισ. δολαρίων στην Silicon Valley Bank που έγιναν... καπνός

Moody's: Είχε προειδοποιήσει την τράπεζα Silicon Valley Bank για τις ανησυχητικές εξελίξεις

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider