Ένα νέο, ακόμη μεγαλύτερο ράλι στο κόστος του φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές θα προκαλούσε ενδεχόμενη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Είναι ενδεικτικό ότι η Goldman Sachs και η Capital Economics εκτιμούν πως, σε μία τέτοια περίπτωση, οι τιμές του φυσικού αερίου στο ολλανδικό hub (TTF) είναι πιθανόν να ξεπεράσουν ακόμη και τα επίπεδα-ρεκόρ των 180 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, που καταγράφηκαν στα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου.
Καθώς το φυσικό αέριο αποτελεί βασικό «καύσιμο» στην Ευρώπη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, σε αυτό το απευκταίο σενάριο, θα εκτροχιάζονταν και οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικές ενέργειας, «βάζοντας φωτιά» επομένως και στο κόστος του ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Απόδειξη το γεγονός ότι το ρεκόρ στο κόστος του φυσικού αερίου τον Δεκέμβριο συνοδεύτηκε και από «ιστορικό υψηλό» στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού στο σύνολο σχεδόν των χωρών της Γηραιάς Ηπείρου.
Έως 3 χρόνια η περιορισμένη προσφορά
Οι παραπάνω δυσοίωνες προβλέψεις εδράζονται στην έτσι κι αλλιώς δυσμενή συγκυρία για την Ευρώπη, στην οποία η στενότητα προσφοράς φυσικού αερίου συνδυάζεται με τα ιστορικά χαμηλά αποθέματα στις αποθήκες καυσίμου, εν μέσω μάλιστα της χειμερινής περιόδου. Επομένως, στην περίπτωση έναρξης εχθροπραξιών, και μόνο η προοπτική διατάραξης του ανεφοδιασμού από τη Ρωσία είναι αρκετή για να εκτινάξει την τιμή του αερίου στα ύψη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Goldman Sachs εκτιμά πως, στο σενάριο κλιμάκωσης της έντασης, η αβεβαιότητα στις εισαγωγές ρωσικού αερίου θα προκαλέσει σημαντική άνοδο των τιμών του καυσίμου στις ευρωπαϊκές αγορές. Σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, στην περίπτωση που υπάρξει όντως περιορισμός των εισαγωγών, τότε δεν αποκλείεται οι τιμές να φτάσουν ή και να ξεπεράσουν το ρεκόρ του περασμένου Δεκεμβρίου.
Παράλληλα οι κυρώσεις από Ε.Ε. και ΗΠΑ στη Ρωσία, στο σενάριο εισβολής στην Ουκρανία, είναι πολύ πιθανό να βάλουν στο «κάδρο» και τον αγωγό Nord Stream 2, καθυστερώντας ή και ματαιώνοντας την πιστοποίηση του έργου. Μία τέτοια προοπτική, υπογραμμίζει η Goldman Sachs, θα μπορούσε να παρατείνει για μια τριετία τη στενότητα προσφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Στο αντίκτυπο των κυρώσεων στη Ρωσία, αλλά και στον περιορισμό της προμήθειας αερίου από τη Μόσχας ως «απάντηση», εντοπίζει ο William Jackson, αναλυτής από την Capital Economics, τα δύο βασικά σενάρια εκτίναξης των τιμών στη Ρωσία. Μάλιστα, εκτός από την αύξηση του κόστους του καυσίμου στα επίπεδα ρεκόρ του Δεκεμβρίου, ο Jackson εκτιμά πως σε χώρες με μεγάλη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, όπως αυτές της ανατολικής Ευρώπης, είναι πιθανό να υπάρξουν σημαντικά προβλήματα ανεφοδιασμού, προκαλώντας προγραμματισμένες διακοπές παροχής.
Προστασία των μεγαλύτερων πελατών-χωρών
Η Ρωσία αποτελεί βασικό προμηθευτή της Ευρώπης με φυσικό αέριο, καλύπτοντας το 35- 40% των αναγκών της «Γηραιάς Ηπείρου» σε καύσιμο. Οι αρνητικές συνέπειες μίας στρατιωτικής σύρραξης επιδεινώνονται επίσης από το γεγονός ότι θα διαταραχθούν οι εισαγωγές μέσω της Ουκρανίας, από την οποία διοχετεύονται σημαντικές ποσότητες ρωσικού αερίου στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με αναλυτές της Eurasia Group, μία τέτοια μερική διακοπή της τροφοδοσίας θα προκαλούσε σημαντική άνοδο των τιμών του αερίου, ενώ χώρες στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη θα αντιμετώπιζαν προβλήματα επάρκειας τροφοδοσίας, τα οποία θα έπλητταν τόσο τη θέρμανση όσο και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Πάντως, οι ίδιοι αναλυτές εκτιμούν πως εκτιμούν οι όποιες αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις δύσκολα θα περιλάμβαναν τις εισαγωγές ρωσικού αερίου, λόγω των πολλαπλών προβλημάτων που θα προκαλούνταν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και κοινωνίες. Επίσης, προβλέπουν ότι η Μόσχα θα φρόντιζε ώστε να «θωρακίσει» όσο το δυνατόν περισσότερο τα κράτη που προμηθεύονται τις μεγαλύτερες ποσότητες ρωσικού αερίου, όπως την Ιταλία και τη Γερμανία.
Ανυπολόγιστες οι συνέπειες μιας πλήρους διακοπής του ρωσικού αερίου
Με την ίδια λογική, εκτιμούν πως είναι εξαιρετικά απίθανο η Μόσχα, ως αντίποινα στις κυρώσεις, να προχωρήσει σε πλήρη διακοπή της τροφοδοσίας της Ευρώπης. Όπως επισημαίνουν, ο λόγος είναι πως μία τέτοια κίνηση θα προκαλούσε μεγάλες οικονομικές ζημιές στη Ρωσία, ενώ παράλληλα θα είχε ως συνέπεια την εκκίνηση συντονισμένων προσπαθειών από τα ευρωπαϊκά κράτη ώστε να μειώσουν μόνιμα την εξάρτησή τους από τη Μόσχα.
Σε αυτό το πλαίσιο φαίνεται να εντάσσονται και οι διαβεβαιώσεις του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν προς τον Ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, για την αδιάλειπτη τροφοδοσία της Ιταλίας με φυσικό αέριο. Σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Tass, οι δύο αρχηγοί κρατών είχαν τηλεφωνική επικοινωνία τη Δευτέρα, με τον Ιταλό πρωθυπουργό να διαμηνύει ότι η έναρξη της διαδικασίας αποκλιμάκωσης είναι ζωτικής σημασίας για την αποφυγή σοβαρών συνεπειών που μπορεί να βαθύνουν την κρίση.
Σύμφωνα πάντως με τους αναλυτές της Eurasia Group, αν η Ρωσία έκλεινε τελείως τις στρόφιγγες προς την Ευρώπη, τότε οι συνέπειες θα ήταν ανυπολόγιστες – όχι μόνο για την οικονομία, αλλά και για τη δημόσια υγεία, με δεδομένες τις χαμηλές θερμοκρασίες που ακόμη επικρατούν. Μάλιστα, η ενδεχόμενη αύξηση των εισαγωγών LNG από το Κατάρ και τις ΗΠΑ δεν θα επαρκούσε να αντικαταστήσει τις ποσότητες ρωσικού αερίου που θα εξέλιπαν από τις ευρωπαϊκές αγορές, με τις τιμές του καυσίμου να εκτινάσσονται σε πρωτόγνωρα επίπεδα.
Η εκτίμηση αυτή συνάδει με τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας του Κατάρ (το οποίο αποτελεί από τους κορυφαίους εξαγωγείς φυσικού αερίου στον κόσμο) πως το εμιράτο δεν θα είναι σε θέση να αναπληρώσει μονομερώς τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, σε περίπτωση ελλείψεων λόγω της κρίσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Στο ενδεχόμενο πλήρους διακοπής των ρωσικών εισαγωγών, οι εναλλακτικές που έχει η Ευρώπη πέρα από την αύξηση των εισαγωγών LNG είναι να ζητήσει την ενίσχυση των ποσοτήτων αερίου αγωγού που προμηθεύεται από την Αλγερία (μέσω της Ισπανίας), το Αζερμπαϊτζάν και η Νορβηγία. Επίσης, θα αναγκαζόταν να εξαντλήσει όλα τα αποθέματα στις ευρωπαϊκές αποθήκες, να ενεργοποιήσει όλες τις εναλλακτικές πηγές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης και, στην έσχατη περίπτωση, να ενεργοποιήσει περικοπές