Εύσημα στις ελληνικές τράπεζες για την εξαιρετική μείωση των κόκκινων δανείων που πέτυχαν το 2021 μέσω του «Ηρακλή», αποδίδει η 14η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Η Έκθεση αναφέρει ότι το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε στα 18,4 δισ. ευρώ και ο δείκτης NPE στο 12,8%, με δύο από τις συστημικές τράπεζες να έχουν ήδη μονοψήφιο δείκτη και οι άλλες να τον επιτυγχάνουν εντός του 2022.
Η Έκθεση επισημαίνει τον κρίσιμο ρόλο των εταιρειών διαχείρισης για την εξαγωγή του προβλήματος των κόκκινων δανείων και από την οικονομία, ενώ αναφέρει ότι το κόστος των μελλοντικών τιτλοποιήσεων για τις τράπεζες θα αυξηθεί λόγω των αυξανόμενων προμηθειών εγγύησης στα ασφάλιστρα κινδύνου ως απόρροια των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία. Η σταδιακή ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς για τα κόκκινα δάνεια, αναφέρει η Έκθεση, αναμένεται να διευκολύνει την τραπεζική αναχρηματοδότηση των οφειλετών που θα αναδιαρθρώσουν τα δάνειά τους και θα ξαναγίνουν ενήμεροι, επιτρέποντάς τους υπό ορισμένες προϋποθέσεις να επιστρέψουν ξανά μελλοντικά στα βιβλία δανείων των τραπεζών.
Σχετικά με την προοπτική δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων, η Έκθεση επισημαίνει ότι οι κίνδυνοι παραμένουν εξαιτίας των επιπτώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία στις οικονομικές προοπτικές και στο διαθέσιμο εισόδημα. Οι εισροές νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων από την πανδημία είναι περιορισμένες, αλλά ακριβής εικόνα δεν μπορεί να εξαχθεί πριν από τον Ιούνιο του 2022, όταν θα έχουν λήξει όλα τα μέτρα στήριξης (μορατόρια).
Η βασική κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί σε όλα τα βασικά επιμέρους μεγέθη, διαπιστώνει η Έκθεση. Η ισχυρή αύξηση των εσόδων από προμήθειες συνέβαλε στην αντιστάθμιση των πιέσεων στα έσοδα από τόκους λόγω του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων και της ολοκλήρωσης των τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα του μείγματος εσόδων. Δεδομένης της σημαντικής κατοχής ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, οι συστημικές τράπεζες έχουν λάβει μέτρα για τον μετριασμό του αντικτύπου των πιθανών αυξήσεων των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων στην κερδοφορία τους.
Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία πιέζουν το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών, αλλά αυτές προβλέπουν να τις αντισταθμίσουν, υλοποιώντας τα επιχειρηματικά τους σχέδια για αύξηση της πιστωτικής επέκτασης (οι προοπτικές για την πιστωτική επέκταση έχουν γίνει πιο αβέβαιες, αλλά τα σχέδια των τραπεζών για νέα δάνεια παραμένουν φιλόδοξα), έχοντας χαμηλότερες απομειώσεις μετά τις πρόσφατες προσπάθειες για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και αναπτύσσοντας εναλλακτικές πηγές εσόδων με την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού τους.
Η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών συνέχισε να επηρεάζει το 2021 την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών, αλλά οι προοπτικές για το 2022 επωφελούνται από μειωμένες ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων και ισχυρότερη δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου μέσω αυξημένων κερδών. Παραμένει η ανησυχία για την ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών καθώς υψηλό ποσοστό τους (περίπου 64% του εποπτικού κεφαλαίου στο τέλος του 2021 σε ενοποιημένο επίπεδο) αποτελείται από αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις.
Αναλυτικά, η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας για τις ελληνικές τράπεζες αναφέρει τα εξής:
Εξυγίανση ισολογισμών με μείωση κόκκινων δανείων
Οι ελληνικές τράπεζες είχαν μία εξαιρετική χρονιά στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η εστίασή τους σταδιακά μετατοπίζεται στην αντιμετώπιση του μη εξυπηρετούμενου χρέους για βιώσιμους οφειλέτες, όπου είναι εφικτό.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων διαμορφώθηκε σε 12,8% τον Δεκέμβριο του 2021, έχοντας υποχωρήσει δραστικά από 30,1% στο τέλος του 2020 και 40,6% στο τέλος του 2019. Δύο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν καταγράψει μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τέλος του 2021, ενώ οι άλλες δύο αναμένεται να επιτύχουν τον ίδιο στόχο το αργότερο μέχρι το τέλος του 2022. Ο κύριος μοχλός αυτής της ταχείας πτώσης του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο έχει υποχωρήσει στα 18,4 δις. ευρώ από το ανώτατο επίπεδο των 107,2 δις. ευρώ (τέλη Μαρτίου 2016), ήταν οι συναλλαγές τιτλοποίησης στο πλαίσιο του Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων «Ηρακλής». Άλλες τρεις συναλλαγές τιτλοποίησης από συστημικές τράπεζες βρίσκονται σε εξέλιξη και αναμένεται να ολοκληρωθούν στο χρονοδιάγραμμα που έχουν ανακοινώσει. Το κόστος για τις τράπεζες για μελλοντικές συναλλαγές τιτλοποίησης θα αυξηθεί λόγω των αυξανόμενων προμηθειών εγγύησης ως απόρροια των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία στα ασφάλιστρα κινδύνου.
Οι μελλοντικές προσπάθειες για τη μετατόπιση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων πιο κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα βασίζονται όλο και περισσότερο στην προσφορά νέων δανείων από τις τράπεζες (αύξηση στο κλάσμα του παρονομαστή), καθώς και στη διαχείριση δανείων που δεν εξυπηρετούνται ή βρίσκονται σε κίνδυνο αθέτησης και την ικανότητα των τραπεζών να προσφέρουν βιώσιμες μακροπρόθεσμες λύσεις. Ταυτόχρονα, η αποτελεσματική ανάκτηση εξασφαλίσεων θα είναι κρίσιμη όταν είναι η επιτυχής αναδιάρθρωση του δανείου δεν είναι εφικτή.
Η καθαρή δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίζεται με περιορισμένο ρυθμό, αλλά οι κίνδυνοι στην ποιότητα του ενεργητικού για τις τράπεζες παραμένουν. Οι καθαρές εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίστηκαν και στο τέταρτο τρίμηνο του 2021, για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο, αν και με πιο περιορισμένο ρυθμό. Τα προϊόντα step - up των τραπεζών για βιώσιμους πελάτες που αντιμετωπίζουν προσωρινές δυσκολίες αποπληρωμής, τα μορατόριουμ που χορηγήθηκαν στον τομέα της φιλοξενίας έχουν σχεδόν λήξει πλήρως στα τέλη του 2021, ενώ ο σημαντικός αριθμός των δανείων που επωφελούνται από μέτρα κρατικής στήριξης μέσω των κρατικών προγραμμάτων «Γέφυρα Ι» και «Γέφυρα ΙΙ» λήγουν σταδιακά το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Οι τράπεζες συνεχίζουν να αναφέρουν σταθερό και περιορισμένο ρυθμό αθέτησης και εκ νέου default δανείων μετά την έξοδο από τα μορατόριουμ, τα αρχικά σημάδια δείχνουν παρόμοιο ποσοστό αθέτησης για τα δάνεια που εξέρχονται από το σχέδιο «Γέφυρα», ενώ κάπως υψηλότερος είναι ο ρυθμός αθέτησης για όσους εξέρχονται από τα προϊόντα step - up των τραπεζών.
Πάντως, ασφαλή αποτελέσματα για το πώς έχουν πάει τα δάνεια που είχαν ενταχθεί σε μέτρα στήριξης, δεν θα είναι διαθέσιμα πριν από το τέλος Ιουνίου 2022.
Επιπλέον, αν και η άμεση ή έμμεση έκθεση του ελληνικού τραπεζικού τομέα στη Ρωσία ή την Ουκρανία είναι περιορισμένη, υπάρχουν κίνδυνοι για την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών που απορρέουν από πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις του πολέμου στις οικονομικές προοπτικές και το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η επιτυχής επίλυση της κληρονομιάς του ιδιωτικού μη εξυπηρετούμενου χρέους εξαρτάται όλο και περισσότερο για τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων που έχουν αναλάβει την εξυπηρέτηση των τιτλοποιημένων και πωληθέντων δανείων. Το μη εξυπηρετούμενο χρέος που έχει βγει από τους ισολογισμούς των τραπεζών παραμένει στα χέρια των εταιρειών διαχείρισης οι οποίες διαχειρίστηκαν 79,7 δις. ευρώ κυρίως μη εξυπηρετούμενων δανείων στα τέλη Δεκεμβρίου 2021, μεγάλο μέρος των οποίων με τη μορφή τιτλοποιημένων χαρτοφυλακίων NPLs στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής». Οι εταιρείες διαχείρισης στοχεύουν να μεγιστοποιήσουν τις ανακτήσεις μέσω αναδιαρθρώσεων και, αν δεν είναι εφικτό, μέσω ρευστοποιήσεων. Η πανδημία έχει περιπλέξει την ομαλή εκτέλεση των επιχειρηματικών σχεδίων των εταιρειών διαχείρισης για ορισμένα από τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το νέο εργαλείο εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών και η ομαλοποίηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, που ξεκίνησε το τέταρτο τρίμηνο του 2021, αναμένεται επίσης να διευκολύνει τις προσπάθειες των Servicers να επιτύχουν τους στόχους των επιχειρηματικών τους σχεδίων. Επιπλέον, προκειμένου να βελτιώσουν τη δημιουργία ταμειακών ροών για ορισμένες τιτλοποιήσεις, οι Servicers εξετάζουν το ενδεχόμενο στοχευμένων πωλήσεων δανειακών χαρτοφυλακίων. Η σταδιακή ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς για αυτά δάνεια αναμένεται να διευκολύνει την τραπεζική αναχρηματοδότηση των οφειλετών που θα αναδιαρθρώσουν τα δάνειά τους και θα ξαναγίνουν ενήμεροι, επιτρέποντάς τους υπό ορισμένες προϋποθέσεις να επιστρέψουν ξανά μελλοντικά στα βιβλία δανείων των τραπεζών.
Κερδοφορία και κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών
Η βασική κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί σε όλα τα βασικά επιμέρους μεγέθη. Και οι τέσσερις τράπεζες κατέγραψαν κέρδη το 2021 εξαιρουμένων των έκτακτων γεγονότων. Τα αποτελέσματα δύο από τις συστημικές τράπεζες επηρεάστηκαν από τις εφάπαξ ζημίες που προέκυψαν από την εξυγίανση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ωστόσο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ίδιων των τραπεζών, όλες οι επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες ήταν κερδοφόρες, γεγονός που υποδηλώνει σταδιακή επιστροφή στην κερδοφορία.
Η ισχυρή αύξηση των εσόδων από προμήθειες συνέβαλε στην αντιστάθμιση των πιέσεων στα έσοδα από τόκους λόγω του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων και της ολοκλήρωσης των τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα του μείγματος εσόδων. Δεδομένης της σημαντικής κατοχής ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, οι συστημικές τράπεζες έχουν λάβει μέτρα για τον μετριασμό του αντικτύπου των πιθανών αυξήσεων των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων στην κερδοφορία τους.
Στην πλευρά του κόστους, οι τράπεζες συνεχίζουν τις προσπάθειές τους να περιορίσουν το κόστος προσωπικού. Η τρέχουσα αβεβαιότητα της αγοράς είχε αρνητικό αντίκτυπο στο μακροπρόθεσμο μη εξασφαλισμένο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών και μπορεί να επηρεάσει τη στρατηγική τους για περαιτέρω εκδόσεις ομολόγων, στο πλαίσιο της υποχρέωσης MREL (ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις).
Οι τράπεζες προβλέπουν να αντισταθμίσουν τις πιθανές πιέσεις στο κόστος χρηματοδότησής τους λόγω αυτών των παραγόντων, υλοποιώντας τα επιχειρηματικά τους σχέδια για αύξηση της πιστωτικής επέκτασης, τις χαμηλότερες απομειώσεις μετά τις πρόσφατες προσπάθειες για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών εσόδων με την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού τους.
Οι τράπεζες διατήρησαν τους φιλόδοξους στόχους των επιχειρηματικών τους σχεδίων για σημαντική αύξηση των νέων δανείων, παρά τους κινδύνους από τη γεωπολιτική αβεβαιότητα και το υψηλό ενεργειακό κόστος στη ζήτηση πιστώσεων. Ταυτόχρονα η φύση της ζήτησης για πίστωση από τις εταιρείες μπορεί να στραφεί προς το κεφάλαιο κίνησης και όχι προς τη χρηματοδότηση επενδυτικών αναγκών.
Η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών συνέχισε να επηρεάζει τις κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών, αλλά οι προοπτικές για το 2022 επωφελούνται από μειωμένες ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων και ισχυρότερη δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου μέσω αυξημένων κερδών.
Ο μέσος όρος των κοινών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών Tier 1 και Total Capital ήταν στο τέλος του 2021 στο 12,6% και στο 15,2% του σταθμισμένου κινδύνου ενεργητικού σε ενοποιημένη βάση, αντίστοιχα. Η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών ήταν χαμηλότερη από το τέλος του 2020 (15,0% και 16,6%), αντανακλώντας το κόστος της απομόχλευσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη σταδιακή κατάργηση των μεταβατικών προληπτικών προσαρμογών.
Η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών το 2021 υποστηρίχθηκε από επιτυχημένες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου δύο τραπεζών και από ορισμένες συνθετικές τιτλοποιήσεις. Περαιτέρω ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης αναμένεται να υλοποιηθούν στο 2022, ενώ η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών αναμένεται να ωφεληθεί και από την παραγωγή οργανικών κερδών, μέσω της αυξημένης κερδοφορίας.
Καθώς το μεγαλύτερο μέρος των δράσεων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν ολοκληρωθεί, η επίδραση της εκκαθάρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών ελαττώνεται. Ωστόσο, η κεφαλαιακή θέση παραμένει μία από τις χαμηλότερες στην ΕΕ και η ποιότητά της εξακολουθεί να εμπνέει ανησυχία, καθώς περιέχει υψηλό και αυξανόμενο μερίδιο αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (περίπου 64% του εποπτικού κεφαλαίου στο τέλος του 2021 σε ενοποιημένο επίπεδο).
Πιστωτική επέκταση
Οι προοπτικές για την πιστωτική επέκταση έχουν γίνει πιο αβέβαιες, αν και τα σχέδια των τραπεζών για νέα δάνεια παραμένουν φιλόδοξα.
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των πιστώσεων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος το 2021 (5,7%) σε σύγκριση με το 2020 (5,6%). Ωστόσο, η καθαρή πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις σημείωσε σταδιακή επιβράδυνση στο δεύτερο εξάμηνο του 2021, που συνεχίστηκε στις αρχές του 2022, με ετήσια αύξηση 3,4% τον Μάρτιο 2022, από 8,7% τον Μάρτιο του 2021.
Η πιστωτική επέκταση προς τις μεγάλες εταιρείες έχει πάρει το προβάδισμα το τελευταίο τρίμηνο του έτους, καθώς η πιστωτική επέκταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων φαίνεται να υστερεί. Η καθαρή πιστωτική επέκταση προς τα νοικοκυριά, ιδιαίτερα τα στεγαστικά δάνεια, παραμένει σταθερά αρνητική, παρά την αύξηση των ακαθάριστων πιστωτικών ροών το 2021.
Το μέσο κόστος τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις συνέχισε να κυμαίνεται σε ιστορικά χαμηλά και έχει μειωθεί στο 2,76% τον Φεβρουάριο του 2022 από 2,92% ένα χρόνο νωρίτερα, σημαντικά χαμηλότερο από το κόστος της πίστωσης για τις μη εταιρικές επιχειρήσεις (5,16%) και νοικοκυριά (4,88%).
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα παρέτεινε την προθεσμία για αιτήσεις στον τρίτο γύρο παροχής εγγυήσεων στο πλαίσιο του Ταμείου Εγγυήσεων Επιχειρήσεων Covid-19, με αχρησιμοποίητο ακόμη εγγυητικό προϋπολογισμό 150 εκατ. ευρώ, για παροχή δανείων για κεφάλαιο κίνησης προς τις ΜμΕ, ενώ θα δρομολογήσει νέα χρηματοδοτικά εργαλεία το 2022 με ιδιαίτερη έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι εκταμιεύσεις δανείων που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να ξεκινήσουν μετά τον Απρίλιο και να αυξηθούν ουσιαστικότερα το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αυξάνει την αβεβαιότητα για τη ζήτηση πιστώσεων για φέτος αλλά οι τράπεζες πιστεύουν ότι δεν πρέπει να αλλάξουν ριζικά τα σχέδια πιστωτικής τους επέκτασης.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας
Οι αρχές συμφώνησαν με τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς για τη μεταρρύθμιση του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Ο νόμος αναμένεται να ψηφιστεί σύντομα.
Η διάρκεια του ΤΧΣ θα παραταθεί έως το τέλος του 2025 για να επιτρέψει στο Ταμείο να εκπληρώσει τον διπλό του στόχο, συμβάλλοντας στη σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, με ταυτόχρονη αποτελεσματική αποεπένδυσή του από τις τράπεζες. Η μεταρρύθμιση εξορθολογίζει τη δομή διακυβέρνησης του Ταμείου, περιγράφει ένα σύνολο αρχών που θα καθοδηγήσει τη στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου και θα δημιουργήσει ένα κανάλι επικοινωνίας μεταξύ ΤΧΣ και Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την πορεία υλοποίησης του έργου του. Τα ειδικά δικαιώματα του Ταμείου θα εξορθολογιστούν επίσης.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προτίθεται να συμμετάσχει, στο πλαίσιο της εντολής του, μαζί με ιδιώτες μετόχους στη δεύτερη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου σε μη συστημικό πιστωτικό ίδρυμα (σ.σ. Attica Bank). Το Ταμείο είχε αποκτήσει πλειοψηφικό πακέτο μετοχών, στο πλαίσιο της μετατροπής μέρους των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων της τράπεζας και συμμετείχε επίσης στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, το 2021. Το Ταμείο και οι κύριοι ιδιώτες μέτοχοι προχώρησαν σε συμφωνία τον Απρίλιο του 2022, η οποία προβλέπει μια δεύτερη επένδυση στην τράπεζα που περιλαμβάνει περαιτέρω αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και, εάν απαιτείται, πρόσθετη εισφορά σε κεφάλαιο ή εναλλακτικές δράσεις στο πλαίσιο της υλοποίησης του επιχειρηματικού σχεδίου της τράπεζας.