Την καταδίκη της Credit Suisse για ξέπλυμα χρήματος ενός Βούλγαρου διακινητή κοκαΐνης αποφάσισε το ανώτατο δικαστήριο της Ελβετίας, βάζοντας ένα αρνητικό για την τράπεζα τέλος σε μια πολύκροτη υπόθεση που κηλίδωσε την φήμη της. Αυτή είναι και η πρώτη καταδίκη σε ελβετική τράπεζα.
Στην Credit Suisse θα επιβληθεί πρόστιμο 2 εκατ. ελβετικών φράγκων ή 2,1 εκατ. δολαρίων με βάση την ετυμηγορία του δικαστηρίου.
Στην προσπάθεια της να κάνει damage control για την επιβαρυμένη εικόνα της, η Credit Suisse, έχει στο παρελθόν υποστηρίξει ότι τα όσα της καταλογίζονται χρονολογούνται σε μια εποχή όπου τα πρότυπα συμμόρφωσης των τραπεζών ήταν λιγότερο αυστηρά.
Η τράπεζα έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά σκανδάλων που έχουν παρασύρει τις μετοχές της σε χαμηλά που «φλερτάρουν» με το αρνητικό ρεκόρ ενώ ενδέχεται να της ασκηθεί μια δεύτερη ποινική δίωξη για μια άλλη υπόθεση αργότερα αυτό το έτος.
Η υπόθεση έτυχε επίκρισης από την Credit Suisse επειδή είχε κατηγορηθεί πολλά χρόνια μετά τα επίμαχα γεγονότα, με την τράπεζα να εκφράζει την «έκπληξή της» στα τέλη του 2020, όταν οι Ελβετοί εισαγγελείς την κατηγόρησαν δημόσια για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, δεδομένου ότι τα φερόμενα εγκλήματα έλαβαν χώρα μεταξύ 2004 και 2008.
Η Credit Suisse δήλωσε κατά την προανάκριση ότι «απορρίπτει ανεπιφύλακτα ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς».
Ωστόσο, σύμφωνα με την ελβετική νομοθεσία, οι εισαγγελείς μπορούν να ασκήσουν ποινικές διώξεις κατά των τραπεζών εάν πιστεύουν ότι τα ιδρύματα δεν έκαναν αρκετά για να ελέγξουν τους πελάτες και τα μετρητά τους για προφανείς δεσμούς με παράνομη δραστηριότητα.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο των 515 σελίδων, μία πρώην διευθύντρια της Credit Suisse, δεχόταν καταθέσεις χρησιμοποιημένων τραπεζογραμματίων που ξεπερνούσαν τακτικά τα 500.000 ευρώ.
Οι καταθέσεις μετρητών ήταν πολύ συνηθισμένες δεδομένης της κατάστασης των τραπεζών της Βουλγαρίας εκείνη την εποχή, ανέφερε σε κατάθεσή της.
Photo: GettyImages/Ideal Image