Ομολογιακές εκδόσεις, ύψους 8,2 δισ. ευρώ, θα χρειαστεί να κάνουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μέσα στην τριετία 2023 – 2025 για να καλύψουν τις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL). Οι εκδόσεις αυτές, όπως αναφέρουν στο insider.gr στελέχη της αγοράς, αναμένεται να διαμορφώσουν τον δείκτη MREL στα επίπεδα του 27%.
Μόνο στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 και κυρίως Νοέμβριο – Δεκέμβριο, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες άντλησαν από τις αγορές κεφάλαια 1,8 δισ. ευρώ για την κάλυψη των υποχρεώσεων (MREL), επωμιζόμενες αυξημένο κόστος λόγω της σημαντικής επιδείνωσης των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών και το αυξημένο κόστος αντίστοιχων εκδόσεων ευρωπαϊκών τραπεζών.
Για τη νέα χρονιά, ο στόχος που αναλογεί σε κάθε τράπεζα καλείται να επιτευχθεί εν μέσω «αντικρουόμενων» συνθηκών: Από τη μία πλευρά σε περιβάλλον περαιτέρω ανόδου των επιτοκίων, καθώς οι προβλέψεις των ειδικών κάνουν λόγο για συνέχιση των αυξήσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ, με εκτιμώμενη κορύφωση μέσα στο καλοκαίρι. Από την άλλη, σε μία χρονιά που, ασχέτως εκλογών, αναμένεται θετική για την ελληνική οικονομία, με ρυθμό ανάπτυξης κοντά στο 2% και προσδοκώμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Στο «σκηνικό» που διαμορφώνουν οι παραπάνω παράμετροι, θα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι το 2023 θα είναι μια χρονιά πρωτοφανών εκδόσεων χρέους, καθώς οι κυβερνήσεις θα απευθυνθούν στις αγορές για κεφάλαια προκειμένου να καλύψουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και των αναγκαίων μέτρων στήριξης.
Όπως αναφέρει η ΤτΕ στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, στο τέλος Ιουνίου 2022 (SRB MREL Dashboard 2022:Q2) απομένουν περίπου 10,9 δισ. ευρώ που πρέπει να καλυφθούν από αντίστοιχες ομολογιακές εκδόσεις ή άλλους τύπους επιλέξιμων στοιχείων παθητικού έως το τέλος του 2025.
Το ποσό αυτό, πάντως, έχει περιοριστεί στα 8,2 δισ. ευρώ, μετά τις εκδόσεις ομολόγων στις οποίες προέβησαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μέσα στο β΄ εξάμηνο του 2022. Ειδικότερα:
Η Eurobank προέβη τον Ιούνιο του 2022 σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ύψους 500 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 4,375%, αυξημένο έναντι της αντίστοιχης έκδοσης του Σεπτεμβρίου 2021 (τοκομερίδιο 2,25%).
H Alpha Bank προέβη στα τέλη Οκτωβρίου 2022 σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ύψους 400 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,0%, αυξημένο έναντι της αντίστοιχης έκδοσης του Δεκεμβρίου 2021 (τοκομερίδιο 3,0%).
Στη συνέχεια, η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς εξέδωσαν στα μέσα Νοεμβρίου ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 500 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,25% και 350 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 8,25% αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα, η Εθνική Τράπεζα προέβη στα τέλη Νοεμβρίου σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 200 εκατ. λιρών Αγγλίας με τοκομερίδιο 8,75% (τελικό κόστος για την τράπεζα 6,97% μετά από συναλλαγές ανταλλαγής νομισμάτων).
Επίσης, η Eurobank εξέδωσε στα τέλη Νοεμβρίου 2022 ομόλογο μειωμένης εξασφάλισης (subordinated Tier 2), ύψους 300 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 10%.
Τέλος, η Alpha Bank εξέδωσε στις αρχές Δεκεμβρίου ομόλογο υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 450 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,5%.
Σημειώνεται ότι η Axia έχει εκτιμήσει ότι η Alpha Bank θα φτάσει τον δείκτη MREL στο 26,9% έως τα τέλη του 2025, πάνω από τον τελικό στόχο που έχει τεθεί. Για την Eurobank έχει εκτιμήσει ότι ο δείκτης MREL θα φτάσει στο 27,4%, ξεπερνώντας τον στόχο του 27,27%. Η αντίστοιχη εκτίμηση της Axia για την Εθνική Τράπεζα είναι δείκτης MREL 26,8% έως το 2025, προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της, ενώ για την Τράπεζα Πειραιώς εκτιμά ότι θα κινηθεί λίγο πάνω από το 27% σε δείκτη MREL (πάνω από τον τελικό στόχο) έως το 2025.
Η ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL)
Η ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με την Οδηγία 2014/59/EE για τη θέσπιση πλαισίου για την εξυγίανση τραπεζών και επενδυτικών εταιριών (BRRD) που ισχύει από 1/1/2016.
Η Οδηγία BRRD που ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία με τον ν. 4335/2015 έθεσε τέλος στην πολιτική της διάσωσης των τραπεζών με δημόσιους πόρους, ελαχιστοποιώντας την έκθεση των φορολογούμενων σε ζημίες. Καθιέρωσε, έτσι, εργαλεία εξυγίανσης με ίδια μέσα, μεταξύ αυτών και τη αναδιάρθρωση του παθητικού (bail-in tool), προκειμένου τις ζημίες για την εξυγίανση τραπεζών να επωμίζονται οι μέτοχοι, οι ομολογιούχοι και οι καταθέτες τους.
Για την αποτελεσματική εφαρμογή της αναδιάρθρωσης του παθητικού και για να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν εκδώσει επαρκή χρηματοοικονομικά μέσα, τα οποία θα μπορούν να διαγραφούν ή και να απομειωθούν προς απορρόφηση ζημιών ή/και να μετατραπούν σε μετοχικό κεφάλαιο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι τράπεζες θα πρέπει να πληρούν ανά πάσα στιγμή μία ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (Minimum Requirement of Own Funds and Eligible Liabilities – MREL).
Αυτή η απαίτηση υπολογίζεται ως το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων εκφρασμένο ως ποσοστό επί τοις εκατό του συνόλου των υποχρεώσεων και των ιδίων κεφαλαίων της τράπεζας. Το MREL, δηλαδή, αφορά στοιχεία παθητικού των τραπεζών που μπορούν εν δυνάμει να χρησιμοποιηθούν για την απορρόφηση ζημιών και για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αν κάτι τέτοιο απαιτηθεί, σε περίπτωση εξυγίανσης. Και έτσι, να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, να εξασφαλιστεί η συνέχεια των κρίσιμων λειτουργιών των τραπεζών υπό εξυγίανση και να μην τεθούν σε κίνδυνο οι καταθέσεις.