Καθυστερημένα, με λάθη και δυσθεώρητα νούμερα ήταν τα σημειώματα που έλαβαν προ ημερών οι φαρμακευτικές εταιρείες που διακινούν νοσοκομειακά φάρμακα, για τον καταλογισμό των αυτόματων επιστροφών (clawback) του 2ου εξάμηνο του 2022.
Όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, με βάση τα στοιχεία αυτά, συνολικά το προηγούμενο έτος και μόνο για τα νοσοκομειακά φάρμακα οι επιστροφές θα ξεπεράσουν τα 600 εκατ. ευρώ.
Η δημόσια δαπάνη για νοσοκομειακά φάρμακα, συνολικά για το έτος 2022 είχε προσδιοριστεί στα 541 εκατ. ευρώ, δηλαδή 270,5 εκατ. ευρώ για κάθε εξάμηνο. Από το ποσό αυτό εξαιρούνται 86,64 εκατ. ευρώ που αφορούν σε πληρωμές φαρμάκων για τα οποία έχουν γίνει διαπραγματεύσεις τιμών. Με το υπόλοιπο ποσό, δηλαδή τα 183,86 εκατ. ευρώ, θα έπρεπε να καλυφθούν οι ανάγκες για τα υπόλοιπα σκευάσματα, ωστόσο, η δαπάνη στο τέλος του εξαμήνου διαμορφώθηκε στα 470,4 εκατ. ευρώ. Τη διαφορά που προκύπτει κατά το 1ο εξάμηνο του 2022, ύψους 286,5 εκατ. ευρώ, καλούνται να καταβάλουν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις στο κράτος. Υπενθυμίζεται ότι η φαρμακοβιομηχανία υποχρεούται να επιστρέφει στο κράτος το ποσό της δαπάνης που υπερβαίνει τον προϋπολογισμό για φάρμακα (νοσοκομειακό και εξωνοσοκομειακό clawback).
Εάν κινηθούν και κατά το 2ο εξάμηνο στα ίδια περίπου επίπεδα – αν και είθισται στη συνέχεια οι καταναλώσεις να αυξάνονται- και συνυπολογιστούν και οι εκπτώσεις, εκτιμάται ότι οι επιστροφές για το έτος μόνο για τα νοσοκομειακά φάρμακα θα ξεπεράσουν τα 600 εκατ. ευρώ.
Στελέχη της αγοράς τονίζουν ότι την προηγούμενη χρονιά, λόγω της ελάφρυνσης από το clawback των φθηνότερων σκευασμάτων, οι εταιρείες με τα υπόλοιπα φάρμακα δέχτηκαν επιπλέον επιβάρυνση. Υπενθυμίζεται ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2022 ισχύει για τα φάρμακα νοσοκομειακής χρήσης μέγιστο ποσοστό αυτόματης επιστροφής (clawback), ανάλογα με την αξία προμήθειας των φαρμακευτικών σκευασμάτων, ξεκινώντας από την πλήρη εξαίρεση αυτών με αξία προμήθειας από ένα λεπτό του ευρώ έως πέντε ευρώ.
Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, η ελάφρυνση των φθηνών σκευασμάτων για το 1ο εξάμηνο του 2022 επέφερε αύξηση των επιβαρύνσεων στις υπόλοιπες εταιρείες κατά 9 μονάδες.
Δυσοίωνες οι προβλέψεις για το 2023
Με στόχο τον έλεγχο των δαπανών των νοσοκομείων, το υπουργείο Υγείας, θεσμοθέτησε τη διαδικασία κεντρικοποιημένων προμηθειών φαρμάκων μέσω της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ).
Εντούτοις, το χρονικό σημείο έναρξης των διαδικασιών προμήθειας φαρμάκων μέσω της ΕΚΑΠΥ, που διενεργούνται κατόπιν συμφωνιών που συνάπτει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων και αφορούν σε κλειστούς ή ανοιχτούς προϋπολογισμούς, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, μετατέθηκε εκ νέου για την 02.10.2023.
Όπως διευκρίνισε σε πρόσφατο συνέδριο ο πρόεδρος της Αρχής, Άρης Αποστόλου, «για να εκκινήσει το έργο η ΕΚΑΠΥ θα πρέπει να λάβει πιστώσεις περίπου στα 175 εκατ. ευρώ. Αυτό, όταν πας να το υλοποιήσεις στο μέσο της χρονιάς, σημαίνει ότι πρέπει από τις πιστώσεις που έχεις διαθέσει στους φορείς σου, να τις πάρεις πίσω και να τις δώσεις αλλού. Άρα μιλάμε για τροποποιήσεις προϋπολογισμών». Ο κ. Αποστόλου ισχυρίστηκε ότι είναι πολύπλοκη διαδικασία και θα πρέπει να γίνεται κανονικά στην αρχή της χρονιάς, αλλά ο γ.γ. Υπηρεσιών Υγείας, Γιάννης Κωτσιόπουλος, αποσαφήνισε ότι ενδεχομένως να αρχίσει η διαδικασία τον Οκτώβρη με λιγότερο budget.
Στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι η καθυστέρηση αυτή, σε συνδυασμό με την επιβάρυνση που θα δεχθούν από την επιβολή ανώτατου ορίου στο clawback των φθηνών σκευασμάτων, θα αυξήσουν τις επιστροφές για τις εταιρείες με τα υπόλοιπα φάρμακα κατά 15 μονάδες το 2023.
Πέραν των υπέρογκων επιβαρύνσεων, όμως. σημαντικό πρόβλημα για το σύνολο των επιχειρήσεων αποτελούν και οι καθυστερήσεις στον καταλογισμό του clawback. Τα σημειώματα για το 2ο εξάμηνο του προηγούμενου έτους εκδόθηκαν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, καταλύοντας κάθε έννοια προβλεψιμότητας για τις επιχειρήσεις, δεδομένου ότι τα έλαβαν ενώ είχαν ήδη κλείσει τους ισολογισμούς τους για το έτος.