Παρά τον επίμονα ισχυρό «υποκείμενο πληθωρισμό», ο ονομαστικός δείκτης τιμών καταναλωτή δείχνει να υποχωρεί αργά αλλά - σχεδόν – σταθερά σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη. Η «τάση» αυτή, που επιβεβαιώθηκε από τα τελευταία στοιχεία του ΔΤΚ στις ΗΠΑ έχει ενισχύσει τις προσδοκίες για επικείμενη ολοκλήρωση της φάσης ανόδου των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες, στις ΗΠΑ και στην Ευρωζώνη.
Οι προσδοκίες αυτές φαίνεται να υποστηρίζονται από τις δηλώσεις των κατά συνήθεια «σκληρών» της ΕΚΤ, όπως π.χ. ο κ. Νάγκελ, ο οποίος λίγο πολύ υποστήριξε ότι η φάση της αύξησης των επιτοκίων έχει μπει στην τελική της ευθεία. Με άλλα λόγια, είτε άμεσα, είτε σε λίγο, θα σταματήσει η αύξηση του κόστους του χρήματος στην Ευρωζώνη. Ανάλογες «ρητορικές» έχουν υιοθετηθεί και από τους κεντρικούς τραπεζίτες της Fed.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΕΚΤ: Νέο σήμα από Λαγκάρντ για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων - «Έχουμε έδαφος να καλύψουμε»
Το κλίμα αυτό έχει αρχίσει να στηρίζει στις αγορές την πεποίθηση ότι τα τρέχοντα -ή πολύ λίγο υψηλότερα- επίπεδα επιτοκίων σε ΗΠΑ (5 – 5,25%) και Ευρωζώνη (3,25 – 3,50 %) είναι το «ταβάνι» στην αύξηση του κόστους του χρήματος. Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν είναι «ήσυχος» με μία τέτοια εκτίμηση, καθώς το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο οι αγορές και οι οικονομίες μπορούν να «σηκώσουν» και για πόσο ακόμα καιρό, το βάρος μιας τόσο μεγάλης αύξησης στο κόστος του χρήματος μέσα σε ένα χρόνο.
Το για πόσο ακόμα θα μείνει σε ισχύ αυτό το ύψος των επιτοκίων είναι εξαιρετικά κρίσιμο καθώς τεράστιοι όγκοι χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού, όπως επίσης και τρισ. δολαρίων σε «στοιχήματα» παραγώγων, πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν για το διάστημα αυτό με πολύ – πολύ ακριβότερο χρήμα. Λόγω της μακράς διάρκειας ισχύος των μηδενικών επιτοκίων, αυτό επηρεάζει πλέον και τα ασφαλιστικά Ταμεία, τις ασφαλιστικές εταιρείες πέρα από τις τράπεζες.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Στουρνάρας: Είμαστε κοντά στην επενδυτική βαθμίδα αλλά δεν θα λύσει τα πάντα -Η οικονομία χρειάζεται σταθερή κυβέρνηση
Χρέος, κάθε είδους, που έχει εκδοθεί με μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια «λήγει» και είτε πρέπει να αποπληρωθεί είτε πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί. Με την διαφορά ότι το «κόστος» αναχρηματοδότησής του είναι 4 και 5 μονάδες πάνω από εκείνο στο οποίο έχει εκδοθεί. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον το τραπεζικό σύστημα είναι υποχρεωμένο να αντιμετωπίσει την «ζήτηση» ρευστότητας προκειμένου να μη σπάσει αυτός ο κύκλος της αναχρηματοδότησης, σε συνθήκες που τα δικά του περιουσιακά στοιχεία – συνήθως σε κρατικό χρέος – έχουν απαξιωθεί λόγω επίσης της αύξησης των επιτοκίων.
Οι Κεντρικές Τράπεζες στο πλαίσιο της νομισματικής σύσφιξης, δεν διευκολύνουν την παροχή ρευστότητας αλλά την περιορίζουν αν και με μεγάλη προσοχή λόγω των μεγάλων προβλημάτων σε πολλές τράπεζες. Κατά συνέπεια, το μείζον ερώτημα δεν είναι απλά το αν έχουμε πλησιάσει το τέλος της αύξησης των επιτοκίων, αλλά το πότε θα αρχίσει η μείωση των επιτοκίων προκειμένου να εκτονωθεί η ασφυκτική πίεση του φαύλου κύκλου που έχει ξεκινήσει με την αύξηση των επιτοκίων.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τράβηξε «χειρόφρενο» ο πληθωρισμός τον Απρίλιο στο 3% - «Βουτιά» σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο
Εδώ τα στοιχεία του πληθωρισμού δείχνουν μεν μία τάση αποκλιμάκωσης, αλλά σε καμία περίπτωση αυτή δεν υλοποιείται με ταχύτητα που να επιτρέπει προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων. Οι μέχρι στιγμής εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών μιλούν για στόχο επιστροφής στο 2% στα τέλη του 2024 – 2025. Πολλοί αναλυτές της αγοράς επιμένουν ότι αυτό θα καθυστερήσει πολύ περισσότερο. Κατά συνέπεια, η «στιγμή» που θα μπορεί και πάλι να μειωθεί το κόστος του χρήματος φαίνεται σε χρονική... δυσαρμονία, με την διάρκεια των αντοχών του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας.