Γερμανία: Τιμώμενη χώρα στη ΔΕΘ με ισχυρούς δεσμούς με Ελλάδα, αλλά σε κρίσιμη συγκυρία

Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Γερμανία: Τιμώμενη χώρα στη ΔΕΘ με ισχυρούς δεσμούς με Ελλάδα, αλλά σε κρίσιμη συγκυρία
Οι δύο εβδομάδες των συσσωρευμένων προβλημάτων. Τα διαρθρωτικά προβλήματα της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης. Το πολιτικό σκηνικό με την προέλαση της ακροδεξιάς. Οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με τη χώρα μας.

Η Γερμανία, η τιμώμενη χώρα στην φετινή ΔΕΘ, κατάφερε να ανοίξει δρόμο μέσω της πανδημίας Covid-19 και να αποφύγει ένα καταστροφικό κλείσιμο βιομηχανίας μετά τη διακοπή της παροχής φθηνού φυσικού αερίου από την Ρωσία. Παρόλα αυτά, ουδέποτε κατάφερε να απομακρύνει τις ανησυχίες για διαρθρωτικά οικονομικά προβλήματα. Και οι τελευταίες δύο εβδομάδες παρείχαν δραματικές ενδείξεις ότι αυτοί οι φόβοι ήταν δικαιολογημένοι, καθώς τα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα συσσωρεύονται.

Τα λαϊκιστικά κόμματα βρίσκονται σε ραγδαία άνοδο, οι τριβές στους κόλπους του κυβερνητικού συνασπισμού γίνονται ολοένα και πιο έντονες, η "τρύπα" των 5 δισ. ευρώ στο γερμανικό προϋπολογισμό παραμένει, τα προβλήματα της VW έχουν "χτυπήσει κόκκινο", ο γραφειοκρατικός κυκεώνας αυξάνει τις δυσλειτουργίες, οι επενδύσεις έχουν μειωθεί αισθητά και τώρα ανοίγει και νέο μέτωπο στο γερμανικό τραπεζικό κλάδο με την ξαφνική εμφάνιση της UniCredit, η οποία αναδείχθηκε στο δεύτερο μεγαλύτερο μέτοχο της Commerzbank μετά το γερμανικό δημόσιο. Παρ΄ όλα αυτά, το Βερολίνο παραμένει ανένδοτο στις λύσεις που θα μπορούσαν να ανοίξουν την ροή χρηματοδότησης στην ΕΕ και κατά συνέπεια να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων που χρειάζονται εδώ και τώρα άφθονη χρηματοδότηση, τα ευρωομόλογα.

Τα τρωτά της γερμανικής οικονομίας

Ιστορικά, το γερμανικό μοντέλο ανάπτυξης βασιζόταν στην παγκοσμιοποίηση και στις φθηνές εισροές ενέργειας στηρίζοντας τους αυξανόμενους μισθούς και το υψηλό βιοτικό επίπεδο. Η γερμανική οικονομία είναι άκρως εξαρτημένη από τις εξαγωγές και άμεσα συνδεδεμένη με τις αγορές των ΗΠΑ και της Κίνας και τώρα οι διαρθρωτικές προκλήσεις, η οικονομική επιβράδυνση και οι γεωπολιτικές εντάσεις απειλούν τη βιωσιμότητα αυτού του μοντέλου.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Γερμανίας συρρικνώθηκε κατά 1% μεταξύ 2019 και 2023, το 34ο χειρότερο αποτέλεσμα μεταξύ 41 οικονομιών υψηλού εισοδήματος. Από τις οικονομίες της Ομάδας G7, μόνο ο Καναδάς τα πήγε χειρότερα. Ακόμη και η Βρετανία, με πτώση 0,2%, και η Γαλλία, με μικρή άνοδο 0,4%, τα πήγαν καλύτερα.

Η γερμανική βιομηχανία εκπροσωπεί περίπου το 30% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας το αντίστοιχο ποσοστό σε άλλες κορυφαίες οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης, με το μερίδιο της Ιταλίας κοντά στο 24% και αυτό της Βρετανίας και της Γαλλίας στο 18%.

Η έλλειψη πλέον φθηνής ρωσικής ενέργειας έχει αυξήσει το κόστος πρώτων υλών και έχει αποδυναμώσει τις προοπτικές του μεταποιητικού κλάδου. Αυτό θα επιταχύνει τη διαρθρωτική στροφή της Γερμανίας από την εξάρτηση από τη βιομηχανία προς τις υπηρεσίες, μία εξέλιξη προβληματική για την ανάπτυξη, επειδή ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας στις υπηρεσίες υπολείπεται αυτής της μεταποίησης. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo, η διαρθρωτική αυτή μεταστροφή προς τις υπηρεσίες αντιπροσωπεύει το 40% της επιβράδυνσης της ανάπτυξης τις τελευταίες δεκαετίες.

Επιπλέον, τα ποσοστά επενδύσεων στη Γερμανία ήταν από τα χαμηλότερα στη Δυτική Ευρώπη την τελευταία δεκαετία. Το μερίδιο των ακαθάριστων δημόσιων επενδύσεων επί του ΑΕΠ, το οποίο κυμαινόταν στο 2,5% από το 2018 έως το 2022, ήταν το χαμηλότερο μεταξύ χωρών υψηλού εισοδήματος, εκτός από την Ισπανία, πιο κάτω ακόμη και από το 3% της Βρετανίας. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις ήταν αντίθετες με τις δημόσιες δαπάνες, δίνοντας σταθερή έμφαση στη διαχείριση των πλεονασμάτων του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, ακόμη και τα χρήματα που προορίζονται για επενδύσεις συνήθως δαπανώνται ανεπαρκώς λόγω ελλείψεων προσωπικού στις δημοτικές αρχές, ενώ το διπλάσιο του μέσου όρου της γραφειοκρατίας της ΕΕ σε ορισμένους τομείς (όπως η απόκτηση οικοδομικών αδειών) αποθαρρύνει τους επενδυτές του ιδιωτικού τομέα. Οι συνέπειες περιλαμβάνουν την κατάρρευση των υποδομών, με αξιοσημείωτες καταπονήσεις στο σιδηροδρομικό δίκτυο και την αργή πρόοδο στην εισαγωγή υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Το φρένο χρέους της Γερμανίας, το οποίο περιορίζει το ετήσιο διαρθρωτικό έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού στο 0,35% του ΑΕΠ, επανήλθε το 2024, μειώνοντας το περιθώριο για επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση, την ψηφιακή υποδομή και την άμυνα.

Σε όλα αυτά, πρέπει να προστεθεί και το δημογραφικό πρόβλημα της Γερμανίας, με τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας να μειώνεται κατά μέσο όρο 0,6% ετησίως το 2024-50, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ταχύτερα ακόμη και σε σχέση με την Ιταλία. Το εργατικό δυναμικό έχει ενισχυθεί την τελευταία δεκαετία από τους μετανάστες, αλλά αναμένουμε ότι οι μεταναστευτικές ροές θα ενισχυθούν τα επόμενα χρόνια καθώς τα κυρίαρχα κόμματα υιοθετούν σκληρότερες πολιτικές. Μαζί με το αρχικό κύμα συνταξιοδότησης στη γενιά των baby boomer, αυτό θα αποδυναμώσει σημαντικά τις προοπτικές προσφοράς εργασίας. Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού θα γίνουν πιο πιεστικό πρόβλημα τις επόμενες δεκαετίες, γεγονός που θα αυξήσει τη φορολογική επιβάρυνση του ενεργού πληθυσμού για τη χρηματοδότηση των ολοένα αυξανόμενων συνταξιοδοτικών εισφορών.

Δύο εβδομάδες αλλεπάλληλων προβλημάτων

Οι εκλογές στα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας, Θουριγγία και Σαξονία, στις αρχές του μήνα ανέδειξαν τα λαϊκιστικά κόμματα, προκαλώντας νέο πλήγμα στον κυβερνητικό συνασπισμό στο Βερολίνο και δημιουργώντας περαιτέρω αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα της Γερμανίας να προσελκύει επενδύσεις.

Μόλις μια μέρα αργότερα, η Volkswagen, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας, έριξε τη βόμβα ότι ήθελε να τερματίσει τις εγγυήσεις εργασίας που μετρούν τρεις δεκαετίες και πιθανώς να κλείσει εγχώρια εργοστάσια λόγω της μειωμένης ζήτησης.

Στη συνέχεια, η BMW υποβάθμισε τις προβλέψεις της για τα κέρδη για ολόκληρο το τρέχον έτος και η UniCredit εξέπληξε τους επενδυτές με την είδηση ότι είχε συγκεντρώσει μερίδιο 9% στην Commerzbank, πιάνοντας εξαπίνης τη γερμανική κυβέρνηση. Η ιταλική τράπεζα θα πρέπει τώρα να βρει κάποιο κοινό έδαφος με βασικούς μετόχους στη Γερμανία, συμπεριλαμβανομένων κυβερνητικών αξιωματούχων, άλλων μετόχων και εκπροσώπων των εργαζομένων που έχουν ήδη εκφράσει την αντίθεσή τους με βάση ότι οι ισχυρές τράπεζες είναι το κλειδί για τη διατήρηση μιας εύρωστης εγχώριας οικονομίας.

Ακολούθησε το ηχηρό «όχι» της Γερμανίας στην πρόταση Ντράγκι, στο πλαίσιο της έκθεσης για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της ΕΕ, για τακτικές κοινές εκδόσεις χρέους, με το σκεπτικό ότι αυτό θα έμοιαζε με επιδότηση των ασθενέστερων χωρών. Δεδομένου ότι τα ευρωομόλογα, που χρησιμοποιήθηκαν για την χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης των 800 δισ. ευρώ, προτείνονται από τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ και πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας ως ο βασικός τρόπος χρηματοδότησης των τεράστιων αναγκών της ΕΕ τα επόμενα χρόνια.

Η Γερμανία συνεχίζει να μένει πίσω διεθνώς, έγραψε η Τάντζα Γκόνερ, πρόεδρος της ένωσης βιομηχανικών ενώσεων BDI, σε έκθεση που παρότρυνε άμεση δράση για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας και την αναμόρφωση της οικονομίας της.

Τα οικονομικά προβλήματα έχουν συσσωρευθεί εδώ και αρκετό καιρό. Η μεταποιητική βιομηχανία της Γερμανίας, η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της, έχει πληγεί τα μέγιστα από τη μείωση της ζήτησης από τους καταναλωτές στην Κίνα - βασικό εξαγωγικό προορισμό για τα πολυτελή αυτοκίνητα και τα εξελιγμένα μηχανήματα της χώρας. Πέρυσι, ο αυξανόμενος πληθωρισμός επηρέασε τα νοικοκυριά και οδήγησε στην άνοδο της ακροδεξιάς και της ακροαριστεράς.

Μεταξύ των κατασκευαστών που επηρεάζονται περισσότερο από την επιβράδυνση της ζήτησης στην Κίνα είναι η Volkswagen, η οποία για δεκαετίες βασιζόταν στην ασιατική χώρα ως βασική πηγή πωλήσεων και κερδών. Ενώ η Κίνα παραμένει σημαντική περιοχή πωλήσεων, το μερίδιο αγοράς της εταιρείας έχει συρρικνωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω του σκληρού ανταγωνισμού από τους πιο ευέλικτους Κινέζους ανταγωνιστές και την Tesla.

Ο έντονος ανταγωνισμός έχει επίσης παραλύσει την εγχώρια αγορά της VW στην Ευρώπη, όπου η ζήτηση για νέα αυτοκίνητα δεν έχει επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα και η σειρά ηλεκτρικών αυτοκινήτων της εταιρείας δυσκολεύεται να δελεάσει τους αγοραστές καθώς απουσιάζουν τα φθηνά μοντέλα. Η αναποτελεσματικότητα και το υψηλό κόστος έχουν βαλτώσει περαιτέρω τον βιομηχανικό κολοσσό, ο οποίος απασχολεί περισσότερους από 600.000 εργαζομένους σε όλο τον κόσμο. Η απόφαση της κυβέρνησης να τερματίσει ξαφνικά τα κίνητρα για τους αγοραστές ηλεκτρικών αυτοκινήτων - μια από τις πολλές αμφιλεγόμενες παραχωρήσεις που έγιναν στις συνομιλίες για τον προϋπολογισμό του περασμένου έτους - απλώς ενέτεινε τα προβλήματα.

Δυσαρέσκεια των πολιτών

Η πλειοψηφία των Γερμανών θεωρούν ως βασική ανησυχία το κόστος ζωής και στέγασης και αμέσως μετά έρχεται η μετανάστευση, ειδικά στα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας. Η δημόσια ασφάλεια είναι επίσης ένα πιεστικό θέμα, ειδικά για τις γυναίκες, καθώς το βίαιο έγκλημα έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ πέρυσι και περισσότερο από το ένα τρίτο όλων των υπόπτων για εγκλήματα ήταν αλλοδαποί, γεγονός που συνδέει τη δημόσια ασφάλεια με τη μετανάστευση.

Ήδη από το 2018, μια έκθεση που ανατέθηκε από την κυβέρνηση διαπίστωσε ότι το 90% της αύξησης του βίαιου εγκλήματος που παρατηρείται στην πολιτεία της Κάτω Σαξονίας αποδίδεται πράγματι σε νεαρούς άνδρες μετανάστες. Ωστόσο, ούτε οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU/CSU) της τότε καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ ούτε οι εταίροι τους στον συνασπισμό, οι κεντροαριστεροί Σοσιαλδημοκράτες (SPD), πίεσαν να ελέγξουν τη μετανάστευση. Η Μέρκελ επέτρεψε σε περισσότερους από 1 εκατομμύριο αιτούντες άσυλο να εισέλθουν στη χώρα το 2015/2016. Ο συνασπισμός του SPD, των Πρασίνων και των Ελεύθερων Φιλελευθέρων (FDP) του Όλαφ Σολτς επέτρεψε μια ακόμη μεγαλύτερη εισροή μεταναστών το 2022.

Γι’ αυτό ακριβώς το AfD βρίσκεται πλέον στη δεύτερη θέση, πίσω από τους συντηρητικούς αλλά μπροστά από τους κυβερνητικούς εταίρους.

Ακόμη χειρότερο, οι βεβαιότητες έχουν διαβρωθεί σε κάθε επίπεδο, μια τάση που επιδεινώθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πανδημία. Οι νέοι ανησυχούν ιδιαίτερα ότι μπορεί να μην είναι σε θέση να ξαναβρούν τη δημόσια ασφάλεια και την ευημερία που είχαν οι γονείς τους. Μελέτη σε νέους ηλικίας 14 έως 29 ετών έδειξε ότι περισσότεροι από τους μισούς πιστεύουν ότι το κράτος κάνει περισσότερα για τους πρόσφυγες παρά για τους πολίτες του.

Επίσης, οι Γερμανοί όλων των ηλικιών έχουν χάσει την πίστη τους στα κατεστημένα κόμματα. Σε μια πρόσφατη έρευνα, το 77% των Ανατολικογερμανών δήλωσαν ότι δεν πιστεύουν ότι το κράτος ήταν σε θέση να εκπληρώσει τις ευθύνες του και το 69% των Δυτικογερμανών συμφώνησε. Αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης είναι που οδηγεί τους ανθρώπους στο πολιτικό περιθώριο αναζητώντας την αλλαγή.

Ελληνογερμανικές οικονομικές σχέσεις

Η παρουσία της Γερμανίας ως Τιμώμενη Χώρα της φετινής ΔΕΘ εκτιμάται ότι θα ενισχύσει περαιτέρω τις ελληνογερμανικές οικονομικές σχέσεις οι οποίες έχουν ήδη πολύ σημαντικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία.

Η Γερμανία βρίσκεται σταθερά στις πρώτες θέσεις των χωρών από τις οποίες προέρχονται Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) στις χώρα μας. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, τα συνολικά κεφάλαια από άμεσες επενδύσεις νομικών και φυσικών προσώπων κατοίκων της Γερμανίας στην Ελλάδα αυξήθηκαν στα 7,7 δισ. το 2022. Ιδιαίτερη δυναμική έχουν οι καθαρές επενδύσεις σε ακίνητα στην Ελλάδα από Γερμανία, με περίπου 160 εκατ. καθαρή επένδυση το 2022 και συνολικά πάνω από 500 εκατ. ευρώ από το 2016.

Σημαντική είναι η παρουσία των γερμανικών επιχειρήσεων στη χώρα μας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γραφείου Οικονομικών Υποθέσεων της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Βερολίνο, το 2022 δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα 154 επιχειρήσεις γερμανικών συμφερόντων, οι οποίες απασχολούσαν 28.000 εργαζομένους και είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών 9,43 δισ. ευρώ.

Μεταξύ των γερμανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας είναι Deutsche Telekom, Abo Wind, Allianz, Bayer, Bohringer-Ingelheim, DHL, Mercedes Benz, NokiaSiemens Networks, Siemens, Lidl, Robert Bosch, RWE, Siemens, Beiersdorf, Osram, Henkel, SAP, Fraport AG, Big Dutchman, Next.e.GO Mobile SE, Volkswagen, RWE, Team Viewer CGS, Comquent, P&I, Onelity, Prodyna, MVI, Infoteam κ.α.

Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου η συμβολή της ελληνογερμανικής επιχειρηματικής κοινότητας στο ελληνικό ΑΕΠ, βάσει στοιχείων του 2022, υπολογίζεται στα 7,9 δισ. ευρώ ή περίπου στο 3,8%.

Σημαντικές είναι και οι εμπορικές μας σχέσεις, αν και οι εισαγωγές είναι σημαντικά υψηλότερες από τις εξαγωγές προς τη Γερμανία διαμορφώνοντας εμπορικό έλλειμμα αγαθών στο διμερές εμπόριο. Στις εισαγωγές, η Γερμανία επανήλθε στην πρώτη θέση το 2023, από την δεύτερη θέση το 2022, πρώτη θέση που κατείχε σταθερά μεταξύ 2015 και 2021, ενώ κατατάσσεται τρίτη στην κατάταξη των προορισμών για τις ελληνικές εξαγωγές.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Συνοριακοί έλεγχοι στη Γερμανία: Πραγματική απειλή ή προεκλογικό παιχνίδι;

Γερμανία: Πλησιάζει το επόμενο «κρας τεστ» με τις κάλπες στο Βρανδεμβούργο

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider