«Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού τις οποίες έχει κάνει η κυβέρνηση οδηγούν σε άνοδο και του μέσου μισθού, ενώ ταυτόχρονα παρατηρούμε ότι ολοένα μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων μετατοπίζεται από την κατώτατη μισθολογική κατηγορία σε υψηλότερες», τόνισε η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Δόμνα Μιχαηλίδου.
Μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, επανέλαβε πως «στόχος μας είναι, η οικονομία να μπορέσει να συνεχίσει να είναι ανταγωνιστική στο εξωτερικό, όπως είναι και σήμερα. Σκοπός μας είναι όπως έχουμε ξαναπεί, ο κατώτατος μισθός να φτάσει στα 950 ευρώ και ο μέσος μισθός στα 1.500 το 2027». Παράλληλα, επεσήμανε πως «η πραγματική σύγκλιση επιτυγχάνεται με τα ποσοστά ανάπτυξης και αύξησης που ήδη έχουμε καταφέρει και έτσι θα συνεχίσουμε. Δηλαδή, από το 2019 έως το 2023 το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα, έχει αυξηθεί κατά 10% διπλάσιο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε πάρα πολύ ευχαριστημένοι, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλη την περίοδο της κρίσης η Ελλάδα έχασε στο κατά κεφαλήν εισόδημά της την ώρα που άλλες ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως χώρες της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης το αύξαναν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες. Επειδή εχθρός είναι του καλού είναι το καλύτερο προσπαθούμε συνεχώς να βελτιώνουμε τις αποδόσεις μας».
«Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ως υποσύνολο όλης της απασχόλησης έχει μειωθεί ευτυχώς πολύ τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός ότι εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από αυτό που θα θέλαμε είναι γιατί υπάρχουν δημογραφικές ομάδες, όπως οι γυναίκες ή οι φοιτητές, αλλά κυρίως γιατί υπάρχει υποδηλωμένη εργασία. Γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο εφαρμόζουμε την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας. Είναι ένα σημαντικό εργαλείο. Ήδη μέσα σε έναν χρόνο 3500 συμπολίτες μας έχουν πάρει τα δεδουλευμένα τους, βάσει των αποκλίσεων είτε μη δήλωσης πλήρους απασχόλησης, είτε μη δήλωσης των υπερωριών τους. Παράλληλα, με αυτό έχουν αυξηθεί κατά πάρα πολύ οι επιτόπιοι έλεγχοι του ΣΕΠΕ. Για παράδειγμα την προηγούμενη χρονιά, ενώ ήταν προγραμματισμένοι 42 χιλιάδες έλεγχοι, έγιναν 72 χιλιάδες» πρόσθεσε.
«Τα τελευταία χρόνια έχουμε μειώσει κατά 5 μονάδες τις ασφαλιστικές εισφορές, πράγμα το οποίο ήταν πολύ σημαντικό. Έχουμε δεσμευτεί για μία μονάδα περαιτέρω, αλλά δεν σας κρύβω ότι και εμάς μας προβληματίζει. Δηλαδή και με το επιτελείο το οικονομικό του Πρωθυπουργού και με το Υπουργείο Οικονομικών κοιτούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Πρόκειται για ένα κομμάτι που κοιτούμε, αλλά πρέπει να το δούμε με έναν βιώσιμο τρόπο, γιατί είναι μια δυστυχώς πολύ ακριβή άσκηση, το να διασφαλίσεις ότι οι συνταξιούχοι του αύριο θα έχουν μία σύνταξη. Για κάθε μία μονάδα μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών χρειαζόμαστε 400 εκατομμύρια ευρώ» κατέληξε.