Μια από τις πιο θλιβερές πρωτιές παρουσιάζει η χώρα μας, καθώς συγκαταλέγεται μεταξύ των 5 χωρών με τα μεγαλύτερα ποσοστά κατάθλιψης.
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) του 2021, η Ελλάδα (μαζί με την Πορτογαλία) κατατάσσεται στην 4η θέση διεθνώς, με συχνότητα 5,7% στον γενικό πληθυσμό, μετά την Ουκρανία με 6,3%, τις ΗΠΑ, την Εσθονία και την Αυστραλία με 5,9% και την Βραζιλία με 5,8%.
Τα ποσοστά, μάλιστα, τετραπλασιάστηκαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, από 3,3% το 2008 σε 12,3% το 2013, ενώ ο αυτοκτονικός ιδεασμός ξεκίνησε με 2,4% το 2008, διπλασιάστηκε το 2009 στο 5,2%, ανήλθε στο 6,7% το 2011, ενώ μειώθηκε στο 2,6% το 2013.
Μεγάλο το κόστος
Η κατάθλιψη αποτελεί την πιο κοινή ψυχική διαταραχή, παγκοσμίως, ενώ εκτιμάται ότι το 2025, η μείζονα κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη αιτία ανικανότητας, μετά τις ισχαιμικές καρδιοπάθειες.
Πρόκειται για μία ετερογενή και πολυδιάστατη νόσο, η οποία μπορεί να «χτυπήσει» οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι συχνότερη μεταξύ 55-74 ετών. Εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, με τα ποσοστά να διαμορφώνονται σε 5,1% και 3,6% αντίστοιχα.
Η κατάθλιψη επηρεάζει τόσο τη διάθεση, όσο και τις γνωστικές λειτουργίες, και εκτιμάται ότι οι πάσχοντες περνούν μέχρι και το 20% της ζωής τους με καταθλιπτική διάθεση.
Ωστόσο, η νόσος επηρεάζει και τη σωματική υγεία και έχει επίπτωση στο προσδόκιμο ζωής. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου αυξάνεται κατά 2-4 φορές σε άτομα με κατάθλιψη, ενώ στο 66% των ασθενών προκαλεί σοβαρή αναπηρία. Στα άτομα που παρουσιάζουν τη διαταραχή διπλασιάζεται ο κίνδυνος καρδιαγγειακών επεισοδίων, αυξάνεται κατά 60% ο κίνδυνος για διαβήτη και κατά 30% για καρκίνο.
Σοκαριστικό είναι το γεγονός ότι κάθε 30 δευτερόλεπτα αυτοκτονεί ένας άνθρωπος, εξαιτίας της κατάθλιψης. Η νόσος επιδρά στην καθημερινή και κοινωνική λειτουργικότητα των ασθενών, με το 37% αυτών να μην αφήνουν τον εαυτό τους να ξεκινήσει μία προσωπική σχέση. Ένα στα δύο άτομα έχει απουσιάσει από την εργασία του λόγω της διαταραχής, με απουσία κατά μέσον όρο 36 ημέρες ανά επεισόδιο. Λόγω του κοινωνικού στίγματος, τις περισσότερες φορές τα άτομα αυτά δεν αποκαλύπτουν τον πραγματικό λόγο, αλλά προβάλλουν κάποια δικαιολογία.
Παράλληλα,, η κατάθλιψη έχει σημαντική επίπτωση και σε οικονομικό επίπεδο. Είναι ενδεικτικό ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο η απουσία από την εργασία και η χαμηλή παραγωγικότητα λόγω της διαταραχής κοστίζει στο σύστημα Υγείας 26 δισ. λίρες το χρόνο ή το 1% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ εκτιμάται ότι ανάλογη είναι η επίπτωση και στις άλλες χώρες.
Τι εστί καταθλιπτικό επεισόδιο
Για να προσδιοριστεί ένα καταθλιπτικό επεισόδιο, θα πρέπει να υπάρχει καταθλιπτική διάθεση ή μειωμένο ενδιαφέρον επί δύο εβδομάδες συνεχόμενα, καθώς και τουλάχιστον τέσσερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: αλλαγές σωματικού βάρους, διαταραχές ύπνου, ψυχοκινητική διέγερση ή καθυστέρηση, κόπωση ή απώλεια ενέργειας, αίσθημα απαξίωσης ή υπερβολικές αδικαιολόγητες ενοχές, μειωμένη ικανότητα για σκέψη ή συγκέντρωση ή αναποφασιστικότητα και επανειλημμένες σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονικού ιδεασμού.
Το κάθε επεισόδιο μπορεί να διαρκέσει από 6 μήνες, ενώ στο 20% των περιπτώσεων διαρκεί μέχρι και πάνω από δύο χρόνια. Στο 60-70% των ασθενών εμφανίζονται υποτροπές, με τις πιθανότητες νέου επεισοδίου μετά την πάροδο του πρώτου να ανέρχονται στο 50%, στο 70% μετά το δεύτερο επεισόδιο και στο 90% μετά το τρίτο.
Εμπόδια στην αντιμετώπιση
Η κατάθλιψη είναι η 2η συχνότερη αιτία επίσκεψης σε δομές της Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, με πρώτη τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού. Οι αιτίες της καταθλιπτικής διαταραχής είναι πολλές και σύνθετες, συμπεριλαμβανομέων των γενετικών παραγόντων, των ορμονικών διαταραχών, των μεταβολών στα νευροδιαβιβαστικά συστήματατου εγκεφάλου.
Για το λόγο αυτό, για την αντιμετώπισή της απαιτείται φαρμακευτική αγωγή, ενώ η ψυχοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά. Τα φάρμακα δρουν το νωρίτερο μετά από 3-5 εβδομάδες, αλλά σε περιπτώσεις που συνυπάρχουν υποκείμενα νοσήματα μπορεί να χρειαστούν ακόμη και τρεις μήνες.
Το πρόβλημα είναι ότι λόγω της αναποτελεσματικής περίθαλψης ή έλλειψης πόρων αλλά και του κοινωνικό στίγματος που τους αποτρέπει από την αναζήτηση βοήθειας, μόνο οι μισοί πάσχοντες ακολουθούν θεραπεία. Είναι ενδεικτικό ότι σε ερωτηματολόγιο, το 53% απάντησε πως δεν θα το έλεγε σε κανέναν αν είχε κατάθλιψη, το 61% θεωρεί τις ψυχικές νόσους ένδειξη αδυναμίας, το 79% έχει υποστεί διακρίσεις, το 71% κρύβει το πρόβλημα στο χώρο εργασίας, το 48% των εργαζομένων περιμένει μήνες πριν ζητήσει επαγγελματική βοήθεια.
Τελικά ένας στους δύο καταθλιπτικούς ασθενείς αναζητούν βοήθεια από τις υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, όμως παραμένουν αδιάγνωστοι, καθώς το 69% του συνόλου παρουσιάζουν μόνο σωματικά ενοχλήματα, τα οποία τα οποία αποπροσανατολίζουν τους επαγγελματίες υγείας.
Εντούτοις, για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η νόσος ο ασθενής πρέπει να πάρει το κατάλληλο φάρμακο, στην κατάλληλη δόση, την κατάλληλη στιγμή. Ο στόχος της θεραπείας, είναι η μείωση των συμπτωμάτων, η αποκατάσταση του ρόλου και της λειτουργικότητας του ατόμου καθώς και η ελαχιστοποίηση των υποτροπών.
Τα παραπάνω αναφέρθηκαν σε επιστημονική ενημέρωση και συζήτηση για τη νόσο της κατάθλιψης, που διοργάνωσε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η Janssen Ελλάδος, φέρνοντας στο επίκεντρο το κοινωνικό και οικονομικό κόστος της νόσου.
«Η κατάθλιψη εξακολουθεί να είναι μία δύσκολη ασθένεια και η επιβάρυνση που προκαλεί αυξάνει διαρκώς. Γι’ αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντική η ενημέρωση του κοινωνικού συνόλου και η κατάλληλη αντιμετώπιση από τους ειδικούς», δήλωσε μεταξύ άλλων ο Καθηγητής Ψυχιατρικής ΕΚΠΑ Ιωάννης Χατζημανώλης.
Πέραν του αντίκτυπου που έχει στον ίδιο τον ασθενή, η νόσος αυτή επηρεάζει και το στενό του περιβάλλον. Στη Επιστημονική Ενημέρωση, ο κύριος Φωκίων Δημητριάδης, εκπρόσωπος του δικτύου φροντιστών ΕΠΙΟΝΗ, αναφέρθηκε στο αυξημένο βάρος φροντίδας που επωμίζονται οι άτυποι οικογενειακοί φροντιστές που τους καθιστά επιρρεπείς στην κατάθλιψη. Επίσης μίλησε για τον νέο εργασιακό νόμο που ψηφίστηκε το 2021 και κατοχυρώνει ορισμένα δικαιώματα για τους εργαζόμενους φροντιστές.
Η Υπεύθυνη Επικοινωνίας της Janssen Ελλάδος, Κέλυ Σταυροπούλου δήλωσε: «Η έγκυρη ενημέρωση είναι σύμμαχος απέναντι σε μια ασθένεια όπως η κατάθλιψη. Εμείς στη Janssen έχουμε πάντα στο επίκεντρο το όφελος των ασθενών, στηρίζοντας γιατρούς και φροντιστές. Με την επιστημονική καινοτομία, κάνουμε πράξη την αλληλεγγύη, είμαστε δίπλα στους ασθενείς και την κοινωνία».