Σε συνθήκες... σκότους καλούνται να βαδίσουν οι ασθενείς μετά τη διάγνωση με καρκίνο, οι οποίοι «ακηδεμόνευτοι» αναζητούν τις επόμενες κινήσεις για τη θεραπεία τους. Οι ασθενείς αυτοί, συχνά περιπλανιούνται χωρίς «πυξίδα» στο σύστημα υγείας, χάνοντας πολύτιμο χρόνο και χρήματα, την ώρα που προσπαθούν να διαχειριστούν τα συναισθήματα που έπονται μιας τέτοιας διάγνωσης. Παράλληλα, έρχονται αντιμέτωποι με τις μεγάλες προκλήσεις που φέρνει η ασθένειά τους, με σημαντικό αντίκτυπο και ανατροπές στην καθημερινότητά τους και στο στενό περιβάλλον τους.
Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα εν εξελίξει έρευνας της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, σε συνεργασία με την Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ), από το 51% των ασθενών με καρκίνο που εργάζονται, περίπου το 30% χρειάζεται να εγκαταλείψουν την εργασία τους μόλις βρεθούν αντιμέτωποι με τη νόσο. Το 19% μειώνουν το χρόνο εργασίας, ενώ το 41% δηλώνουν ότι η επαγγελματική τους συνθήκη δεν υφίσταται καμία μεταβολή.
Παράλληλα, περίπου το 30% των ασθενών έχουν φροντιστή μη οικονομικά αμειβόμενο από το περιβάλλον τους. Το 57% των φροντιστών εργάζονται και πολύ συχνά (65%) χρειάζεται να πάρουν άδεια από την εργασία τους για να υποστηρίξουν το άτομο της οικογένειας που νοσεί.
Βαρύ είναι και το οικονομικό κόστος, καθώς το 18% των ασθενών δηλώνουν ότι η μηνιαία οικονομική επιβάρυνση από τη νόσο υπερβαίνει τα 300 ευρώ και το 28% ότι κυμαίνεται από 100 έως 200 ευρώ.
Οι μετακινήσεις είναι άλλο ένα «αγκάθι» για τους ασθενείς, που σε ποσοστό 54% αναφέρουν ότι μετακινούνται από τον τόπο διαμονής τους για αναζήτηση φροντίδων υγείας. Το 60% αυτών μεταβαίνουν σε απόσταση άνω των 100 χλμ και σε ποσοστό 80-90% καλύπτουν το κόστος μετακίνησης οι ίδιοι.
«Πολλές φορές οι ασθενείς αυτοί δεν γνωρίζουν πού πρέπει να απευθυνθούν. Το μονοπάτι πρόσβασης του ασθενή στο σύστημα δεν είναι τόσο ευδιάκριτο. Το πώς θα φτάσει ο ασθενής στο γιατρό, στο ογκολογικό κέντρο ή στην ογκολογική κλινική για να πάρει τη θεραπεία του είναι κάτι που χρήζει βελτίωσης», ανέφερε ο Καθηγητής Πολιτικής Υγείας και Κοσμήτωρ της Σχολής, Κυριάκος Σουλιώτης, παρουσιάζοντας τα πρώτα ευρήματα της έρευνας από το βήμα του 9ου Συνεδρίου της ΕΛΛΟΚ.
Θεμιστοκλέους: «Αυτό πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει»
Το μεγάλο αυτό κενό στην φροντίδα των πασχόντων από καρκίνο, το οποίο αναδείχθηκε μέσα από διάφορα πάνελ στο πλαίσιο του συνεδρίου, αναγνωρίζει και το υπουργείο Υγείας, που ευελπιστεί ότι το ολοκληρωμένο σύστημα φροντίδας ογκολογικών ασθενών με τα ψηφιακά εργαλεία, θα διευκολύνει τη διαδρομή τους από τη διάγνωση μέχρι την ολοκλήρωση της θεραπεία τους.
«Στην ερώτηση τι είναι αυτό που πρέπει να αλλάξει οπωσδήποτε στη χώρα μας σε σχέση με τη θεραπεία των ογκολογικών ασθενών θα απαντούσα, και ως Υφυπουργός και ως γιατρός, ότι είναι η καθοδήγηση του ασθενούς στο σύστημα. Υπάρχει μία πολύ μεγάλη δυσκολία για τους ασθενείς από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι να βρουν τη χειρουργική θεραπεία -εάν απαιτείται- και μετά τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία. Οι ασθενείς επισκέπτονται διάφορα νοσοκομεία, χωρίς να υπάρχει κάποιος να τους καθοδηγεί», δήλωσε νωρίτερα ο Υφυπουργός Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, ο οποίος δεν δίστασε να παραδεχθεί τα τρωτά σημεία της ογκολογικής φροντίδας.
«Στην Ελλάδα έχουμε καλά ογκολογικά τμήματα, καλούς γιατρούς, καλή πρόσβαση στα φάρμακα, εντούτοις δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ότι θα έχουμε μία ισότιμη πρόσβαση όλων των ασθενών ή ότι δεν θα ταλαιπωρηθούν για να βρουν τα διάφορα σημεία του συστήματος. Αυτό πιστεύουμε ότι θα διορθωθεί σε μεγάλο βαθμό με το ψηφιακό σύστημα και τα ψηφιακά εργαλεία», πρόσθεσε.
Ανισότητες στη θεραπεία
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο Υφυπουργός, ο μέσος σταθμισμένος όρος αναμονής για χημειοθεραπεία στη χώρα μας είναι 9,6 μέρες, που είναι αρκετά καλός σε σχέση με τις χώρες τις ΕΕ.
Χημειοθεραπεία χορηγείται σε 62 νοσοκομεία και στα σχέδια του υπουργείου είναι η ενίσχυση των τμημάτων και σε προσωπικό και σε συνθήκες. Το ψηφιακό σύστημα καταγραφής των ασθενών θα παρέχει τη δυνατότητα παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο και θα δίνει τη δυνατότητα παρέμβασης όταν διαπιστώνεται αύξηση του χρόνου αναμονής.
Στην ακτινοθεραπεία, ο μέσος σταθμισμένος όρος αναμονής είναι 36 ημέρες. «Θεωρείται σχετικά καλός με βάση τα κράτη της ΕΕ. Χώρες πλουσιότερες και με αρκετά καλύτερα οργανωμένο σύστημα υγείας, όπως οι σκανδιναβικές, φτάνουν τις έξι εβδομάδες», ανέφερε ο κ. Θεμιστοκλέους. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι ο αριθμός αυτός δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την πραγματικότητα στην Ελλάδα, καθώς σε ορισμένες περιοχές ή ομάδες η αναμονή μπορεί να ξεπερνάει τις 60 ημέρες.
Τα μηνύματα είναι ενθαρρυντικά όσον αφορά στον εξοπλισμό των δομών, όπου σημειώνεται βελτίωση στην αναλογία του αριθμού μηχανημάτων προς τον πληθυσμό. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μεγάλη δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», με την προσθήκη στο σύστημα 12 μηχανημάτων ακτινοθεραπείας.
Παράλληλα, υπάρχει ένα σχέδιο για την προσθήκη άλλων 4 μηχανημάτων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης (2 στο νοσοκομείο Λαμίας και 2 στο νοσοκομείο «Σωτηρία»), τα οποία θα πρέπει να έχουν τοποθετηθεί μέχρι τις αρχές του 2026, και άλλων τριών μέσω ΕΣΠΑ, τα οποία θα τοποθετηθούν λίγο αργότερα. «Θα ακολουθήσουν και άλλα από δωρεές και έτσι θα φτάσουμε στο μέσο όρο της ΕΕ και ίσως τον ξεπεράσουμε λίγο», σημείωσε ο Μάριος Θεμιστοκλέους.
Ανισοκατανομή ογκολόγων και δομών
Η άνιση κατανομή ογκολόγων αλλά και εξειδικευμένων δομών δημιουργούν ανισότητες στην πρόσβαση των ογκολογικών ασθενών στο σύστημα, με αυτούς που διαμένουν στα μητροπολιτικά κέντρα να βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση. Οι περισσότερες υγειονομικές μονάδες και ειδικά τα εξειδικευμένα κέντρα, βρίσκονται κυρίως στην Αττική και στις 6-7 μεγάλες πόλεις, ενώ υπάρχει άνιση κατανομή στη νησιωτική χώρα, όπου μάλιστα δεν προβλέπεται κάποια αξιοσημείωτη βελτίωση. «Δεν μπορούμε να έχουμε ογκολόγους στα μικρά νησιά, μπορεί όμως να βελτιωθεί η κατάσταση κατά πολύ στην Πελοπόννησο και στις περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, όπως η Βόρεια Μακεδονία που έχει έναν μικρό αριθμό ογκολόγων και μηχανήματων ακτινοθεραπείας», διευκρίνισε ο Υφυπουργός.
Δυσεύρετη η ανακουφιστική φροντίδα
Τεράστιο είναι το κενό στον τομέα της ανακουφιστικής/παρηγορητικής φροντίδας, που επικεντρώνεται στην πρόληψη και ανακούφιση του πόνου και άλλων προβλημάτων των ασθενών, είτε αυτά είναι σωματικά, ψυχοκοινωνικά ή πνευματικά, με στόχο να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή ποιότητα ζωής, ανεξάρτητα από το στάδιο της νόσου.
Στην Ελλάδα έχουν γίνει κάποια βήματα, ωστόσο, η χώρα μας υστερεί κατά πολύ σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς διαθέτει ελάχιστες μονάδες, ιδιωτικές.
«Έχει αναπτυχθεί μία πολύ συστηματική δουλειά στο υπουργείο Υγείας, που βρίσκεται στην ολοκλήρωσή της. Θα καθορίσει το πλαίσιο οργάνωσης της ανακουφιστικής φροντίδας, με τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται, ούτως ώστε κάποιος να μπορεί να αναπτύξει μία τέτοια μονάδα. Η δική μας προσέγγιση αφορά στη ανάπτυξη κλινών εντός των δημόσιων νοσοκομείων. Στόχος είναι η δημιουργία 1-2 δημόσιων δομών έστω και με λίγες κλίνες, σε πρώτη φάση στην Αττική», ανέφερε ο Υφυπουργός.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το υπουργείο Υγείας βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με την Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία για την αξιοποίηση του κτιρίου που διαθέτει στην Παιανία ή κάποιας άλλης δομής που μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε μονάδα ανακουφιστικής θεραπείας.