Η συσσώρευση καλά κρατεί στο ΧΑ διατηρώντας έτσι και το αίσθημα νευρικότητας στους επενδυτές που παγιδεύονται είτε πουλώντας την πρώτη πτώση είτε αγοράζοντας σε μια αντίδραση. Ποιοι κερδίζουν; Μάλλον κανείς ή μάλλον όσοι έχουν υπομονή και βλέπουν σε βάθος πολλών μηνών ή και ετώn.
Στην αγορά κυριαρχεί το αίσθημα απαξίωσης και κερδοσκοπισμού καθώς μετά την ανοδική αντίδραση από τις 1.377 στις 1.432 μονάδες, ο ΓΔ επανήλθε στο γνώριμο κόκκινο σκηνικό. Χρήζει ιδιαίτερης προσέγγισης πως το ΧΑ υποαποδίδει έντονα ή και υποχωρεί όταν οι διεθνείς αγορές κινούνται ανοδικά, αλλά διορθώνει με χαρακτηριστική ευκολία όταν οι τελευταίες γυρνάνε στο κόκκινο.
Δυνατά αποτελέσματα, υψηλότερα payout, πιο γρήγορη απόσβεση DTC, από τις ελληνικές τράπεζες δε φαίνεται να απασχολεί τους κερδοσκόπους που στην πρώτη ανοδική αντίδραση «πυροβολούν» με τεράστιο όγκο χαρτιών τις τρεις κυρίως εκ των τεσσάρων συστημικών (ΕΤΕ, ΕΥΡΩΒ, ΠΕΙΡ). Αλλά σε αυτή την αγορά, με αυτούς τους θεσμούς εποπτείας δε μπορείς να περιμένεις κάτι καλύτερο. Άλλωστε η μάζα έχει γαλουχηθεί με την ιδέα του κερδοσκοπισμού και όχι της επένδυσης.
Τη στιγμή που οι ξένοι οίκοι αυξάνουν διαρκώς τις τιμές στόχους στις τράπεζες και σε blue chips, στο ταμπλό βγαίνουν πωλήσεις κατάσταση που εγείρει ποικίλα ερωτήματα...
Όπως υποστηρίζει ο Πέτρος Στεριώτης, πιστοποιημένος τεχνικός αναλυτής, «τα ισχυρά μεγέθη εννιαμήνου των συστημικών τραπεζών και η αισιοδοξία που οι διοικήσεις τους εξέφρασαν αναφορικά με την επίτευξη σημαντικών στόχων και υψηλών μερισματικών διανομών οδήγησαν τον τραπεζικό δείκτη σε ένα εντυπωσιακό σερί ανοδικών συνεδριάσεων από τις αρχές του μήνα. Η βραχυπρόθεσμη αυτή δυναμική των τραπεζικών μετοχών στήριξε και τον Γενικό Δείκτη επιβεβαιώνοντας αυτό που γνωρίζαμε, ότι δηλαδή ο εν λόγω κλάδος είναι το «βαρόμετρο» της λεωφόρου Αθηνών.
Σε ό,τι αφορά τον Γενικό Δείκτη, συνεχίζει να «κόβει βόλτες» εντός του στενού εύρους των τελευταίων μηνών, ενώ η σύγκλιση των μακροπρόθεσμων κινητών μέσων όρων του αποτελεί δείγμα ατασικότητας της ευρύτερης Αγοράς. Για να επιτύχει (επιτέλους) ο ΓΔ το ανοδικό ξέσπασμα που θα μπορούσε να τον φέρει και πάλι «ενώπιος ενωπίω» με το πολυετές υψηλό του Μαΐου και να αποχαιρετήσει έτσι την φετινή χρηματιστηριακή χρόνια με «χαμόγελα», απαιτείται βέβαια συμμετοχή και άλλων blue chips στην άνοδο.
Η φετινή απόδοση της τάξης του +10% στον Γενικό Δείκτη σίγουρα δεν είναι αμελητέα. Μάλιστα, βαδίζοντας προς το φινάλε του 2024, η εν δυνάμει καταγραφή του 4ου συνεχόμενου ανοδικού έτους παραμένει «κλειδί» ώστε η ελληνική Αγορά να επιστρέψει -με νέες αναβαθμίσεις ή χωρίς- στο «ραντάρ» ολοένα και περισσότερων ξένων επενδυτών.
Ωστόσο, κρίσιμη συνθήκη για να καρπωθούν στο ταμπλό του ΧΑ οι αποτιμήσεις την μεγάλη πρόοδο που παρατηρείται σε εταιρικά θεμελιώδη και μάκρο είναι η διάχυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος προς αξιολογότατες εισηγμένες, πέραν του «καρέ» των τραπεζικών. Σε μια Κεφαλαιαγορά που στο πρόσφατο παρελθόν έχει ταλανιστεί από δημοσιονομικά ζητήματα και συνεπακόλουθη αποστροφή των επενδυτών από τα ελληνικά «χαρτιά», θα είναι κρίμα να χαθούν κι άλλες ευκαιρίες επέκτασης του εγχώριου δομικού ράλι σε μια συγκυρία στην οποία το ελληνικό δεκαετές προσφέρει πλέον yield χαμηλότερο από τα αντίστοιχα άλλων χωρών της Ευρωζώνης, ένδειξη θετική για την αποτίμηση του country risk και την προεξόφληση εταιρικών κερδών και χρηματοροών, ενώ παράλληλα η κερδοφορία των εισηγμένων βαδίζει προς νέα ρεκόρ και οι τραπεζικοί ισολογισμοί εξυγιαίνονται».
«Όλα αυτά βέβαια μέσα σε ένα περίπλοκο διεθνές επενδυτικό περιβάλλον, με την Αμερική να βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά και την Ευρώπη να τα έχει για την ώρα «χαμένα», καθώς οι traders αφουγκράζονται το νέο πολιτικό και δημοσιονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται μετά την εκλογή Τραμπ, την πολιτική αστάθεια στη Γερμανία, την ανασφάλεια σχετικά με τα πολεμικά μέτωπα κλπ», καταλήγει ο Π. Στεριώτης.
Μετά τις τράπεζες και η ΔΕΗ ανακοίνωσε ένα ισχυρό σετ απαοτελεσμάτων, θα φανεί σήμερα πως και αν θα βγάλει δυναμικότερη κίνηση. Γιατί και οι τράπεζες διέψευσαν θετικά για πολλοστή φορά τους αναλυτές αλλά το «χώσιμο» χαρτιών συνεχίζεται...
Στη «συνταγή επιτυχίας» που επέτρεψε στη ΔΕΗ να δημιουργήσει στέρεες βάσεις ανάπτυξης από το 2019 -δηλαδή το καθετοποιημένο μοντέλο- πρόκειται να βασιστεί η επιχείρηση στο νέο 3ετές κεφάλαιο ανάπτυξης 2025-2027, ο οποίος θα οδηγήσει σε EBITDA 2,7 δισ. και σε καθαρή κερδοφορία πάνω από 800 εκατ. ευρώ στο τέλος της επόμενης 3ετίας.