Όσο η ΕΚΤ επισπεύδει τις διαδικασίες απόσυρσης της νομισματικής χαλάρωσης, τόσο περιορίζονται τα (χρονικά) περιθώρια των υπερχρεωμένων χωρών της Ε.Ε. για συλλογή «φθηνού» δανειακού χρήματος στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων.
Μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, αλλά με εξαιρετικά περιορισμένες ανάγκες συγκριτικά με τους μεγάλους της λίστας, όπως η Ιταλία και η Ισπανία.
Η πρώτη μιας σειράς εκδοτικών κινήσεων έγινε σήμερα με την επανέκδοση δεκαετούς ομολόγου λήξης το 2033, ενός εκ των τεσσάρων που είχαν εκδοθεί για ανταλλαγή με τις σειρές των 20 ομολόγων του PSI.
Το ζητούμενο είναι μόλις 500 εκατ. ευρώ και αντίστοιχης κλίμακας θα είναι και οι επόμενες κινήσεις που θα ακολουθήσουν και οι οποίες θα έχουν στόχο να διευρύνουν την ρευστότητα σε όλη την καμπύλη των διαθέσιμων στην δευτερογενή αγορά ομολογιακών τίτλων.
Η πίεση αποτυπώνεται ήδη στις αποδόσεις, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό από εκείνο που θα ήταν φυσιολογικό δεδομένης της συγκυρίας. Και αυτό οφείλεται αφενός στους χειρισμούς από πλευράς ΟΔΔΗΧ και αφετέρου στα μικρά ποσά που τελικά αποδέχεται το ελληνικό δημόσιο, διατηρώντας τη συμπεριφορά της περιορισμένης ζήτησης κεφαλαίων.
Παρ' όλα αυτά είναι άγνωστο ακόμα το πώς θα αντιδράσουν οι αγορές και πού θα δοκιμάσουν τα... δόντια τους τα hedge funds όταν αρχίσει η αύξηση των επιτοκίων, η οποία σύμφωνα με την έμμεση ομολογία της θα αρχίσει πολύ σύντομα μέσα στον Ιούλιο. Στόχος της όπως είπε να έχει ξεμπερδέψει με τα αρνητικά επιτόκια μέσα στο τρίτο τρίμηνο.
«Προβλέπω ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο της εφαρμογής θα λήξουν πολύ σύντομα στο τρίτο τρίμηνο. Αυτό θα μας επιτρέψει να αυξήσουμε τα επιτόκια στη συνάντησή μας τον Ιούλιο, σύμφωνα με τις οδηγίες μας».
Με μία σταδιακή αύξηση κατά 0,25% στην οποία συγκλίνουν οι εκτιμήσεις των αγορών εμφανίζεται ως πολύ πιθανό ο Σεπτέμβρης να βρει τα ευρωπαϊκά επιτόκια από το – 0,5% σήμερα στο 0,25% στα τέλη του Σεπτέμβρη...
Η κα Λαγκάρντ έχοντας αφήσει πίσω της τις εκτιμήσεις περί παροδικότητας των πληθωριστικών πιέσεων – μία ανάλυση την οποία φαίνεται τώρα να «φορτώνεται» ως αποδιοπομπαίος τράγος ο κ. Φίλιπ Λέϊν – υποστηρίζει πως «με τις προοπτικές για τον πληθωρισμό που έχουν κινηθεί σημαντικά ανοδικά σε σύγκριση με την προ πανδημίας περίοδο, είναι σκόπιμο να προσαρμοστούν οι ονομαστικές μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων των επιτοκίων». Με τόσο υψηλό πληθωρισμό η επικεφαλής της ΕΚΤ υποστηρίζει (!) ότι
«Αυτό (σ.σ. δηλαδή αύξηση επιτοκίων) δεν θα συνιστούσε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, αντίθετα, αφήνοντας αμετάβλητα τα επίσημα επιτόκια σε αυτό το πλαίσιο θα συνιστούσε χαλάρωση της πολιτικής, η οποία επί του παρόντος δεν είναι δικαιολογημένη...».
Έδωσε πάντως την πληροφορία ότι οι καθαρές αγορές χρέους στο πλαίσιο του APP «θα λήξουν πολύ σύντομα το τρίτο τρίμηνο, γεγονός που θα μας επιτρέψει να αυξήσουμε τα επιτόκια στη συνεδρίασή μας τον Ιούλιο».
Σε κάθε περίπτωση πάντως οι κινήσεις της ΕΚΤ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ταχύτητα των κινήσεων της Fed, καθώς ήδη η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρω έναντι του δολαρίου είναι πολύ χαμηλή και θα μπορούσε να διολισθήσει ακόμα περισσότερο αν δεν «τρέξει» πίσω από τις αυξήσεις της Fed.