Τις λεπτές πολιτικές ισορροπίες που διαμορφώνονται στην Γαλλία και τον αντίκτυπο σε αγορές, επενδυτές και περιουσιακά στοιχεία, μετά τις πρόσφατες εκλογές σχολιάζει η UBS, που βάζει στο μικροσκόπιό της τα αποτελέσματα από τις κάλπες και τις δυνατότητες σχηματισμού μίας διευρυμένης κυβέρνησης συνασπισμού.
Υπενθυμίζεται πως οι πολίτες «έδειξαν» σε 3 κυρίαρχα μπλοκ που καλύπτουν όλο το πολιτικό φάσμα: τον Αριστερό Συνασπισμό του Ζακ - Λυκ Μελανσόν με 182 έδρες, τη Συμμαχία του Εμανουέλ Μακρόν με 168 έδρες και το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν με 143 έδρες. κυβέρνησης, ενώ η ελβετική τράπεζα εκτιμά πως το πολιτικό ρίσκο θα παραμείνει στα γαλλικά assets σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές αγορές και προβλέπει ότι η όποια ανάκαμψη της αγοράς θα περιοριστεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Ο Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν είναι πιθανό να ξεκινήσει συζητήσεις με τον αριστερό συνασπισμό τις επόμενες ημέρες, καθώς κέρδισε τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών, ενώ ήδη απηύθυνε κάλεσμα στις προοδευτικές δυνάμεις του συνταγματικού τόξου να μπουν σε διαπραγματεύσεις για σχηματισμό κυβερνητικής πλειοψηφίας.
«Ωστόσο, μια αριστερή κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ισχυρό έρεισμα ώστε να μην κινδυνεύει από την υπερψήφιση μια πρότασης δυσπιστίας από το κοινοβούλιο. Εν ολίγοις, ο αριστερός συνασπισμός από μόνος του δεν έχει αρκετές έδρες για να εξασφαλίσει πολιτική σταθερότητα» τονίζει η Claudia Panseri, Chief Investment Officer για τη Γαλλία, της ελβετικής τράπεζας.
Λύση οι τεχνοκράτες;
Για να μπορέσει να ψηφίσει νόμους, η κυβέρνηση χρειάζεται τουλάχιστον 289 έδρες. Τις τελευταίες ημέρες, διατυπώνεται η ιδέα ενός μεγάλου διακομματικού συνασπισμού από αριστερά προς δεξιά, με τους Σοσιαλιστές και τους συντηρητικούς που έχουν πολύ διαφορετικούς στόχους, ιδεολογίες και προσεγγίσεις, με αποτέλεσμα να φαντάζει αδύνατο να διαρκέσει μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με την άποψη των αναλυτών.
Μια τεχνοκρατική κυβέρνηση -δηλαδή μια κυβέρνηση που αποτελείται από εμπειρογνώμονες και όχι πολιτικούς- είναι η καλύτερη λύση για να διασφαλιστεί βραχυπρόθεσμα η σταθερότητα. Ενώ αυτού του είδους η κυβέρνηση θα ήταν πιθανότατα βραχύβια, οδηγώντας σε νέες εκλογές το επόμενο έτος, μια θα μπορούσε να υιοθετήσει έναν προϋπολογισμό λιτότητας με χαμηλότερο πολιτικό κόστος για να αντιμετωπιστεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που ξεκίνησε σε βάρος του Παρισιού η Κομισιόν. Αν και αυτή η τρίτη λύση δεν έχει υιοθετηθεί ποτέ στη Γαλλία, θα μπορούσε να είναι η καλύτερη για την ελάφρυνση της κατάστασης του χρέους», προβλέπει η Panseri.
Οι επόμενες 10 ημέρες θα είναι ιδιαίτερα σημαντικές: Πρέπει να οριστεί νέος πρωθυπουργός και η νέα Εθνοσυνέλευση συνεδριάζει για πρώτη φορά στις 18 Ιουλίου για να εκλέξει τον καινούργιο πρόεδρό της. Για να κερδίσει, ένας υποψήφιος πρέπει να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων. Αν όμως κανείς δεν προκριθεί από τις δύο πρώτες κάλπες, στην τρίτη ψηφοφορία απαιτείται μόνο σχετική πλειοψηφία.
Τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς από μια κυβέρνηση μειοψηφίας;
Χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, η ψήφιση νόμων θα είναι πρόκληση, αλλά υπάρχουν επιλογές. Για παράδειγμα, μια κυβέρνηση μειοψηφίας θα μπορούσε να επιχειρήσει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία κατά περίπτωση για κάθε προτεινόμενο νομοσχέδιο. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να επικαλεστεί το άρθρο 49.3, το οποίο επιτρέπει την ψήφιση νόμων χωρίς ψηφοφορία. Ωστόσο, αυτή η επιλογή ενέχει τον κίνδυνο να έρθει αντιμέτωπη με μια πρόταση δυσπιστίας. Αν τελικά η πρόταση μομφής περάσει, θα αναλάβει μια υπηρεσιακή κυβέρνηση μέχρι να διοριστεί νέος πρωθυπουργός που θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες πρόωρες εκλογές.
«Ένα από τα βασικά σημεία εστίασης οποιασδήποτε νέας κυβέρνησης θα είναι πιθανότατα το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2025. Στον επόμενο προϋπολογισμό θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιορισμοί του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και του νέου δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ. Υπενθυμίζουμε ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει μια Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ) και θα χρειαστεί να παρουσιάσει σχέδιο μείωσης του χρέους στην ΕΕ. Συνήθως, η κυβέρνηση θα συζητούσε τα κύρια σχέδια δαπανών και εσόδων κεκλεισμένων των θυρών τον Ιούνιο και τις αρχές Ιουλίου» υπογραμμίζει η UBS.
Η μεταβλητότητα των assets θα αυξηθεί ξανά
Ενώ οι αγορές αντέδρασαν θετικά στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, η UBS εκτιμά ότι η αστάθεια μπορεί να αυξηθεί ξανά όταν πρόκειται να συζητηθεί ο προϋπολογισμός του 2025. Δεδομένου του πιθανού επακόλουθου πολιτικού αδιεξόδου, της περιορισμένης προώθησης των πολιτικών και μεταρρυθμιστικών αποφάσεων και της πιθανότητας περαιτέρω αρνητικών ενεργειών για την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας, τα γαλλικά ομόλογα θα παραμείνουν πιθανότατα ασταθή.
«Οποιεσδήποτε δηλώσεις που υπαινίσσονται πιθανές αντιπαραθέσεις με την Κομισιόν θα μπορούσαν θα μπορούσαν να προκαλέσουν πιέσεις στις αποδόσεις και δεδομένης της παραδοσιακά περιορισμένης συναλλακτικής δραστηριότητας κατά τη θερινή περίοδο, του συγκριτικά μεγάλου ποσοστού ξένων επενδυτών που κατέχουν γαλλικά ομόλογα και της εκροής του ισολογισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι κινήσεις της αγοράς θα μπορούσαν να επιδεινωθούν από την περιορισμένη ρευστότητα και τα δύσκολα τεχνικά χαρακτηριστικά της αγοράς. Βλέπουμε καλύτερες ευκαιρίες σε χώρες με πιο σταθερή πορεία χρέους» διαμηνύει η αναλύτρια.
«Η μεταβλητότητα των περιουσιακών στοιχείων θα αυξηθεί εκ νέου. Αναμένουμε ότι ο πολιτικός κίνδυνος θα συνεχίσει να είναι παρών στις γαλλικές μετοχές σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές μετοχές και αναμένουμε ότι η όποια ανάκαμψη της αγοράς θα περιοριστεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Τα γαλλικά κρατικά ομόλογα δεν φαίνονται ελκυστικά. Οι θεμελιώδεις προοπτικές για το γαλλικό κρατικό χρέος επιδεινώνονται, κατά την άποψή μας, με υψηλό και αυξανόμενο δείκτη χρέους, αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα και αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης. Οι αγορές αντέδρασαν θετικά στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, πιστεύουμε ότι η μεταβλητότητα μπορεί να αυξηθεί εκ νέου όταν πρόκειται να συζητηθεί ο προϋπολογισμός του 2025. Δεδομένης της πιθανής επακόλουθης πολιτικής εμπλοκής, της περιορισμένης ορατότητας των πολιτικών και ρυθμιστικών αποφάσεων και της πιθανότητας περαιτέρω αρνητικών ενεργειών για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Γαλλίας, τα γαλλικά ομόλογα θα παραμείνουν πιθανότατα ευμετάβλητα», πρόσθεσε.