Σταθερή παραμένει η πρόσδεση της Ελλάδας και των Ενόπλων Δυνάμεών της στο άρμα του ΝΑΤΟ, καθώς οι δαπάνες της χώρας μας για λογαριασμό της Βορειοαντλαντικής Συμμαχίας κινούνται σταθερά πάνω από τον μέσο όρο των υπολοίπων 31 κρατών - μελών.
Το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS), επικεντρώνεται στα ποσά που ξόδεψε η Ελλάδα σε εξοπλιστικές και στρατιωτικές δαπάνες για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ από το 2008 μέχρι το 2024, με το άθροισμα να βγάζει συνολικά περί τα 112 δισ. ευρώ ή 116,28 δισ. δολάρια.
![](public://imported/articles/2021-03/aigaio_polemiko_naytiko_askisi_ape_3.jpg)
Μάλιστα, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η κατανομή στη διάρκεια των 16 χρόνων, καθώς τη διετία 2008 - 2009 δόθηκαν σχεδόν 20 δισ. ευρώ, ωστόσο στα χρόνια όπου εμβάθυνε η χρηματοπιστωτική κρίση, παρατηρήθηκε πτώση. Χαμηλές ήταν οι ταχύτητες και μέχρι το 2020, όμως έκτοτε ο ρυθμός πολλαπλασιάστηκε αισθητά.
Η ακτινογραφία των αμυντικών δαπανών της Ελλάδας, που σύμφωνα με τις κυβερνήσεις της 16ετίας προορίζονται για την προστασία των εθνικών συμφερόντων και την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, κατά το report του διεθνούς think tank είναι η ακόλουθη:
- 2008: 9,75 δισ. ευρώ (10,1 δισ. δολάρια)
- 2009: 9,85 δισ. ευρώ (10,2 δισ. δολάρια)
- 2010: 9,5 δισ. ευρώ (9,86 δισ. δολάρια)
- 2011: 8,2 δισ. ευρώ (8,52 δισ. δολάρια)
- 2012: 6,45 δισ. ευρώ (6,68 δισ. δολάρια)
- 2013: 5,7 δισ. ευρώ (5,90 δισ. δολάρια)
- 2014: 5,5 δισ. ευρώ (5,69 δισ. δολάρια)
- 2015: 4,56 δισ. ευρώ (4,73 δισ. δολάρια)
- 2016: 4,4 δισ. ευρώ (4,60 δισ. δολάρια)
- 2017: 4,6 δισ. ευρώ (4,73 δισ. δολάρια)
- 2018: 4,7 δισ. ευρω (4,86 δισ. δολάρια)
- 2019: 4,65 δισ. ευρώ (4,81 δισ. δολάρια)
- 2020: 4,8 δισ. ευρώ (4,98 δισ. δολάρια)
- 2021: 7,4 δισ. ευρώ (7,69 δισ. δολάρια)
- 2022: 7,6 δισ. ευρώ (7,85 δισ. δολάρια)
- 2023: 7 δισ. ευρώ (7,31 δισ. δολάρια)
- 2024: 7,5 δισ. ευρώ (7,77 δισ. δολάρια)
Σε παγκόσμια κλίμακα, το 2024 οι αμυντικές δαπάνες χτύπησαν νέο ιστορικό υψηλό, καθώς τα τύμπανα πολέμου και τα ανοιχτά μέτωπα συγκρούσεων σε πολλές περιοχές της Γης, ώθησαν τις κυβερνήσεις να επενδύσουν συνολικά 2,46 τρισ. δολάρια.
Σε διεθνές επίπεδο, η άνοδος προήλθε από την αποσταθεροποίηση των διπλωματικών σχέσεων και την κλιμάκωση των εντάσεων, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.
Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, οι ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 11,7% σε πραγματικούς όρους φτάνοντας τα 457 δισ. δολάρια, με το 2024 να σηματοδοτεί τη δέκατη συνεχή χρονιά ανάπτυξης.
Το περιστατικό με την Ρωσία στην Κριμαία το 2014, αναζωογόνησε τις μακροχρόνιες δεσμεύσεις των κρατών μελών του ΝΑΤΟ να δαπανήσουν το 2% του ΑΕΠ τους για την άμυνα. Οι αμυντικοί προϋπολογισμοί αυξήθηκαν σημαντικά, με την Πολωνία, να γίνεται η 15η δύναμη σε δαπάνες παγκοσμίως το 2024, από 20η το 2022.
Παρ’ όλα αυτά, η Ευρώπη παρέμεινε πίσω από τις αυξήσεις στις συνολικές στρατιωτικές δαπάνες της Μόσχας, οι οποίες εκτινάχθηκαν κατά 41,9% σε πραγματικούς όρους και έφτασαν εκτιμώμενα 13,1 τρισ. ρούβλια (145,9 δισ. δολάρια), ελέω της όξυνσης του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.
Οι δαπάνες του Κρεμλίνου το 2024 αντιπροσώπευαν το 6,7% του ρωσικού ΑΕΠ – υπερδιπλάσιες από τα έτη πριν την επιχείρηση στην Ουκρανία το 2022. Αντιστρόφως, η ανάπτυξη των δαπανών για άμυνα στις ΗΠΑ το 2024 παρέμεινε περιορισμένη παρά την διαρκή τους παρουσία με βάσεις σε όλα σχεδόν τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, εν μέσω και των πολεμικών ιαχών.
Ωστόσο, η επανεκλογή του Τραμπ εντείνει την πίεση προς τα μέλη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη να αυξήσουν τη συνεισφορά τους στον βορειοατλαντικό κουμπαρά, καθώς τον Ιανουάριο, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε ότι το ελάχιστο επίπεδο συμμετοχής θα πρέπει να αναρριχηθεί στο 5% του ΑΕΠ.
Αν τα ευρωπαϊκά μέλη της βορειοατλαντικής συμμαχίας διατηρήσουν το ρυθμό αύξησης του 2024, τότε οι δαπάνες για άμυνα θα φτάσουν το 3% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο σε 5 χρόνια και το 5% σε 10 χρόνια, αλλά αυτό φαντάζει αδύνατο για τις περισσότερες οικονομίες, εξαιτίας και των ασφυκτικών δημοσιονομικών πιέσεων.
Οι κύριες ανησυχίες στην Ευρώπη παραμένουν:
- η βιωσιμότητα της πρόσφατης κούρσας εξοπλισμών
- η χρησιμότητα και η αναγκαιότητα οποιωνδήποτε περαιτέρω αυξήσεων υπό το πρίσμα της απαίτησης του προέδρου των ΗΠΑ
- η πιθανότητα αποδυνάμωσης των αμυντικών δεσμεύσεων των ΗΠΑ απέναντι στους συμμάχους τους λόγω της πολιτικής προστατευτισμού που υιοθέτησαν από τους δασμούς μέχρι το δόγμα "America First"