Σε ρόλο... Πόντιου Πιλάτου, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο έβαλε στον «πάγο» τις προσδοκίες των συνταξιούχων για αναδρομικά από τις μνημονιακές περικοπές σε δώρα και επιδόματα (Χριστουγέννων, Πάσχα και θερινής άδειας) καθώς και στις επικουρικές συντάξεις, κατά το 11μηνο Ιουνίου 2015 – Μαίου 2016.
Συνεπώς οι 300.000 συνταξιούχοι που είχαν προσφύγει μέχρι 21/7/2020 στα διοικητικά δικαστήρια για τις περικοπές στις επικουρικές τους συντάξεις το επίμαχο 11μηνο δικαιούνται τα αναδρομικά. Αντίθετα όσοι δεν είχαν προσφύγει μέχρι τον Ιούλιο του 2020, θα λάβουν αναδρομικά μόνο σε περίπτωση που υπάρξει πολιτική απόφαση, και εφόσον η κυβέρνηση κρίνει πως υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια.
Σύμφωνα με την απόφαση του που δημοσιεύτηκε σήμερα, το ΑΕΔ «στερείται σχετικής δικαιοδοσίας» να κρίνει το σχετικό μνημονιακό νόμο που επέβαλε τις περικοπές στους συνταξιούχους. Παράλληλα υπογράμμισε πως οι δύο αποφάσεις (του Αρείου Πάγου και του ΣτΕ) δεν έρχονται σε αντίθεση, καθώς αφορούν διαφορετικές περιπτώσεις.
Αναλυτικότερα, το ΑΕΔ με πρόεδρο την πρώην πρόεδρο του ΣτΕ Ευαγγελία Νίκα και εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Ειρήνη Σταυρουλάκη, έκρινε ότι οι αποφάσεις ΣτΕ και Αρείου Πάγου που παραπέμφθηκαν σε αυτό, λόγω αντιθέτων απόφασεων μεταξύ των δυο αυτών δικαστηρίων, τελικά δεν είναι αντίθετες και εξακολουθούν να ισχύουν.
Ακόμη, το ΑΕΔ έκρινε ότι είναι αναρμόδιο να εκδώσει απόφαση επί της συνταγματικότητας των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις του Δημοσίου τομέα για το 11μηνο από 11.6.2015 έως 11.5.2016 που έγιναν με το «νόμο Κατρούγκαλου».
Ποιοι δικαιούνται αναδρομικά
Κατά συνέπεια, μετά την απόφαση του ΑΕΔ, οικονομικές διεκδικήσεις δικαιούνται όσοι συνταξιούχοι του Δημοσίου τομέα είχαν προσφύγει μέχρι 21/7/2020 στα Διοικητικά Δικαστήρια για τις περικοπές στις επικουρικές συντάξεις το 11μηνο από 11.6.2015 έως 11.5.2016.
Αντίθετα, δεν δικαιούνται τις διαφορές οι συνταξιούχοι του Μετοχικού Ταμείου της Τράπεζας της Ελλάδος, για τους οποίους είχε εκδοθεί η απόφαση του Αρείου Πάγου που έκρινε συνταγματικές τις περικοπές τους.
Σύμφωνα με ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, περίπου 300.000 συνταξιούχοι που είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη πριν από τον νόμο Βρούτση (2020), συνεχίζουν να δικαιούνται αναδρομικά από τα κομμένα Δώρα ύψους 800 ευρώ στις κύριες συντάξεις, καθώς και αναδρομικά από τις επικουρικές τους συντάξεις.
Σε ότι αφορά τις διεκδικήσεις των υπολοίπων συνταξιούχων για το 11μηνο (Ιούλιος 2015 - Μάιος 2016) για τα κομμένα δώρα και τις μειώσεις των επικουρικών, οι οποίοι είχαν «παγώσει» τις νομικές ενέργειες κατόπιν κυβερνητικής παραίνεσης, η όποια απόφαση επιστροφής αναδρομικών θα πρέπει να είναι πολιτικού χαρακτήρα.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση θα κρίνει αν θα προχωρήσει σε μαζικές πληρωμές του συνόλου των συνταξιούχων, ώστε να μην συνεχιστούν οι δικαστικές διεκδικήσεις, οι οποίες είχαν παγώσει εν αναμονή της απόφασης του ΑΕΔ.
Το σκεπτικό της απόφαση του ΑΕΔ
Το ΑΕΔ στο σκεπτικό της απόφασής του, μεταξύ των άλλων, έκρινε ότι «στερείται σχετικής δικαιοδοσίας, λόγω μη αντιθέσεως μεταξύ της αποφάσεως 1509/ 2023 του Αρείου Πάγου και το 2287 και 2088/ 2015 του ΣτΕ». Και αυτό γιατί «το Συμβούλιο της Επικρατείας, αποφανθέν υπέρ της αντισυνταγματικότητας περιόρισε την κρίση του επί των συνταξιούχων δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως, στηριζόμενο στην υποχρεωτικότητα της (επικουρικής) κοινωνικής ασφάλισης και στην συνακόλουθη παροχή της αποκλειστικώς από το κράτος ή από ΝΠΔΔ, έλαβε υπόψη κατά τρόπο καταλυτικό το σωρευτικό αποτέλεσμα της ένδικης περικοπής με το σύνολο των προηγηθεισών, κατά τα έτη 2000 έως 2012, πολλαπλών διαδοχικών νομοθετικών περικοπών των συντάξεων, κρίνοντας -βάσει της ποσότητας και της έντασης αυτών επί της συγκεκριμένης κατηγορίας συνταξιούχων – ότι επιβαλλόταν συνταγματικώς, αλλά δεν εχώρησε η εκπόνηση ειδικής επιστημονικά τεκμηριωμένης μελέτης ως προς την επιρροή της ένδικης ρύθμιση στον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος των εν λόγω συνταξιούχων».
Σύμφωνα με την απόφαση του ΑΕΔ, ο ‘Αρειος Πάγος, «υπό το πρίσμα του νοµικού πλαισίου της παρεχοµένης από την ίδια την Τράπεζα της Ελλάδος, ήτοι από ΝΠΙΔ, επικουρικής ασφαλίσεως των συνταξιούχων της, συνεκτιμώντας µεν τις προηγηθείσες περικοπές συντάξεων, οι οποίες, όµως, δεν αφορούσαν στο σύνολο, και δη στην πλειονότητα, τους συνταξιούχους της Τράπεζας, και λαμβάνοντας, επίσης, υπ’ όψιν ότι, πάντως, το ύψος των πληττόμενων συντάξεων των ασφαλισμένων στην ως άνω Τράπεζα παραµένει υψηλότερο της µέσης κυρίας και επικουρικής συντάξεως του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, έκρινε συνταγµατική την ως άνω διάταξη».
Σε άλλο σημείο, το ΑΕΔ αναφέρει ότι «λόγω ουσιώδους διαφοροποιήσεως του νοµικού και πραγματικού υποβάθρου των υποθέσεων και των αντιστοίχων, φερομένων ως αντίθετων, αποφάσεων του Αρείου Πάγου αφενός και του Συµβουλίου της Επικρατείας αφετέρου, δεν καθίσταται κρίσιμη και αναγκαία για την μία υπόθεση η γενομένη από το άλλο δικαστήριο ερμηνευτική προσέγγιση του ζητήματος της συνταγµατικότητας ή µη της αυτής νομοθετικής διατάξεως και, συνακολούθως, δεν τίθεται ζήτηµα αντιθέσεως, κατ’ άρθρο 100 παρ.1 περ. ε’ του Συντάγµατος, των προαναφερθεισών αποφάσεων των ως άνω Δικαστηρίων».