Μια πολύ καλή χρονιά αναμένει ο τουριστικός κλάδος για φέτος, με τους ξένους επισκέπτες να έχουν ξεκινήσει να καταφθάνουν στη χώρα ήδη από τον Μάρτιο και τις κρατήσεις για την συνέχεια να κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ειδικά για τους δημοφιλείς προορισμούς. Την ίδια στιγμή βέβαια, μετά από δύο χρονιές που ο κλάδος έχει απωλέσει το 75% και 45% του εισοδήματός του, αντίστοιχα, η άνοδος των αφίξεων δεν είναι βέβαιο ότι θα αντικατοπτριστεί στον ίδιο βαθμό στα ταμεία των τουριστικών επιχειρήσεων, γεγονός που θα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τον κλάδο.
Το παραπάνω μήνυμα εξέπεμψε το σύνολο των τουριστικών φορέων που συμμετείχε χθες στην Γενική Συνέλευση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων. «Την φετινή χρονιά η Ελλάδα, έχοντας πλέον το 5ο ισχυρότερο brand παγκοσμίως και έχοντας εμπεδώσει ένα αίσθημα ασφαλούς προορισμού στους ξένους επισκέπτες της, καλείται να πρωταγωνιστήσει στον τουρισμό και θεωρώ ότι θα πρωταγωνιστήσει» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ρέτσος από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης. Σύμφωνα με τον επικεφαλής του ΣΕΤΕ ο τουρισμός θα μπορούσε να φτάσει τον πήχη των 15 δισ. ευρώ εσόδων. «Αν δε, τα ξεπεράσει και φτάσει στο 2019 μιλάμε για 3 δισ. ευρώ επιπλέον, τα οποία με νούμερα 2021 είναι περίπου 1,6-1,7 μονάδες του ΑΕΠ, πράγμα πάρα πολύ κρίσιμο ειδικά σε μια περίοδο που η κυβέρνηση ψάχνει τρόπους να ανακουφίσει τα νοικοκυριά και που η ενεργειακή κρίση, η οποία είναι ήδη μπροστά μας και ενδέχεται να μην έχει φτάσει στην κορύφωσή της».
Τα έσοδα δυσανάλογα των αφίξεων
Ανεξαρτήτως της καλής πορείας του τουρισμού βέβαια, είναι σίγουρο, σύμφωνα με τον κ. Ρέτσο, ότι «το συνολικό έσοδο δεν θα αντικατοπτρίζει στο απόλυτο την εικόνα των επιχειρήσεων» Κι αυτό γιατί οι επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν πολύ αυξημένα κόστη και στο κομμάτι του ενεργειακού και στο κομμάτι του εργασιακού και στο κομμάτι του δανειοδοτικού τους κόστους - αναμένοντας αύξηση επιτοκίων για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια».
Το γεγονός ότι η ανάκαμψη των αφίξεων δεν αντανακλάται με αυτόματο τρόπο στην ανάκαμψη των ταμείων των ξενοδοχείων, επεσήμανε και ο πρόεδρος της ΠΟΞ, κ. Γρηγόρης Τάσιος, τονίζοντας ότι «ο καθρέφτης των αφίξεων είναι παραμορφωτικός». Όπως εξήγησε ο πρόεδρος της ΠΟΞ, αυτό εδράζεται σε τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, ειδικά για την περίπτωση των ξενοδοχείων, ένα μεγάλο κομμάτι των αφίξεων χάνεται μέσα στη γκρίζα περιοχή της παραοικονομίας διαμοιρασμού. Δεύτερον, διότι το βαρύ πλήγμα της πανδημίας έχει αφήσει ανοιχτές πληγές που μεταφράζονται σε υποχρεώσεις προς το δημόσιο και τις τράπεζες. Τρίτον, γιατί μετά το σοκ της πανδημίας ακολούθησε ο πόλεμος στην Ευρώπη, φέρνοντας μας αντιμέτωπους με ένα παγκόσμιο τσουνάμι ανατιμήσεων στην ενέργεια και στα βασικά αγαθά κι επιδεινώνοντας περαιτέρω την κατάσταση».
Σύμφωνα με τους ξενοδόχους την τρέχουσα περίοδο το λειτουργικό κόστος ανά δωμάτιο διανυκτέρευσης είναι αυξημένο κατά 25%-30% την ώρα που το μεγαλύτερο μέρος των κρατήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσω tour operators έγινε με περσινές τιμές, χωρίς να υπάρξει αναπροσαρμογή λόγω αυξήσεων.
Αναγκαία η στοχευμένη στήριξη
Η μεγάλη αύξηση του κόστους αλλά και οι νέες προκλήσεις όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, που στέρησε από την χώρα τους Ρώσους τουρίστες, γεννούν κάποιες ανισορροπίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν, σύμφωνα τον πρόεδρο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, κ. Αλέξανδρο Βασιλικό.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η πανδημία επηρέασε με διαφορετικό τρόπο τα ελληνικά ξενοδοχεία - βαραίνοντας δυσανάλογα τους ορεινούς προορισμούς και τις μεγάλες πόλεις, αλλά και ότι η ουκρανική κρίση επηρεάζει σφόδρα τις επιχειρήσεις που είχαν μεγάλη έκθεση σε Ρώσους και Ουκρανούς τουρίστες, η συνέχεια απαιτεί να εστιάσουμε σε στοχευμένα μέτρα, σύμφωνα με τους τουριστικούς φορείς.
«Υπάρχει μια εκκρεμότητα που έχει παραμείνει και τη θεωρώ άδικη. Αφορά την αντιμετώπιση των επιχειρήσεων που είχαν μεγάλη έκθεση στη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Λευκορωσία και κάποιες άλλες χώρες που έχουν επηρεαστεί πάρα πολύ από τον πόλεμο» τόνισε ο κ. Ρέτσος. «Έχουμε ζητήσει τρία πράγματα, τα δύο δεν έχουν κανένα δημοσιονομικό κόστος. Το ένα αφορά την αναστολή ασφαλιστικών και φορολογικών για ένα εξάμηνο, το δεύτερο έχει να κάνει με τις επιταγές και τον τρόπο διαχείρισής τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Έναν χρόνο θέλουμε και εκεί για να μην πτωχεύσουν αυτές οι επιχειρήσεις. Στα παραπάνω έχουμε μάλιστα προτείνει πολύ υψηλούς κόφτες - είτε το 60% των εσόδων αυτών των επιχειρήσεων να προκύπτει το 2019 από την αγορά της Ρωσίας είτε το 40% του 2021 να αποδεικνύεται με συμβόλαια ότι προήλθε από την συγκεκριμένη αγορά. Θεωρούμε ότι τα ποσοστά είναι πολύ υψηλά και οι επιχειρήσεις λίγες. Θα είναι κρίμα λόγω κάποιου γεγονότος που εκφεύγει τελείως του ελέγχου τους να μην μπορέσουν να τα καταφέρουν» συμπλήρωσε.
Κοινός παρονομαστής σε πολλά προβλήματα η οικονομία διαμοιρασμού
Στις χρόνιες προκλήσεις για το σύνολο της ξενοδοχειακής αγοράς που απαιτεί άμεση αντιμετώπιση συγκαταλέγεται και η οικονομία διαμοιρασμού, η οποία που συχνά διαμορφώνει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού.
«Ο τουρισμός καταλαβαίνει ότι η βραχυχρόνια μίσθωση είναι ένα κομμάτι του προϊόντος, είναι μια παγκόσμια τάση, υπάρχουν πελάτες που το ζητάνε και άρα δεν μπορούμε να το απορρίψουμε. Δεδομένου ότι υπάρχουν και πολλά άλλα κομμάτια της κοινωνίας και κλάδοι του τουρισμού που επωφελούνται από την αύξηση αυτής της δραστηριότητας, κατανοούμε και τον λόγο που οι κυβερνήσεις δεν θέλησαν να επέμβουν κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης. Σήμερα όμως εμφανίζονται επιχειρήσεις από την Ελλάδα και το εξωτερικό που αγοράζουν ολόκληρα κτίρια, τα μετασκευάζουν σε ξενοδοχεία με πλήρη παροχή υπηρεσιών και διατυμπανίζουν ότι ενισχύουν τον θεσμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Πρόκειται για κοροϊδία απέναντι στους τουριστικούς επιχειρηματίες που ζουν σε ένα καθεστώς πλήρους ελέγχου, και δημιουργεί μεγάλη ζημιά και στην οικονομία, από την απώλεια των ασφαλιστικών εισφορών, την μαύρη εργασία ή τη μη εφαρμογή των κλαδικών συμβάσεων» τόνισε σχετικά ο κ. Ρέτσος. Για το λόγο αυτό οι τουριστικοί φορείς έχουν στείλει ένα νέο πλέγμα διατάξεων, που διορθώνει την κείμενη νομοθεσία στην προεδρία της κυβέρνησης, στον υπουργό Επικρατείας Άκη Σκέρτσο, προκειμένου όχι μόνο να διορθωθεί το πλαίσιο, αλλά να αντιμετωπιστούν και συγκεκριμένα ζητήματα, να αφαιρεθούν δηλαδή κάποιες εφαρμοστικές διατάξεις που κάνουν το υφιστάμενο πλαίσιο ανενεργό. «Το ζήτημα είναι τεράστιο και έχει να κάνει όχι μόνο με τον αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά και με την ποιότητα προϊόντος γιατί οι προορισμοί είναι πάρα πολύ βεβαρημένοι, χωρίς να έχουν γίνει οι απαραίτητες επενδύσεις σε υποδομές και φοβόμαστε ότι με αυτό που θα δούμε φέτος το καλοκαίρι σε ορισμένους προορισμούς θα αλλοιώσει και το προϊόν μας με ότι αυτό μπορεί να σημάνει για τον τουρισμό τα επόμενα χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής σημείωσε ότι η ήδη η Αρχή στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας που έχει αναπτύξει έχει αρχίσει να παίρνει στοιχεία από τις πλατφόρμες. «Είναι επίπονη και χρονοβόρα η διαδικασία ταυτοποίησης των στοιχείων με τους διαχειριστές και τους ιδιοκτήτες. Η νομοθεσία μας έδωσε τη δυνατότητα να συνάψουμε μνημόνια συνεργασίας με τις τρεις μεγάλες πλατφόρμες και μέχρι τέλος του χρόνου δεν θα υπάρχουν ακίνητα που δεν θα έχουν τον σχετικό αριθμό μητρώου» Παράλληλα σύμφωνα με τον διοικητή της ΑΑΔΕ το ενδιαφέρον στρέφεται πλέον και σε άλλες πλατφόρμες που διαθέτουν πολυτελείς βίλες στη χώρα. Στόχος είναι να καταστούν ακόμη πιο σαφή τα όρια ανάμεσα στα δύο είδη δραστηριοτήτων και να μην υπάρχουν περιθώρια καταστρατήγησης αλλά και να ενταθούν οι έλεγχοι ώστε να διασφαλιστεί ο υγιής ανταγωνισμός» όπως επεσήμανε ο κ. Πιτισιλής, τονίζοντας ότι το προσεχές διάστημα η ΑΑΔΕ θα προχωρήσει και σε πιο συγκεκριμένες ενέργειες για όσους δεν έχουν δηλώσει σήμα λειτουργίας, φτάνοντας αργά ή γρήγορα και σε όσους φοροδιαφεύγουν».
Προβληματίζει για την συνέχεια η έλλειψη εργαζομένων
Στα προβλήματα που απαιτούν έγκαιρη λήψη μέτρων συγκαταλέγεται σύμφωνα με τους ξενοδόχους και η έλλειψη εργαζομένων που παρατηρείται στον κλάδο. «Η έλλειψη εργαζομένων αφορά όλο το φάσμα των υπηρεσιών, όχι μόνο τον τουρισμό, όχι μόνο την Ελλάδα, όλη τη νότια Ευρώπη. Και είναι ένα θέμα πιο σημαντικό απ’ ό,τι νομίζουμε, γιατί θα το έχουμε μπροστά μας τα πολλά επόμενα χρόνια» τόνισε ο κ. Ρέτσος.
Αυτός είναι και ο λόγος, σύμφωνα με τον ίδιο, που η αντιμετώπισή του απαιτεί μια στρατηγική προσέγγιση και δύσκολες πολιτικές αποφάσεις. «Είναι σαφές ότι δεν φτάνουν οι Έλληνες που θέλουν να ασχοληθούν με τουρισμό για να καλύψουν θέσεις εργασίας. Χρειάζονται εργαζόμενοι και από το εξωτερικό, με πολύ αυστηρές διαδικασίες κατά τα πρότυπα και άλλων χωρών (Ισπανία, Κύπρος) αλλά και πολιτικές του ιδιωτικού τομέα σε συνεργασία με την κυβέρνηση, οι οποίες θα αμβλύνουν την εποχικότητα, που είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο τα νέα παιδιά δεν θέλουν να εργαστούν στον τουρισμό» κατέληξε ο κ. Ρέτσος.