Κάθετα αντίθετοι με τις διατάξεις του νόμου για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη που αφορούν στις εργασιακές τους σχέσεις παραμένουν οι γιατροί, οι οποίοι εξ αρχής είχαν δηλώσει την αντίθεσή τους.
Ειδικότερα, πρόκειται για τις διατάξεις που δίνουν τη δυνατότητα στους νοσοκομειακούς γιατρούς να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα και στους ιδιώτες να εργάζονται με σχέση μερικής απασχόλησης στο δημόσιο.
Αυτό αναφέρει -μεταξύ άλλων- σε υπόμνημα που κατέθεσε την προηγούμενη εβδομάδα στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ), ζητώντας μάλιστα την κατάργησή τους.
«Ο ΠΙΣ είχε έγκαιρα επισημάνει τα σοβαρά προβλήματα που επρόκειτο να προκληθούν εξαιτίας σειράς διατάξεων που περιλαμβάνει ο νόμος 4999/22, όπως η δυνατότητα άσκησης ιδιωτικού έργου από γιατρούς ΕΣΥ και η είσοδος ιδιωτών γιατρών στο ΕΣΥ. Λόγω μη έκδοσης των ανάλογων υπουργικών αποφάσεων απετράπη μέχρι στιγμής η εφαρμογή αυτών των διατάξεων. Φρονούμε πως η σημερινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας οφείλει να προχωρήσει νομοθετικά στην κατάργηση αυτών των διατάξεων», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ΠΙΣ.
Υπενθυμίζεται ότι την έντονη αντίθεσή του στις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου και ειδικά στο άρθρο 10, που δίνει τη δυνατότητα στους νοσοκομειακούς γιατρούς να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, είχε εκφράσει τότε και ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ), επισημαίνοντας ότι «αλλάζει το βασικό πυρήνα του δημόσιου συστήματος υγείας, που είναι η δωρεάν και ελεύθερη πρόσβαση,των ασθενών στις δομές υγείας».
Οι γιατροί της Αθήνας τόνιζαν ότι οι αλλαγές αυτές αποβαίνουν τόσο εις βάρος του ασθενή, στον οποίο μετακυλύεται το κόστος, όσο και εις βάρος του γιατρού, στον οποίο επιβάλλεται υπερεργασία, για να μπορέσει να επιβιώσει. Παράλληλα, ζητούσαν ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, με προσλήψεις προσωπικού και αύξηση των μισθών των νοσοκομειακών ιατρών στα Ευρωπαϊκά επίπεδα, προκειμένου να μπορούν να επιβιώσουν και να ασκούν το εκπαιδευτικό τους έργο.
Πάντως, έγκυρες πηγές αναφέρουν ότι το θέμα της ενεργοποίησης του νόμου απασχολεί έντονα την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, ενώ ο νέος Υπουργός, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δεν φέρεται να είναι θετικός απέναντι σε αυτήν. Σύμφωνα με πληροφορίες, ωστόσο, η οριστική απόφαση αναμένεται να ληφθεί κεντρικά από την κυβέρνηση.
Αναμόρφωση ιατρικού μισθολογίου στο ΕΣΥ
Στο ίδιο υπόμνημα, ο ΠΙΣ θέτει ως μείζον ζήτημα την αναμόρφωση του ιατρικού μισθολογίου των γιατρών στο δημόσιο σύστημα, επισημαίνοντας ότι το ιατρικό μισθολόγιο του ΕΣΥ είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Θέση του ΠΙΣ αποτελεί η αναγκαιότητα αύξησης του μισθολογίου, προκειμένου να προσεγγίσει τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ.
Οι γιατροί είναι υποαμοιβόμενοι στην Ελλάδα, καθώς η χώρα μας καταλαμβάνει από τις χαμηλότερες θέσεις στην ευρωπαϊκή κατάταξη.
Σύμφωνα με τις επίσημες καταγραφές του ΟΟΣΑ, από τους πιο υψηλά αμειβόμενους είναι οι γιατροί στο Λουξεμβούργο, όπου οι μικτές αποδοχές ανέρχονται σε 258.000 ευρώ το χρόνο.
Ιδιαιτέρως καλά αμειβόμενοι είναι και οι γιατροί στην Ιρλανδία με 172.000 ευρώ ετήσιο μικτό εισόδημα, στην Ολλανδία με 160.000 ευρώ και στη Γερμανία με 146.000 ευρώ. Όσον αφορά στη Μ. Βρετανία ακόμη και οι αποδοχές των νέων γιατρών κινούνται στις 136.000 ευρώ το χρόνο.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλή θέση, με τους γιατρούς να εισπράττουν περί τις 39.000 ευρώ ευρώ μικτά ετησίως. Ωστόσο, σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται χώρες όπως η Πολωνία, όπου οι ετήσιες μικτές αποδοχές των γιατρών κινούνται στις 20.000 ευρώ.