Από τα περιουσιακά που έχουν πληγεί περισσότερο κατά την ρωσική εισβολή και την περαιτέρω κλιμάκωση των επιθέσεων στα ουκρανικά εδάφη, είναι οι ευρωπαϊκές μετοχές, όπως σημειώνουν οι στρατηγικοί αναλυτές της UBS.
Ο συνδυασμός της σημαντικής υποχώρησης των αποδόσεων σε όλο το εύρος της γερμανικής καμπύλης, της αύξησης των τιμών πετρελαίου και των χαμηλότερων συμβολαίων στα δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, υποδηλώνει πως οι επενδυτές ανησυχούν για την ευρωπαϊκή αναπτυξιακή δυναμική, δεδομένης της εξάρτησης της περιοχής από τη ρωσική ενέργεια. Η Ρωσία αντιπροσωπεύει περίπου το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 30% των εισαγωγών πετρελαίου της.
Το βασικό ερώτημα, σύμφωνα με τη UBS, παραμένει γύρω από το κατά πόσο η διακοπή του ενεργειακού εφοδιασμού αρκεί για να εκτροχιάσει την οικονομική ανάκαμψη. Μέχρι στιγμής, οι δυτικές χώρες δεν έχουν εφαρμόσει κυρώσεις στις εξαγωγές ρωσικών εμπορευμάτων. Ωστόσο, οι ενέργειες που στοχεύουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ρωσίας και ο φόβος για περαιτέρω κυρώσεων έχουν αντίκτυπο (για παράδειγμα τράπεζες αρνούνται να χρηματοδοτήσουν αποστολές και αγοραστές δεν επιθυμούν να αγοράσουν ρωσικό πετρέλαιο επειδή ανησυχούν ότι ενδέχεται να επιβληθούν μέτρα που στοχεύουν πιο άμεσα στο ενεργειακό σκέλος προτού να έχουν την ευκαιρία να παραλάβουν).
Επιπλέον, οι αγορές εμπορευμάτων δεν είναι καλά προετοιμασμένες, τόσο από την πλευρά των αποθεμάτων όσο και από την πλευρά της πλεονάζουσας δυναμικότητας ώστε να μπορέσουν να χειριστούν πρόσθετες διακοπές εφοδιασμού που συνδέονται με τη Ρωσία και την Ουκρανία σε αυτό το σημείο. Ωστόσο, η συνεχής άνοδος των τιμών ενέργειας που οδηγεί σε μια υφεσιακή κατάσταση δεν αποτελεί το βασικό σενάριο του ελβετικού οίκου, διατηρώντας έτσι την έκθεσή του σε μετοχές, συμπεριλαμβανομένης της προτίμησης στις ευρωπαϊκές έναντι των ελβετικών.
Η ύφεση φαίνεται απίθανη
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της UBS, εάν οι τιμές του πετρελαίου αυξηθούν στα 125 δολάρια το βαρέλι ή υψηλότερα για δύο τρίμηνα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαμηλότερη αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά περίπου 0,5%. Με βάση αυτό και με την υποκείμενη ανάπτυξη να είναι ακόμη άνω της τάσης, αυτό το «χτύπημα» στην ανάπτυξη δεν θα οδηγήσει σε ύφεση.
Ελκυστικές αποτιμήσεις
Από την άλλη, οι αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών μετοχών έχουν υποχωρήσει προς τα επίπεδα του Ιανουαρίου του 2020. Σε σύγκριση με την Ελβετία, οι μετοχές της Ευρωζώνης διαπραγματεύονται με δείκτη P/E (τιμή προς κέρδη) αρκετά χαμηλότερα από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο (δεκαετή βάση).
Με βάση το 12μηνο forward P/E στο 12,8x, οι αγορές μετοχών ήδη προεξοφλούν μια επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ κατά 1,5%. Ακόμη και αν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί κατά αυτό το ποσοστό, με βάση τις εκτιμήσεις της UBS για το 2022, η αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα εξακολουθήσει να είναι 2,7%, πάνω από τη μακροπρόθεσμη τάση δυναμικής. Ο ελβετικός οίκος σημειώνει επίσης ότι στις περισσότερες περιπτώσεις τα γεωπολιτικά γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων των πολέμων, έχουν σχετικά βραχύβιο αντίκτυπο στις αγορές.
Photo: Getty Images/Ideal Image