Η κατασκευή του πρώτου πυρηνικού σταθμού από τη ρωσική ενεργειακή εταιρεία Rosatom, άρχισε στα βόρεια παράλια της Αιγύπτου σύμφωνα με κοινή την ανακοίνωση της εταιρείας και των αιγυπτιακών αρχών.
Ο πυρηνικός σταθμός στην Ελ-Ντάμπαα, είναι ο πρώτος που κατασκευάζεται στην Αίγυπτο και σχεδιάζεται να αποτελείται από τέσσερις μονάδες, η κάθε μια από τις οποίες θα είναι δυναμικότητας 1.200 MW σύμφωνα με την ανακοίνωση που ανάρτησε αργά χθες η Αιγυπτιακή αρχή πυρηνικής ενέργειας.
Ο Αιγύπτιος υπουργός Ενέργειας Μοχαμάντ Σακέρ δήλωσε ότι η ρίψη σκυροδέματος για την πρώτη μονάδα σηματοδότησε ένα «ιστορικό γεγονός» για την Αίγυπτο, που κατέστη δυνατό χάρη στην συνεργασία Αιγύπτου–Ρωσίας.
Η Αίγυπτος άρχισε να εξετάζει το ενδεχόμενο κατασκευής πυρηνικού σταθμού στην Ελ- Ντάμπαα από τη δεκαετία του 1980. Οι συμβάσεις για τον σταθμό τέθηκαν σε ισχύ το 2017, αλλά η έναρξη της κατασκευής καθυστέρησε για αρκετά χρόνια.
Η Rosatom έλαβε τον περασμένο μήνα από την αρμόδια αιγυπτιακή ρυθμιστική αρχή την έγκριση να αρχίσει την κατασκευή της πρώτης μονάδας.
Στην ανακοίνωση δεν αναφέρονται λεπτομέρειες για το κόστος ή το χρονοδιάγραμμα της κατασκευής. Το 2016, η Αίγυπτος είχε δηλώσει ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της κατασκευής, θα καλυφθεί από ένα ρωσικό δάνειο ύψους 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η πυρηνικός σταθμός θα χρησιμοποιεί αντιδραστήρες πεπιεσμένου ύδατος, παρόμοιους με αυτούς που υπάρχουν στους πυρηνικούς σταθμούς στο Νοβοβορόνεζ και Λένινγκραντ στην Ρωσία, και σε πυρηνικό σταθμό της Λευκορωσίας ο οποίος συνδέθηκε στο δίκτυο τον Νοέμβριο του 2020, αναφέρεται στην κοινή ανακοίνωση.
Η Αίγυπτος επέκτεινε με ταχείς ρυθμούς κατά την τελευταία δεκαετία, την ονομαστική πυκνότητα ισχύος, κυρίως με μεγάλες μονάδες φυσικού αερίου που κατασκεύασε η Siemens, με αποτέλεσμα να έχει τώρα πλεόνασμα ενέργειας, ενώ σχεδιάζει να αρχίσει ή να επεκτείνει τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας σε διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής.
Επίσης επιδιώκει να αυξήσει το μερίδιο της ονομαστικής πυκνότητας ισχύος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο 40% το 2030 και στο 42% έως το 2035.