Βελτίωση στην εικόνα των πιστωτικών προφίλ των τραπεζικών ιδρυμάτων σε Ελλάδα και Κύπρο «βλέπει» η Fitch Ratings σύμφωνα με νέα έκθεσή της, καθώς οι τράπεζες έλαβαν ώθηση τόσο από τη μείωση του ρίσκου αλλά και μέσω των κινήσεων αναδιάρθρωσης που πραγματοποιήθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες.
Παράλληλα, ο οίκος αξιολόγησης τονίζει πως η ανθεκτική εικόνα που παρουσιάζουν οι οικονομίες των δύο χωρών σε συνδυασμό με την ισχυρότερη κερδοφορία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων οδήγησαν την Fitch σε θετικές κινήσεις νωρίτερα εφέτος αναφορικά με την αξιολόγηση όλων των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών.
Σύμφωνα με την Fitch, πιθανές νέες θετικές κινήσεις στην αξιολόγηση των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας, που θα οδηγήσει σε ισχυρότερη κεφαλαιοποίηση, παράλληλα με συνεχείς βελτιώσεις της ποιότητας του ενεργητικού.
Όπως σημειώνει ο οίκος, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) των τραπεζών έχουν μειωθεί σημαντικά από το 2020. «Aναμένουμε ότι τα NPEs θα μειωθούν περαιτέρω, λόγω τιτλοποιήσεων εκ μέρους της Ελληνικής Τράπεζας, καθώς και πωλήσεων NPE από την Alpha Bank και την Τράπεζα Πειραιώς.Ορισμένες τράπεζες ενδέχεται να επωφεληθούν από την ισχυρότερη κερδοφορία για να διαγράψουν περισσότερα NPEs ή να αυξήσουν την κάλυψη των κόκκινων δανείων, επισημαίνει.
Στη συνέχεια, η Fitch σημειώνει πως παρά την αυξανόμενη πίεση που ασκείται στους δανειολήπτες από την ενίσχυση του πληθωρισμού αλλά και από τις αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, εντούτοις η ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών παραμένει ανθεκτική.
Παράλληλα, ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά πως τα κόκκινα δάνεια στην Ελλάδα θα αυξηθούν στην διάρκεια του β' εξαμήνου, ενώ προβλέπει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά 2,3% μέσα στο 2023 αλλά και στο 2024 από 5,9% το 2022, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως το πλαφόν στα επιτόκια για τα ενήμερα στεγαστικά από τον Μάιο του 2023 θα περιορίσει προσωρινά την πίεση στους δανειολήπτες.
Η Fitch εκτιμά ακόμα πως τα υψηλότερα επιτόκια και οι πρωτοβουλίες μείωσης του κόστους θα ενισχύσουν τη μέση λειτουργική κερδοφορία/σταθμισμένα περιουσιακά στοιχεία σε επίπεδα πάνω από 2% για τις ελληνικές τράπεζες και άνω του 3,5% για τις κυπριακές τράπεζες, το 2023 και το 2024 -παρά την προοπτική υψηλότερων επιτοκίων για τις καταθέσεις και τη μεταστροφή του αποταμιευτικού κοινού προς τις ακριβότερες προθεσμιακές καταθέσεις.