Την πέμπτη θέση της ΕΕ κατέλαβε η Ελλάδα το 2023 σχετικά με το ποσοστό όσων κινδυνεύουν από φτώχεια και βρίσκονται στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού, αδυνατώντας να αντέξουν οικονομικά ένα κανονικό γεύμα που περιέχει κρέας, ψάρι ή ένα ισοδύναμο για χορτοφάγους, κάθε δεύτερη ημέρα. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat περίπου 4 στους 10 Έλληνες δεν μπορούν να έχουν ένα κανονικό γεύμα κάθε 48 ώρες.
Μάλιστα, το 38,2% των φτωχότερων Ελλήνων που ζει με κάτω από το 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος, δεν μπορεί να καλύψει σωστά τις διατροφικές του ανάγκες, ενώ για το σύνολο του πληθυσμού της, η χώρα μας καταλαμβάνει την 7η θέση πανευρωπαϊκά. Μάλιστα, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, παρατηρείται μεγάλη «ψαλίδα» ανάμεσα στα πιο περιθωριοποιημένα οικονομικά κομμάτια του πληθυσμού με την υπόλοιπη κοινωνία.
Το 2023, το 9,5% του πληθυσμού της ΕΕ δεν ήταν σε θέση να αντέξει οικονομικά ένα πλήρες γεύμα που είναι 1,2 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα σε σύγκριση με το 2022 (8,3%). Επιπλέον, εστιάζοντας στα άτομα που κινδυνεύουν από φτώχεια το 2023, το ποσοστό σε επίπεδο ΕΕ ήταν 22,3%, αυξημένο κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες, σε σύγκριση με το 2022 (19,7%).
Σε εθνικό επίπεδο, το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια και αδυνατούν να αντέξουν οικονομικά ένα κανονικό γεύμα καταγράφηκε στη Σλοβακία (45,7%), ακολουθούμενη από την Ουγγαρία (44,9%) και τη Βουλγαρία (40,2%). Από την άλλη πλευρά, το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στην Ιρλανδία (4,2%), ακολουθούμενη από την Κύπρο (5,0%) και την Πορτογαλία (5,9%).
Στην ΕΕ, η διαφορά μεταξύ του συνολικού πληθυσμού και του πληθυσμού που κινδυνεύει από φτώχεια όσον αφορά την παροχή ενός κατάλληλου γεύματος ήταν 12,8 π.μ. Σε επίπεδο χώρας, στην Ουγγαρία καταγράφηκε η μεγαλύτερη διαφορά με 30,2 π.μ., ακολουθούμενη από τη Σλοβακία (27,9 π.μ. ) και την Ελλάδα (27,3 π.μ.). Αντίθετα, η Σουηδία, η Κύπρος, το Λουξεμβούργο, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία ανέφεραν τις μικρότερες διαφορές, όλες κάτω από 4,0 π.μ.